Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν θέλει μόνο να ελέγχει μια τεράστια έκταση της Συρίας, κατά μήκος των τουρκικών συνόρων. Οπως δηλώνει, αυτό που επιθυμεί πραγματικά είναι η πυρηνική βόμβα.
Γράφουν οι DAVID E. SANGER, WILLIAM J. BROAD / THE NEW YORK TIMES
Τη φιλοδοξία του, ομολογουμένως, δεν προσπάθησε να την κρύψει. Λίγες εβδομάδες πριν από την επίθεση κατά των Κούρδων της Συρίας, o Τούρκος πρόεδρος είχε δηλώσει: «Κάποια κράτη διαθέτουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές. Η Δύση επιμένει ότι δεν πρέπει να αποκτήσουμε τέτοια όπλα. Αυτό δεν μπορώ να το δεχθώ». Σήμερα που η Τουρκία βρίσκεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τους νατοϊκούς συμμάχους της, αφού κατάφερε να εισβάλει στη Συρία χωρίς αντίποινα, η απειλή του Ερντογάν αποκτά νέα σημασία. Αφού οι ΗΠΑ δεν κατάφεραν να τον απoτρέψουν από την επίθεση εναντίον των Κούρδων συμμάχων τους, πώς μπορούν να τον εμποδίσουν από την κατασκευή πυρηνικών όπλων ή την ανάπτυξη της απαραίτητης τεχνολογίας, όπως έπραξε το Ιράν;
Η αλήθεια είναι ότι ήδη η Τουρκία διαθέτει τα απαραίτητα για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας: αποθέματα ουρανίου και ερευνητικούς αντιδραστήρες και, φυσικά, μυστηριώδεις διασυνδέσεις με τον πιο διάσημο «μαυραγορίτη» του πυρηνικού κόσμου, τον πυρηνικό φυσικό Αμπντούλ Καντίρ Χαν από το Πακιστάν. Ηδη η Αγκυρα κατασκευάζει με ρωσική βοήθεια τον πρώτο μεγάλο πυρηνικό αντιδραστήρα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Σίγουρα αυτό προκαλεί ανησυχίες, αφού ο Τούρκος πρόεδρος δεν έχει αποκαλύψει πώς θα διαχειριστεί τα πυρηνικά απόβλητα, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα καύσιμα για ένα όπλο.
Oι ειδικοί πιστεύουν ότι θα πρέπει να περάσουν χρόνια μέχρις ότου ο Τούρκος πρόεδρος υλοποιήσει τη φιλοδοξία του και αποκτήσει πυρηνική βόμβα. Εκτός, βεβαίως, και αν επιλέξει να αγοράσει μία. Τότε όμως ο κίνδυνος που θα διέτρεχε θα ήταν σημαντικός.
Αυτό που είναι σήμερα σαφές είναι ότι η Τουρκία βρήκε έναν εταίρο στην ανάπτυξη του πυρηνικού της προγράμματος: τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Το 2018 ο Πούτιν επισκέφθηκε την Τουρκία προκειμένου να υπογράψει επισήμως την έναρξη των εργασιών για την κατασκευή ενός πυρηνικού εργοστασίου, αξίας 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων, του Ακούγιου στη Μερσίνη, στα τουρκικά παράλια της Μεσογείου. Εν μέρει, τα κίνητρα της Ρωσίας είναι οικονομικά. Η κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων είναι από τις πιο επικερδείς εξαγωγικές δραστηριότητες της Ρωσίας. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, εξυπηρετεί και έναν άλλο σκοπό: H κατασκευή του αντιδραστήρα τοποθετεί την Τουρκία, ένα μέλος του ΝΑΤΟ, στη ρωσική σφαίρα επιρροής καθώς εξαρτάται από την τεχνολογία της.
«Ο Ερντογάν απευθύνεται με την πυρηνική ρητορική του σε ένα εγχώριο αντιαμερικανικό ακροατήριο, αλλά είναι εξαιρετικά απίθανο να επιδιώξει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα», λέει η Τζέσικα Σ. Βάρνουμ, ειδική στην Τουρκία στο Κέντρο Τζέιμς Μάρτιν για τις Σπουδές μη Διάδοσης Οπλων στο Μοντερέι της Καλιφόρνιας. «Το κόστος σε επίπεδο οικονομίας και φήμης για την Τουρκία θα είναι τεράστιο και θα μπορούσε να πλήξει τις τσέπες των ψηφοφόρων του Ερντογάν. Μου φαίνεται υπερβολικά τραβηγμένο για τα δεδομένα του», κατέληξε. Υπάρχει κι ένα ακόμη στοιχείο σε αυτό το αμφιλεγόμενο εκρηκτικό μείγμα: η παρουσία σχεδόν 50 αμερικανικών όπλων, αποθηκευμένων σε τουρκικό έδαφος. Οι ΗΠΑ δεν είχαν παραδεχθεί ποτέ ανοιχτά την ύπαρξή τους μέχρι την Τετάρτη, όταν ο πρόεδρος Τραμπ έκανε ακριβώς αυτό.
Οταν ο Ερντογάν αναχαίτισε την απόπειρα πραξικοπήματος εις βάρος του τον Ιούλιο του 2016, η κυβέρνηση Ομπάμα εκπόνησε σιωπηρά ένα σχέδιο για την απομάκρυνση των όπλων από το Ιντσιρλίκ, σύμφωνα με πρώην κυβερνητικούς αξιωματούχους. Το σχέδιο αυτό όμως ουδέποτε εφαρμόστηκε, εν μέρει επειδή η απομάκρυνση των αμερικανικών όπλων στην καλύτερη περίπτωση θα υπονόμευε τη συμμαχία και ίσως έδινε στον Ερντογάν τη δικαιολογία να δημιουργήσει το δικό του οπλοστάσιο.