Ο 85χρονος σήμερα πρώην μαιευτήρας Εντουάρντο Βέλα είναι το πρόσωπο-κλειδί του δικτύου μέσω του οποίου χιλιάδες παιδιά χωρίστηκαν από τους γονείς τους- συχνά κομμουνιστές ή αναρχικούς- στη διάρκεια της δικτατορίας του Φράνκο, στην Ισπανία, και δίνονταν σε ανάδοχες οικογένειες φίλα προσκείμενες στο καθεστώς.
Ο άνδρας διηύθυνε για 20 χρόνια, έως το 1982, την κλινική Σαν Ραμόν στη Μαδρίτη. Συχνά με τη συνενοχή της Καθολικής Εκκλησίας, τα νεογνά αμέσως μετά τον τοκετό κηρύσσονταν νεκρά, χωρίς όμως να παρέχονται αποδεικτικά στοιχεία στους γονείς, και δίνονταν για υιοθεσία σε άτεκνα ζευγάρια, κατά προτίμηση σε εκείνα που υποστήριζαν το «εθνικο-καθολικό» καθεστώς.
Η δίκη γι΄αυτή την τραγωδία των «κλεμμένων μωρών» επαναλαμβάνεται σήμερα. Είχε αρχίσει στις 26 Ιουνίου, την επομένη όμως αναβλήθηκε καθώς ο κατηγορούμενος Βέλα μεταφέρθηκε στα επείγοντα περιστατικά.
«Ελπίζουμε ότι θα είναι η τελευταία ημέρα της ακρόασης πριν από την καταδίκη», δήλωσε στους δημοσιογράφους η 49χρονη Ινές Μαντριγκάλ, η οποία κατήγγειλε τον Βέλα ότι την χώρισε από τη βιολογική της μητέρα και πλαστογράφησε το πιστοποιητικό γέννησής της τον Ιούνιο του 1969.
Ενώ το σκάνδαλο καταγγέλθηκε για πρώτη φορά στον Τύπο το 1982, ο Εντουάρντο Βέλα, τον οποίο είχαν κατηγορήσει πολύ πριν τα μέσα ενημέρωσης και οι ενώσεις των θυμάτων, είναι ο πρώτος που θα καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου χάρη στις μαρτυρία της μητέρας που υιοθέτησε την Μαντριγκάλ, η οποία πλέον έχει φύγει από τη ζωή. Η θετή μητέρα της Μαντριγκάλ, η οποία δεν μπορούσε να κάνει παιδιά, διηγήθηκε ότι ο Βέλα της είχε προτείνει να προσποιηθεί ότι είναι έγκυος, να της δώσει ένα μωρό και να την δηλώσει ως βιολογική του μητέρα.
Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Εντουάρντο Βέλα παραδέχτηκε ότι υπέγραψε «χωρίς να κοιτάξει» το ιατρικό αρχείο και ότι είχε παραστεί στη γέννα. Στη συνέχεια όμως έκανε πίσω, υποστηρίζοντας ότι δεν αναγνωρίζει την υπογραφή του.
Στη δίκη που επαναλαμβάνεται σήμερα, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, έχει προγραμματιστεί να καταθέσουν έξι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένου ενός δημοσιογράφου από το γαλλικό τηλεοπτικό κανάλι France 2, ο οποίος κατέγραψε με κρυφή κάμερα την εξομολόγηση του Βέλα ότι πρόσφερε το νεογνό ως «δώρο». Σύμφωνα με μια δικαστική πηγή, θα καταθέσει μέσω τηλεδιάσκεψης. Στην δίκη του Βέλα ο εισαγγελέας ζήτησε ποινή φυλάκισης 11 χρόνια.
Νομικοί ειδικοί επί του θέματος υποστηρίζουν ότι αυτή η δίκη «μπορεί να βοηθήσει τα θύματα» και να τα ενθαρρύνει να προσφύγουν στη δικαιοσύνη, καθώς εκτιμούν ότι υπάρχουν «δεκάδες γιατροί και μοναχές ένοχοι σε όλη την Ισπανία» που ζουν ακόμα. Ωστόσο, παρά τη μεγάλη δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση, δεν καταγράφηκαν πάνω από 2.000 καταγγελίες που υπέβαλαν ενώσεις, συχνά εξαιτίας παραγραφής των γεγονότων.
Η πρακτική της «κλοπής μωρών» παρουσιάσθηκε στη διάρκεια της καταστολής που ακολούθησε τον εμφύλιο πόλεμο (1936-1939). Τα παιδιά απομακρύνθηκαν από τους γονείς τους που κατηγορούνταν ότι μεταδίδουν το «γονίδιο» του μαρξισμού. Στη συνέχεια, από τη δεκαετία του 1950, στοχοποιήθηκαν τα παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου, σε φτωχές ή πολύ μεγάλες οικογένειες. Το δίκτυο συνέχισε τη δράση του και μετά την επανόρθωση της δημοκρατίας, τουλάχιστον μέχρι το 1987, αυτή τη φορά με στόχο τα χρήματα.
Το ίδιο φαινόμενο επαναλήφθηκε και στην Αργεντινή κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1976-1983), όταν περίπου 500 νεογέννητα εκλάπησαν από τις κρατούμενες μητέρες τους και δόθηκαν για υιοθεσία σε οικογένειες που υποστήριζαν το καθεστώς.