[Πλούταρχος, Ελληνικά αίτια 40]
Ο Ελιεύς, γιος του Κηφισού, και η Σκιάς είχαν έναν γιο, τον Εύνοστο, ο οποίος λέγεται ότι πήρε αυτό το όνομα, επειδή τον μεγάλωσε μια νύμφη, η Ευνόστη. Δεν ήταν μόνο όμορφος και δίκαιος, αλλά στον ίδιο βαθμό σοβαρός και σώφρων άνθρωπος. Λένε ότι τον ερωτεύτηκε η Όχνα, μια από τις θυγατέρες του Κολωνού, η οποία ήταν ξαδέρφη του. Όταν εκείνη προσπάθησε να τον αποπλανήσει, ο Εύνοστος την απέρριψε και λοιδορώντας την ξεκίνησε να πάει στ’ αδέρφια της, για να την κατηγορήσει. Όμως η κοπέλα τον πρόφθασε και τον κατήγγειλε με τις ίδιες κατηγορίες, εξερεθίζοντας τους αδελφούς της Έχεμο, Λέοντα και Βουκόλο να σκοτώσουν τον Εύνοστο, επειδή τάχα συνευρέθηκε μαζί της με τη βία. Εκείνοι, λοιπόν, έστησαν ενέδρα και σκότωσαν τον νεαρό. Ο Ελιεύς, όμως, τους συνέλαβε. Η Όχνα, μεταμελημένη και γεμάτη ταραχή, αφού από τη μια ήθελε να λυτρώσει τον εαυτό της από την λύπη του έρωτα, ενώ από την άλλη στεναχωριόταν για τους αδερφούς της, αποκάλυψε στον Ελιέα όλη την αλήθεια κι εκείνος με τη σειρά του στον Κολωνό. Ο Κολωνός τους δίκασε και τα αδέρφια της Όχνας έφυγαν εξόριστα από τη χώρα, ενώ η ίδια έριξε τον εαυτό της σε έναν γκρεμό, όπως ιστορεί η Μύρτις από την Ανθηδόνα, λυρική ποιήτρια.[i] Το ηρώο και το άλσος του Ευνόστου οι Ταναγραίοι το φύλαγαν άβατο και απροσπέλαστο για τις γυναίκες σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολλές φορές, όταν συνέβαινε κάποιος σεισμός, ξηρασία ή ουράνιο σημάδι, να ερευνούν και να εξετάζουν με μεγάλη επιμέλεια, μήπως τυχόν και κάποια γυναίκα εν αγνοία της πλησίασε το μέρος. Λέγεται ότι ορισμένοι, ανάμεσά τους και ο Κλείδαμος, άνδρας επιφανής, συνάντησαν τον Εύνοστο να βαδίζει προς τη θάλασσα, για να λουστεί, επειδή μια γυναίκα είχε μπει στο τέμενος. Και ο Διοκλής,[ii] στην πραγματεία του Περί ηρώων, παραθέτει μια απόφαση των Ταναγραίων για όσα τους ανακοίνωσε ο Κλείδαμος.
[i] Από τη Σούδα θεωρείται δασκάλα και ανταγωνιστής της Κόριννας και του Πινδάρου (βλ. τα αντίστοιχα λήμματα), αλλά αυτό είναι απίθανο, αφού ο Πίνδαρος έχει το δικό του απαράμιλλο ποιητικό ύφος, ενώ η Κόριννα (για την οποία λεγόταν ότι ήταν επίσης δασκάλα και ανταγωνίστρια του Πινδάρου) ανήκει πιθανότατα στην Ελληνιστική Εποχή. Ο Αντίπατρος από τη Θεσσαλονίκη την ενέτασσε στον κανόνα των εννιά λυρικών ποιητριών (Παλ. ανθ. 9.26). Ο Τατιανός (adv. Graec. 33) μας πληροφορεί ότι χάλκινο άγαλμά της είχε φτιάξει ό γλύπτης Βοΐσκος. Η Ανθηδών, όπως και η Τανάγρα, βρισκόταν στη Βοιωτία, στα βόρεια παράλια. Επομένως η Μύρτις αξιοποιεί μια τοπική παράδοση, αφού και η ίδια ήταν Βοιωτή και έγραψε στη βοιωτική διάλεκτο. Δυστυχώς ποιήματά της δεν μας έχουν σωθεί.
[ii] Αρχαίος ιστορικός από την Πεπάρηθο (Σκόπελο), τέλος 3ου με αρχές 2ου αιώνα π.Χ., από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με την αρχαία ιστορία της Ρώμης (Κτίσις Ρώμης).