Μήνυμα να σταματήσει ο πόλεμος και να αρχίσουν συζητήσεις για ειρήνη απηύθυνε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος κατά την συνάντηση που είχε σήμερα το μεσημέρι με τον Γενικό Γραμματέα της Παγκόσμιας Μουσουλμανικής Λίγκας Δρ. Mohammad bin Abdul Karim Al-Issa.
Την αντιπροσωπεία της Παγκόσμιας Μουσουλμανικής Λίγκας συνόδευαν ο Γενικός Γραμματέας της Δ.Σ.Ο. κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος και ο Σύμβουλος κ. Κώστας Μυγδάλης, ενώ παρόντες ήταν ο Επίσκοπος Τανάγρας κ. Απόστολος, ο Πρωτοσύγκελος της Αρχιεπισκοπής, Αρχιμανδρίτης Βαρνάβας Θεοχάρης και ο πρωτοπρεσβύτερος Εμμανουήλ Παπαμικρούλης, Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής επί των Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων. Ο κ. Χαρακόπουλος ευχαρίστησε τον Αρχιεπίσκοπο για την υποδοχή και αναφέρθηκε στην επίσκεψη της αντιπροσωπείας, η οποία πραγματοποιείται ως ανταπόδοση στην επίσκεψη που είχε πραγματοποιήσει η Δ.Σ.Ο. στην έδρα της Παγκόσμιας Μουσουλμανικής Λίγκας στο πλαίσιο του διαλόγου με στόχο την καρποφόρα συνεργασία. Τόνισε ότι το εν λόγω εγχείρημα έχει ουσιώδη σημασία στις μέρες μας, όπου διεξάγονται, στην ευρύτερη γειτονιά μας, αιματηροί πόλεμοι, τους οποίους η Διεθνής Κοινότητα αδυνατεί να σταματήσει και να επιβάλλει την οδό της διπλωματίας για την επίλυση των διαφορών. Αναφέρθηκε στο σημαντικό ρόλο που επιτελεί η Εκκλησία της Ελλάδος και ευχαρίστησε για ακόμη μία φορά τον Αρχιεπίσκοπο για την θερμή υποδοχή και την υποστήριξή του στο έργο της Δ.Σ.Ο. Στην συνέχεια ο Επικεφαλής της Λίγκας εξέφρασε την χαρά του για την συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο και μίλησε για την ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος και για τις προσπάθειες του Μακαριωτάτου για την ενίσχυση της ειρήνης σε όλο τον κόσμο και τόνισε ότι «ο κόσμος οπωσδήποτε χρειάζεται πρόσωπα σαν και εσάς, άτομα τα οποία πρεσβεύουν τα ιδανικά ιδεώδη». Αναφέρθηκε στις ιστορικές σχέσεις του Ισλάμ με την Ορθοδοξία, σημειώνοντας ότι οι επισκέψεις όταν γίνονται ενισχύουν αυτές τις σχέσεις και στέλνουν ένα μήνυμα ενότητας προς όλες τις πλευρές που πρεσβεύουν οποιαδήποτε μορφή μίσους και λανθασμένων αντιλήψεων που μπορεί να υπάρχουν. Επιπλέον, προσέθεσε ότι «ευελπιστούμε πολλά από την επίσκεψή μας στην Ελλάδα». Στην αντιφώνηση του ο Αρχιεπίσκοπος καλωσόρισε την αντιπροσωπεία και εξέφρασε την χαρά του για την συνάντηση. Αναφέρθηκε στις συναντήσεις που είχε στην Αρχιεπισκοπή, όταν άρχισαν οι πρώτες ταραχές και τόνισε ότι η συζήτηση με όσους τον επισκέφθηκαν, μητέρες αγνοουμένων, αλλά και ακαδημαϊκούς, επικεντρώθηκε σε κάποια βασικά σημεία. Αρχικά κατά πόσο οι ακαδημαϊκοί μπορούν να φανούν χρήσιμοι τέτοιες ώρες καταλήγοντας ότι οι θρησκευτικοί ηγέτες, οι ακαδημαϊκοί κατευθύνονται στην καλλιέργεια των γραμμάτων και φτιάχνουν βιβλία, τα οποία είναι χρήσιμα, αλλά αν όσα γράφονται δε γίνουν πράξη στην καθημερινή ζωή τότε είναι άχρηστα. Επίσης, απηύθυνε έκκληση να μην χρησιμοποιούνται ηλικιωμένοι και μικρά παιδιά στην πρώτη γραμμή του πολέμου, να επιστρέψουν στα σπίτια τους όλοι οι αιχμάλωτοι και, βέβαια, να πάψουν οι πόλεμοι και να αρχίσει αμέσως με συζητήσεις η ειρηνική αντιμετώπιση του θέματος. «Οι Θρησκευτικοί ηγέτες, περισσότερο από άλλες εποχές, δεν είναι μόνο για το κήρυγμα, την θεωρία, τα βιβλία και τα συγγράμματα, αλλά για το πώς είναι δυνατόν όλα αυτά να γίνουν καθημερινή πράξη» υπογράμμισε ο Αρχιεπίσκοπος. Ολοκληρώνοντας τον χαιρετισμό του ευχαρίστησε και την ελληνική κυβέρνηση που αγωνίζεται για την ειρήνη στον κόσμο, αλλά και τα μέλη της Δ.Σ.Ο. για το έργο της και υπογράμμισε: «Η εποχή μας χρειάζεται να οπλιστούμε όλοι με υπομονή και να μην απασχολούν το μυαλό μας πράγματα που μας χωρίζουν, αλλά να διαλέγουμε και να ζούμε πράγματα τα οποία μας ενώνουν».