Η χριστιανική θρησκεία είχε αρχίσει να «εισβάλλει» για τα καλά στην ζωή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την ίδια στιγμή που ο εμφύλιος μαινόταν σε Ανατολή και Δύση. Ο Κωνσταντίνος ο Α’, που έμεινε στην ιστορία ως Μέγας Κωνσταντίνος, είχε γοητευθεί από την νέα θρησκεία.
Γνώριζε επίσης πως οι πιστοί της κρύβονταν στις κατακόμβες για να προσευχηθούν και είχαν υποστεί ανελέητους διωγμούς. Πολιτικά αλλά και ηθικά, είχε πάρει την απόφαση να σταματήσει αυτή την αντιμετώπιση, εφόσον κέρδιζε τον Μαξέντιο.
Την παραμονή της μεγάλης σύγκρουσης, ο Κωνσταντίνος είδε ένα όραμα. Έναν φωτεινό σταυρό, που σχηματιζόταν με τα ελληνικά γράμματα Χ-Ρ, με την επιγραφή «Εν τούτω νίκα». Την επόμενη μέρα θριάμβευσε επί του Μαξέντιου.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 313 μ.Χ., συναντήθηκε στα Μεδιόλανα (σημερινό Μιλάνο) με τον Αύγουστο Λικίνιο και πήραν αποφάσεις όσον αφορά στην ανεξιθρησκία και την θρησκευτική ελευθερία. Η πιο σημαντική αναφορά έγινε για τον Χριστιανισμό, ο οποίος έγινε επιτρεπτή θρησκεία και για πρώτοι φορά οι χριστιανοί πιστοί που κατοικούσαν στα εδάφη της αυτοκρατορίας μπορούσαν να ασκήσουν άφοβα και ελεύθερα τα θρησκευτικά του καθήκοντα.
Ωστόσο, οι διωγμοί συνεχίστηκαν για περίπου μια 10ετία, μέχρι που ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας κερδίζοντας τον Λικίνιο στην μάχη των ηγετών της Δύσης και της Ανατολής. Η ανεξιθρησκεία που θεσπίστηκε από το «διάταγμα των Μεδιολάνων» οδήγησε σιγά σιγά στην δημιουργία του Βυζαντίου, το «εκχριστιανισμένο ρωμαϊκό κράτος της ανατολής». Έξι χρόνια μετά την πλήρη επικράτησή του, ο Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα της αχανούς αυτοκρατορίας στην Ανατολή, σε μια πόλη που πήρε το όνομά του. Την Κωνσταντινούπολη.
Λίγο πριν πεθάνει, βαφτίστηκε χριστιανός. Από το 380 μ.Χ. ο Χριστιανισμός θα γίνει επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας και σταδιακά η ελληνική γλώσσα κέρδιζε όλο και περισσότερο έδαφος, μέχρι που έγινε επίσημη το 620 μ.Χ. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία πήρε την θέση της Ρωμαϊκής με ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο. Αυτό της «εξελληνισμένης» και της «εκχριστιανισμένης» αυτοκρατορίας. Τουλάχιστον το δεύτερο, είχε ως αφετηρία το «διάταγμα των Μεδιολάνων».