13/03/2019 - 21:15
Μαρτυρία Μαρίας Φούκα-Ρουμπάνη:
Την 1η Νοεμβρίου 1991, που γιόρταζε το Μοναστήρι, είχα πάει και βρήκα τον Γέροντα Ιάκωβο στην τραπεζαρία και με καλωσόρισε.
Με ρώτησε τι κάνουν τα παιδιά και ιδιαιτέρως για την κορούλα μου, που την «παρακολουθούσε πνευματικά» συνεχώς και μου είπε:
«Γιατί δεν την έφερες μαζί σου; Ήθελα να την δω!».
Εγώ απόρησα που μου την ζήτησε τόσο έντονα να την δει. Πού να φανταζόμουνα ότι σε είκοσι μέρες θα έφευγε από την ζωή ο Γέροντας και ότι ήθελε να αποχαιρετήσει ορισμένα άτομα και μεταξύ αυτών και την κόρη μου!
Μετά την πανηγυρική θεία Λειτουργία, πήρα την ευλογία του Γέροντα να φύγω. Πού να ήξερα ότι τον έβλεπα για τελευταία φορά εδώ στην γη! Επέστρεψα στο σπίτι, και διαρκώς στον νου μου ερχόταν η σκηνή που ο Γέροντας Ιάκωβος επέμενε να δει την κόρη μου.
Κατ’ οικονομία Θεού, ο γιος μιας φίλης μας αισθάνθηκε μια αδυναμία στο σώμα του, και ο πατέρας του μας το είπε. Τον συμβούλεψα να πάρουν τον γιο του και να πάνε στον π. Ιάκωβο Τσαλίκη.
Και αφού θα πήγαιναν αυτοί, τους είπα να πάρουν μαζί τους και τον άντρα μου και την κόρη μου, που ζήτησε να την δει ο π. Ιάκωβος. Πράγματι, πήραν και την κορούλα μου και πήγαν στο Μοναστήρι.
Ο π. Ιάκωβος χάρηκε ιδιαίτερα που την είδε. Την πήρε απ’ το χεράκι και την πήγε μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους. Της μιλούσε πολλή ώρα. Την αποχαιρετούσε! Ποιος ξέρει τι αποκαλύψεις τής έκανε!
Δυστυχώς, δεν άκουγε η μικρή (δεν έδινε την απαιτούμενη προσοχή στα λεγόμενά του), για να καταλάβει τι της έλεγε για τελευταία φορά ο Άγιος Γέροντας. Της μιλούσε μισή ώρα, τρία τέταρτα! Και εκείνη, παρόλο που δεν άκουγε, τον κοίταζε προσεκτικά και χαιρόταν!
Έπαιρνε ευλογία και την χάρη του! Αυτό που κατάλαβε είναι, ότι σε μια στιγμή τής έδειξε το τέμπλο και της είπε:
«Παιδί μου, δεν βλέπεις τον Άγιο Χαράλαμπο που είναι εδώ ζωντανός (της έδειχνε και την εικόνα του Αγίου Χαραλάμπους); Σου χαμογελάει και σε ρωτάει “τι κάνεις;”»!
Ο Γέροντας Ιάκωβος εν συνεχεία βγήκε έξω, ευλόγησε και το παιδί της φίλης μας και εκείνο έγινε καλά. Μετά, ασπάσθηκε τον άντρα μου και του είπε ότι εκείνος θα φύγει, εμείς όμως θα πηγαίνουμε στο Μοναστήρι.
Όταν ήλθε ο άντρας μου, μου είπε: Να το ξέρεις, ο π. Ιάκωβος φεύγει! Σήμερα είχα την αίσθηση ότι μας αποχαιρετούσε!».
Του είπα ότι και εγώ, πριν από δέκα μέρες που πήγα στο Μοναστήρι, αυτήν την αίσθηση είχα, όταν ζητούσε να δει την κόρη μας και μου έκανε τόσο εντύπωση, γιατί θυμάμαι ότι την ημέρα της εορτής του Οσίου Δαυΐδ είχε φοβερό κρύο.
Και έλεγα, «πώς ζητάει να την δει, την στιγμή που με τέτοιο κρύο είναι δύσκολο να την έχω μαζί μου;».
Και ο Γέροντας Ιάκωβος ήθελε όντως να φύγει. Θυμάμαι που γιόρταζε και του λέγαμε «Χρόνια πολλά!» και αυτός έλεγε:
«Εγώ έχω κουραστεί. Θέλω να πάω στον Ουρανό, κοντά στον Χριστό, αλλά δεν μ’ αφήνει ο κόσμος να φύγω! Ο κόσμος έχει πολλά προβλήματα!».
Και, πράγματι, στις 21 Νοεμβρίου, την ημέρα των Εισοδίων της Θεοτόκου, ο πατήρ Ιάκωβος εισήλθε στην Βασιλεία του Θεού.
Όταν το έμαθα, δεν ήθελα να το πιστέψω. Δεν άντεχα να το δεχτώ. Τον είχα συναντήσει είκοσι μέρες πριν φύγει, και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι έφυγε αυτός ο Άγιος Γέροντας, που με στήριξε και με βοήθησε τόσο πολύ.
Και η κορούλα μου τότε έκλαψε πολύ, όταν το έμαθε. Έχασε τον ευεργέτη της, τον σωτήρα της! Εκείνον που την στήριξε, όσο κανένας άλλος άνθρωπος!