Η δύναμη ενός γεγονότος καθορίζεται από παράγοντες αντικειμενικούς, τους οποίους εμπεριέχει το ίδιο το γεγονός,
αλλά και από παράγοντες υποκειμενικούς. Οι τελευταίοι είναι εκείνοι που περιγράφουν την προσωπική οικείωση του γεγονότος από τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Οποιοδήποτε γεγονός, όσο κοσμοϊστορικό και αν είναι, ενδέχεται να παραμείνει ανενεργό αν ο ενδιαφερόμενος δεν αντιληφθή το νόημά του και δεν επιδιώξει συνειδητά να μετάσχει στη δύναμή του.
Τα παραπάνω ισχύουν και για τα έργα της Θείας Οικονομίας, παρ’ όλο που το άλλο μέρος της σχέσης είναι ο παντοδύναμος Θεός. Αυτός ο αυτοπεριορισμός της θεϊκής ισχύος,με τον οποίο, κατά παράδοξο τρόπο, οι θεϊκές πρωτοβουλίες εμφανίζονται ανίσχυρες μπροστά στην ανθρώπινη βούληση, είναι προϊόν της αξίας του προσώπου. Ο Θεός περιμένει από το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο την δική του κατάφαση εμπρός στο μυστήριο της Ενανθρωπήσεως και στο άρρητο γεγονός της Σταυρώσεως.
Κατάφαση η οποία θα εκφρασθή όχι τόσο με λόγια όσο με έργα.Οι διαπιστώσεις αυτές δυστυχώς αληθεύουν ενίοτε και για πολλά μέλη της Εκκλησίας, οι οποίοι ζούμε επαγγελλόμενοι την
ζωή του Σταυρού αλλά στην πράξη ως ξένοι προς το περιεχόμενό του. Ο απόστολος Παύλος μάς είχε προειδοποιήσει ότι κάποιοι διαθέτουν την εξωτερική μορφή της ευσέβειας αλλά έχουν πρακτικά αρνηθή τη δύναμή της (Β΄ Τιμ. 3: 5). Ο τίτλος που μου δόθηκε, όχι τυχαία, επαναλαμβάνει την λέξη ‘δύναμη’. Ο Σταυρός αποτελεί δύναμη με πολλά ενεργήματα και προεκτάσεις, αρκεί ο πιστός να μην ενδιαφέρεται μόνο για την επιφάνεια.
Έχουν γραφτή πολλά για την πνευματική ζωή σύμφωνα με το πνεύμα του Σταυρού και της Ανάστασης. Στην εποχή μας η αφθονία των πηγών και βοηθημάτων, καθώς και των κηρυκτικών και κατηχητικών ευκαιριών, που μας πληροφορούν για την σταυροαναστάσιμη ζωή του Χριστιανού, μάς έχει εφοδιάσει με πληθώρα πνευματικών καθοδηγητικών συμβουλών. Σταυρός και θυσιαστική αγάπη έχουν γίνει συνώνυμα και το ένα ανακαλεί συνειρμικά το άλλο.
Αν επαναλάβω όσα είναι ήδη γνωστά,κινδυνεύω να σας προκαλέσω πλήξη. Θα προσπαθήσω να εκφράσω ορισμένες προσωπικές παρατηρήσεις, διανθισμένες με ψυχολογικούς στοχασμούς, σχετικά με την ποικιλία των ανθρωπίνων στάσεων γύρω από το γεγονός του Σταυρού.
Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μιλώντας για την εναρμόνιση μυστηριακής ζωής και ανθρώπινης προαίρεσης, γράφει: «Είναι ανάγκη να κοινωνούμε και στην γνώμη με Αυτόν του οποίου κοινωνούμε το Αίμα». Η προγραμματική αυτή τοποθέτηση αίρει την πόλωση μεταξύ ευχαριστίας και άσκησης, αφού καθιστά την δεύτερη προϋπόθεση της πρώτης αλλά και φανέρωσή της. Ο πιστός, από ευγνωμοσύνη προς εκείνον ο Οποίος δέχτηκε να συνδέσει τη δική Του άκτιστη φύση με την κτιστή ανθρώπινη, πασχίζει να αποκτήσει ‘νουν Χριστού’ (Α΄ Κορ. 2: 16), να μιμηθή δηλαδή όσες το δυνατόν περισσότερες πλευρές της ζωής του Σωτήρα του. Έτσι λοιπόν, ορθά πάλι ο τίτλος συνδέει τη δύναμη του γεγονότος του Σταυρού με την μίμηση του Χριστού.
Οι Πατέρες μάς έχουν διδάξει ότι με δύο τρόπους εισέρχεται ο σταυρός στη ζωή μας: τον ακούσιο και τον εκούσιο. Ακούσιος είναι ο σταυρός όταν μας επισκέπτεται με τη μορφή των ποικίλων
αθελήτων συμφορών. Εκούσιος είναι όταν συνίσταται σε θεληματική μίμηση του σταυρικού ήθους, δηλαδή του τρόπου
ζωής του Εσταυρωμένου Χριστού.
Σχηματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι καλύπτει τα πεδία της άσκησης και της αγάπης, δηλαδή όταν ασκούμε την αγάπη και όταν αγαπούμε την άσκηση.
Ευκαιρίες έκφρασης αυτής της μίμησης αποτελούν οι ποικίλες πτυχές της ζωής των συνανθρώπων μας. Ειδικά για τον κληρικό το θυσιαστικό ήθος συνιστά την πεμπτουσία της ύπαρξής του, το περιεχόμενο της ιερατικής του διακονίας.