Εγώ, Γέροντα, έχω ανάγκη από πολλή ταπείνωση…
– Να πας να αγοράσεις.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που πουλούν την ταπείνωση, και μάλιστα δωρεάν, αρκεί να την θέλεις…
– Ποιοι είναι αυτοί, Γέροντα;
– Είναι οι άνθρωποι που, όταν δεν έχουν καλή πνευματική κατάσταση, φέρονται αδιάκριτα και με την συμπεριφορά τους μάς ταπεινώνουν…
Η ταπείνωση δεν αγοράζεται από τον μπακάλη όπως τα ψώνια.
Όταν λέμε: «δώσ᾿ μου, Θεέ μου, ταπείνωση», ο Θεός δεν θα πάρει την σέσουλα και θ᾿ αρχίσει:
«πάρε ένα κιλό ταπείνωση εσύ», «μισό κιλό εσύ», αλλά θα επιτρέψει να έρθει λ.χ. κάποιος άνθρωπος αδιάκριτος να μάς φερθεί σκληρά ή θα πάρει από άλλον την Χάρη Του και θα έρθει να μάς βρίσει.
Έτσι θα δοκιμαστούμε και θα εργασθούμε, εάν θέλουμε να αποκτήσουμε την ταπείνωση…
Αλλά εμείς δεν σκεφτόμαστε ότι ο Θεός επιτρέπει να γίνει ο αδελφός μας κακός, για να βοηθηθούμε εμείς, και θυμώνουμε με τον αδελφό.
Και, ενώ ζητάμε από τον Θεό ταπείνωση, δεν δεχόμαστε τις ευκαιρίες που μάς στέλνει, για να ταπεινωθούμε, αλλά δυσανασχετούμε.
Κανονικά θα έπρεπε να χρωστάμε ευγνωμοσύνη σ᾿ αυτόν που μάς ταπεινώνει, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος ευεργέτης μας.
Όποιος ζητάει στην προσευχή του ταπείνωση από τον Θεό, αλλά δεν δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώσει, δεν ξέρει τι ζητάει…
«Τι κράτησε ο Θεός για τον εαυτό του; Τίποτα.
Όπως και οι γονείς που μπορεί μέχρι και να φάνε κλωτσιές από τα παιδιά τους, αλλά θυσιάζονται γι’ αυτά.
Ο Θεός θυσιάστηκε για μας, γιατί μάς αγαπάει και μάς τα έδωσε όλα.
Να κινούμαι με θυσία και αρχοντιά και να σηκώνω και την ενόχληση που θα μου κάνει ο πλησίον μου.
Να χαίρομαι που με ενοχλούν και δεν ενοχλώ.
Κι έτσι θα δεχτώ τη Θεία Χάρη».