Κόλαφο για τη Τουρκία αποτελεί η έκθεση του αμερικανικού Think Tank, RAND Corporation με τίτλο “Turkey’s Nationalist Course“
Στη μελέτη της RAND γίνεται έμμεση αναφορά στις αντιδράσεις που μπορεί να προκληθούν στο εσωτερικό της Τουρκίας από τις επιλογές του Ερντογάν, αλλά και ενδεχομένως στα νέα κόμματα του πρώην υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, αλλά κυρίως αυτό του πρώην υπουργού Οικονομικών, Αλί Μπαμπατζάν, που χαίρει εκτίμησης στους κύκλους εξουσίας στην Ουάσιγκτον.
Όσον αφορά τις σχέσεις της Ρωσίας με την Τουρκία, οι αναλυτές του RAND τονίζουν το ενδεχόμενο να προκύψουν σοβαρές εντάσεις, τις οποίες υπονοείται πως θα πρέπει να είναι έτοιμες ανά πάσα στιγμή να εκμεταλλευτούν οι ΗΠΑ. Φυσικά το ζήτημα της Συρίας αυτό δείχνει καθώς η Άγκυρα θέλει την δημιουργία ενός τουρκμενικού προτεκτοράτου στην Βόρεια Συρία για να εμποδίσει την μελλοντική ίδρυση κουρδικού κρατιδίου στα σύνορά της.
Η δε αναφορά σε τουρκική επιθυμία να εξακολουθήσει να εξαρτάται από αμερικανικής προέλευσης εξοπλισμό, που σημαίνει πως ποντάρει σε μια πιθανή μελλοντική συμμετοχή στο πρόγραμμα του μαχητικού πέμπτης γενιάς F-35 Lightning II…
Η αναφορά της μελέτης στην πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία σε σχέση με τους Κούρδους, τους οποίους αποκαλούν εταίρους, ενώ τους Τούρκους “συμμάχους” δείχνει ξεκάθαρα ποιους θα στηρίξουν. Ωστόσο, οι ΗΠΑ καλούνται να βρίσκονται σε ετοιμότητα και με εναλλακτικές επιλογές, ενώπιον του ενδεχομένου προσωρινού ή μονιμότερου αποκλεισμού της πρόσβασης των δυνάμεών τους στη βάση του Ιντσιρλίκ ή/και άλλες στρατιωτικές βάσεις.
Η μελέτη που καλύπτει την προσεχή δεκαετία για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, επισημαίνει τη σημασία της χώρας για την αμερικανική πολιτική στο σταυροδρόμι τριών γεωγραφικών περιοχών ενδιαφέροντος για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αποκαλώντας την “κλειδί” της στρατηγικής για την περιοχή της Ευρασίας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Δεν θέλουν οι Αμερικανοί να πάρουν ποτέ θέση απέναντι στην Τουρκία και αυτό σημαίνει πως στην Αθήνα το μόνο που θα μπορούσαν να περιμένουν σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύγκρουσης θα ήταν το πολύ μια «ουδετερότητα» (η οποία όμως λόγω των παράνομων διεκδικήσεων της Τουρκίας είναι σα να τις υποστηρίζει).
Τα βασικά ευρήματα της μελέτης της RAND
Η Τουρκία παραμένει μια πολωμένη χώρα. Υπό τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τα δημοκρατικά και πολιτικά δικαιώματα στην Τουρκία έχουν μειωθεί. Οι συνταγματικές και νομικές αλλαγές μετατρέπουν την διακυβέρνηση Ερντογάν από κοινοβουλευτικό σύστημα σε ένα αυταρχικό κράτος με ισχυρή εκτελεστική προεδρία.
Ο Ερντογάν έχει “παίξει” με εθνικιστικές, θρησκευτικές και εθνοτικές εντάσεις για να προωθήσει την πολιτική του ατζέντα, αλλά πολλοί Τούρκοι διατηρούν βαθιές ανησυχίες για τη διάβρωση της δημοκρατίας, την οικονομική αβεβαιότητα και την αποτυχία επίτευξης μιας ειρηνικής διευθέτησης του προβλήματος με τους Κούρδους.
Η Τουρκία επιχειρεί να εξισορροπήσει τις σχέσεις της με τους παραδοσιακούς συμμάχους και τους γείτονες της “Ευρασιατικής” περιφέρειας.
Η τουρκική πολιτική έναντι του Ιράν και του Ιράκ θα είναι συχνά σε αντίθεση με τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Οι διαφορετικές προτεραιότητες της Τουρκίας και των αραβικών κρατών, συν τα μεγάλα εμπόδια για τη βελτίωση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας θα περιπλέξουν την πρόοδο των περιφερειακών πρωτοβουλιών των ΗΠΑ.
Η Ρωσία και η Τουρκία υποστηρίζουν ότι διατηρούν μια στρατηγική εταιρική σχέση και έχουν κάποια συγκλίνοντα συμφέροντα, αλλά τις σχέσεις τους ταλαιπωρούν σημαντικά σημεία τριβής, ενώ υπάρχει δυναμικό που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συγκρούσεις. Η επιρροή της Τουρκίας στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία είναι πιθανό να παραμείνει περιορισμένη.
Το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην εθνική ασφάλεια της Τουρκίας, αλλά οι αμφιβολίες για τη δέσμευση της Συμμαχίας στην τουρκική ασφάλεια, αλλά και τη σημασία της Συμμαχίας στη σύγχρονη εποχή έχουν αυξηθεί. Εκτιμάται ότι η Τουρκία θα παραμείνει πρόθυμη να εργαστεί επιλεκτικά με συμμάχους, όταν αυτό υπαγορεύουν τα μεταβαλλόμενα εθνικά της συμφέροντα.
Οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν φτάσει σε χαμηλά επίπεδα. Η πρόοδος σε διάφορα μέτωπα (μετανάστευση, ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών της στην ΕΕ, αντιτρομοκρατία και το ζήτημα της Κύπρου, θα καθορίσει τη βιωσιμότητα της ενταξιακής διαδικασίας και εναλλακτικών προοπτικών των διμερών σχέσεων.
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας θα παραμείνουν ασταθείς, αλλά μπορεί να αποφευχθεί κάποια μεγάλη ρήξη.
Η Τουρκία και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να έχουν κάποια συμφέροντα συγκλίνοντα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η εξισορρόπηση της Ρωσίας και του Ιράν, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η προώθηση της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή.
Η Τουρκία εξακολουθεί να προσδίδει αξία στην αμυντική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ένοπλες δυνάμεις της επιθυμούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά με τους ομολόγους τους των ΗΠΑ και να παραμείνουν εξαρτημένοι από αμερικανικής προέλευσης στρατιωτικό εξοπλισμό.
Οι συστάσεις του RAND
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για να προστατεύσουν τις σχέσεις με την Τουρκία απέναντι στις μη επιθυμητές εξελίξεις που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια. Χρειάζονται επίσης πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να διατηρήσουν τη συνεργασία για την επιδίωξη των κοινών συμφερόντων κατά την επόμενη δεκαετία και θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση μιας αξιόπιστης στρατηγικής εταιρικής σχέσης, εάν αναδειχθεί [στην ηγεσία] μια δημοκρατική αντιπολίτευση, ώστε να αποκατασταθεί ο ρόλος της Τουρκίας ως πιο συνεργάσιμου συμμάχου σύμμαχος και αξιόπιστου περιφερειακού και παγκόσμιου εταίρου.
Η εξουδετέρωση των διαφορών στη Συρία θα απαιτήσει ταχεία και ευέλικτη διπλωματική δέσμευση των ΗΠΑ με τους Τούρκους συμμάχους και τους Κουρδικούς εταίρους και πιθανές περαιτέρω προσαρμογές της πολιτικής τους.
Οι συνεχιζόμενες στρατιωτικές δεσμεύσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις μπορούν να συμβάλουν στην εξισορρόπηση της επιρροής της Ρωσίας στην Τουρκία.
Οι αμυντικοί σχεδιαστές των ΗΠΑ πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν την προσωρινή ή μόνιμη απώλεια πρόσβασης στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ και άλλες εγκαταστάσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην Τουρκία.
Πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για την εμβάθυνση του διαλόγου μεταξύ της στρατιωτικής ηγεσίας των ΗΠΑ και της Τουρκίας και την ανασύσταση της “ομάδας άμυνας” υψηλού επιπέδου ΗΠΑ-Τουρκίας (U.S.-Turkish High-Level Defense Group), λαμβάνοντας υπόψη την αυξημένη σημασία του Τούρκου υπουργού Άμυνας [σ.σ. σε αντίθεση με το παρελθόν που κύριο ρόλο έπαιζε ο αρχηγός των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων].
Ο στρατός των ΗΠΑ θα μπορούσε να επιδιώξει να βοηθήσει την Τουρκία να αναπτύξει προγράμματα σπουδών στο νέο Πανεπιστήμιο Εθνικής Αμύνης και η Τουρκία θα μπορούσε να συνεχίσει να στέλνει αξιωματικούς σε σχολεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτά τα βήματα θα μπορούσαν να συμβάλουν στη βελτίωση των πολιτικοστρατιωτικών σχέσεων στην Τουρκία και να επηρεάσουν τη μελλοντική πορεία του στρατεύματος της Τουρκίας, με τρόπους που θα μπορούσαν να ενισχύσουν μακροπρόθεσμα τη διμερή συνεργασία και τη συνεργασία του ΝΑΤΟ με την Τουρκία.