Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο τη δύναμη καί τη δυνατότητα να διαλέγει. Αυτή η ικανότητα του άνθρώπου είναι δώρο τού Θεού. Κάθε μέρα, κάθε στιγμή ο άνθρωπος καταλαβαίνει ότι πρέπει να διαλέξει τί θα κάνει την έπόμενη στιγμή.
Τό πρωί ξυπνάει καί σχεδιάζει τό έργο τής όλης ήμέρας: πριν φύγει γιά τήν έργασία, μέ τί μέσο θά φύγει; άπό ποιό δρομολόγιο; καί ζητάει τή βοήθεια τού Θεού γιά τά προβλήματα πού θά άνακύψουν κατά τή διάρκεια τής έργασίας του. Δύο θεόπνευστα βιβλία τής Εκκλησίας θά μάς βοηθήσουν καλύτερα νά σκεφθοϋμε τί δώρο σπουδαίο μάς έκανε ό Θεός δίνοντάς μας τή δυνατότητα τής έλεύθερης έπιλογής. Είναι βιβλία τής Παλαιός Διαθήκης.
Τό ένα τό Δευτερονόμιο (λ 14 καί έξ.), τό άλλο ή Σοφία Σειράχ (ιε 14 καί έξ.). Στό Δευτερονόμιο γράφει ό θεόπνευστος συγγραφεύς: Ό λόγος τού Θεού είναι πολύ κοντά σου, άνθρωπε. Είναι στά χείλη σου, γιά νά μιλάς σύμφωνα μέ τό Νόμο τού Θεού. Είναι στήν καρδιά σου, γιά νά συμφωνούν οί πόθοι σου μέ τό Νόμο τού Θεού. Είναι στά χέρια σου, γιά νά πράττεις καί νά ένεργεϊς ό,τι ό Θεός διατάζει.
Είναι έντολή νά γνωρίζεις καί νά έφαρμόζεις τό Νόμο τού Θεού. Ή γνώση του είναι βασική προϋπόθεση τής έκλογής τών πράξεών μας. Καί τό Δευτερονόμιο προσθέτει: «Παρουσίασα μπροστά σου τή ζωή καί τόν θάνατο, τό καλό καί τό κακό. Θέλω τήν καρδιά σου, λέει ό Θεός, νά ύπακούει στις έντολές μου, διότι τότε θά εύτυχήσεις· άλλιώς θά καταστραφεΐς. Επικαλούμαι μάρτυρες τόν ούρανό καί τή γή ότι παρουσίασα έμπρός σου τή ζωή καί τό θάνατο, τήν εύλογία καί τήν κατάρα όταν λέει «θάνατο», δέν έννοεΐ τόν σωματικό θάνατο άλλά τόν χωρισμό τού άνθρώπου άπό τόν Θεό. Διάλεξε, συνεχίζει ό Θεός, τή ζωή τή σύμφωνη μέ τό Νόμο μου γιά νά ζεΐς ευτυχής. Καί στή Σοφία Σειράχ γράφει τό Πνεύμα τού Θεού: Μπροστά σου έβαλα «τό πϋρ καί τό ύδωρ».
Ενώπιον σου είναι ή φωτιά καί τό νερό· δηλαδή ή καταστροφή καί ή εύλογία. Άν θέλεις τήν εύτυχία στή ζωή σου, πρέπει νά άκολουθήσεις τό Νόμο τού Θεού αλλιώς καταστρέφεσαι. Ό Θεός είναι σαφής. Σέ έκανα, λέει στόν άνθρωπο, έλεύθερο. Αύτή ή έλευθερία σου θά δείξει τί δρόμο θά πάρεις, τό πΰρ η τό ϋδωρ. Έδώ τό πυρ δέν είναι ή φωτιά πού γνωρίζουμε, είναι τό πυρ τής κολάσεως. Όμως δέν θέλουν νά μάθουν τό Νόμο τοϋ Θεού όλοι οί άνθρωποι.
Δένουν τόν έαυτό τους μέ χρυσίζουσες άλυσίδες καί νομίζουν ότι είναι έλεύθεροι. Τό βλέπουμε στούς δρόμους: άνδρες καί γυναίκες σέ κατάσταση ύπνου περπατούν καί ζητούν χρήματα, τά χρήματα τού θανάτου τους. Δέν κατηγορούμε, προσευχόμαστε νά συνέλθουν. Καί ό Θεός ό άγιος, ό Πατέρας ό στοργικός, θά τούς δεχθεί. Πόσοι καί πόσοι πρώην άσωτοι μετανόησαν καί διάλεξαν στό έξης τή ζωή τής άρετής καί άγιότητος καί άγίασαν! Καί όλοι μας διαλέξαμε κάποτε νά ζούμε συνειδητά τή χριστιανική ζωή. Άραγε είμαστε συνεπείς στήν έκλογή μας;
Τί πρέπει νά κάνουμε, ώστε κάθε μέρα πού περνά νά είμαστε μέ τόν Χριστό, καί ή έκλογή μας νά είναι ό Ιησούς Χριστός καί μόνο; Τό είπαμε, καθημερινή μελέτη τού νόμου τοϋ Θεού. Τότε θά φωτίζεται ό νοϋς καί θά λέμε: Όχι αύτό, δέν συμφωνεί μέ τήν έκλογή μου. Θά κάνω μόνο ό,τι είναι τοϋ Χριστού έκλογή. Τίποτε, τίποτε άλλο. Εξομολογούμαστε καί διά τής έξομολογήσεως λέμε στόν Χριστό διά τοϋ Πνευματικού: Χριστέ μου, δώσε έσύ λύση στό πρόβλημα, έσύ διάλεξε. Εσύ άποφάσισε γιά μένα. Οί Τρεις Παΐδες διάλεξαν τή φωτιά, γιατί άρνήθηκαν νά προσκυνήσουν τή χρυσή εικόνα τοϋ βασιλιά.
Καί μέ τό πΰρ τής άγάπης τους γιά τόν Θεό, ή φωτιά άντί νά τούς κάψει τούς δρόσιζε. Θεέ μου, δώσε μας τή θερμότητα τής άγάπης τών Αποστόλων, τών Άγιων, τών Μαρτύρων καί τών Οσίων τής Εκκλησίας μας. Χριστέ μας, είμαστε άδύνατοι, βοήθησέ μας νά Σέ άγαπήσουμε θερμότερα, νά ταυτίσουμε τό θέλημά μας μέ τό δικό σου άγιο θέλημα. Τότε θά διαλέγουμε στή ζωή μας ό,τι θέλεις Έσύ. Καί έτσι στήν ούσία Έσύ θά διαλέγεις γιά μάς.
Αύτό Σοϋ ζητούμε ταπεινά καί μέ πίστη. Νά κυβερνάς Έσύ τή ζωή μας. Παραδίδουμε στά άγια καί σοφά χέρια Σου τήν έλευθερία, πού Έσύ μάς δώρισες, καί Σέ ικετεύουμε νά διαλέγεις Έσύ γιά μάς καί έμεΐς νά άκολουθοϋμε.