Το 2017 φεύγει με την ήττα του Ισλαμικού Κράτους αλλά και την αποτυχία της ίδρυσης του «χαλιφάτου» του που δεν ισορροπεί με τα άλλα «μέτωπα» της Μέσης Ανατολής.
Οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις είναι μεγάλες στην περιοχή και η αλλαγή πολιτικής από τις ΗΠΑ προκαλεί τόσο ισχυρές αναταράξεις που πολλοί βλέπουν ήδη την Ουάσιγκτον σε τροχιά σύγκρουσης με την Τεχεράνη.
Η Τουρκία, εν τω μεταξύ, προσπαθεί να διατηρήσει την επιρροή της, αναζητώντας συμμάχους καθώς ανησυχεί για τα νοτιοανατολικά της σύνορα.
Η Άγκυρα, ως μέλος του ΝΑΤΟ, εξακολουθεί να διατηρεί δεσμούς με τη Δύση, όμως στο θέμα της Μέσης Ανατολής θεωρεί πως έχει άλλα συμφέροντα.
Η αντιπαράθεση που έχει ξεκινήσει η Άγκυρα με το Ισραήλ, η στήριξή της προς τους Παλαιστινίους και η αντίδραση του Ισραήλ προς τις σιιτικές ομάδες που στηρίζει η Τεχεράνη, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες για παραμονή του Μπασάρ Αλ Άσαντ στην εξουσία δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες σε αναλυτές που εκτιμούν πως η περιοχή εγκυμονεί νέες εντάσεις και συγκρούσεις στον Λίβανο και στη Συρία όπως αναφέρει και ο Ελεύθερος Τύπος.
Το μέλλον της Συρίας και ο Ρ.Τ. Ερντογάν
Βασικό θέμα που απασχολεί την Τουρκία είναι η οριστικοποίηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Σε αυτό υπάρχει σύγκλιση απόψεων με τη Ρωσία και το Ιράν, καθώς, όπως έχουν δηλώσει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ, η Αγκυρα θεωρεί ως «τρομοκράτες» τους Κούρδους της Βόρειας Συρίας (PYD, YPG) και παρακλάδι του PKK.
Ο Ερντογάν μάλιστα, έχει κατηγορήσει τις ΗΠΑ «πως τροφοδότησε τους τρομοκράτες με 3.000 φορτηγά, γεμάτα με όπλα». Βέβαια η Ουάσιγκτον δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή καθώς θεωρεί τους Κούρδους ως βασικό παράγοντα της νίκης έναντι του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.
Η Άγκυρα δεν θέλει στη Βόρεια Συρία ούτε ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος ούτε αυτόνομη περιοχή των Κούρδων καθώς τους θεωρεί απειλή για την ενότητα της Τουρκίας.
Μια πρόσφατη δήλωση του Άσαντ πως οι «Κούρδοι της Συρίας που διαθέτουν όπλα και εξοπλίζονται με όπλα από τις ΗΠΑ είναι προδότες», δείχνει πως η Άγκυρα και η Δαμασκός συγκλίνουν σε κάποιες θέσεις σχετικά με το μέλλον της μεταπολεμικής Συρίας. Αυτή δε, η σύγκλιση γίνεται μέσω της Ρωσίας που παίζει βασικό ρόλο στην περιοχή.
Ισραήλ και Τουρκία
Στο παρελθόν η τουρκική εξωτερική πολιτική είχε ως στόχο την ανατροπή του «δικτάτορα, σφαγέα Άσαντ», όπως τον χαρακτήριζε ο πρόεδρος της Τουρκίας. Τώρα πια στην Άγκυρα δεν ακούγονται τέτοιες δηλώσεις. Δαμασκός και Συρία έχουν άλλον έναν κοινό εχθρό, το Ισραήλ.
Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τις ΗΠΑ έχει δώσει την ευκαιρία για να δημιουργηθεί ένα νέο αφήγημα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, που επιστρέφει στο δόγμα του 2010.
Τότε, έστελνε το πλοίο «Μαβί Μαρμαρά» για να παραβιάσει τον αποκλεισμό της Γάζας που είχαν επιβάλει οι Ισραηλινοί.
Οι σχέσεις των δυο πλευρών αποκαταστάθηκαν μερικώς μετά τη συγγνώμη που είχε ζητήσει ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τις αποζημιώσεις που είχαν καταβληθεί στα θύματα της επίθεσης των ισραηλινών κομάντος.
Η Άγκυρα όμως τότε είχε εστιάσει την προσοχή της στην ανατροπή του προέδρου της Συρίας, Άσαντ.
Τώρα που αλλάζει πάλι το τουρκικό δόγμα, επιστρέφει στο στόχο να φανεί ως η χώρα που ζητά τα δικαιώματα των μουσουλμάνων. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ερντογάν συγκάλεσε τη σύνοδο του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας και ζήτησε την αναγνώριση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας της Παλαιστινιακής Αρχής.
Παράλληλα, ο Τούρκος πρόεδρος χαρακτήρισε το Ισραήλ ως «κράτος τρομοκράτη».
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς τον τρόπο της αντίδρασης του Τελ Αβίβ σε αυτή τη νέα κατάσταση που δημιουργείται, όμως το Ισραήλ είναι αποφασισμένο να απαντήσει σε κάθε γεγονός που θεωρεί ως απειλή.
Βασικός στόχος του Τελ Αβίβ είναι να παρεμποδίσει τους χερσαίους διαδρόμους που ετοιμάζει το Ιράν μέσω του Ιράκ και της Συρίας για να τροφοδοτεί με όπλα τους άνδρες της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, στη Συρία και στην Παλαιστίνη.
Το Ισραήλ θεωρεί πως η Τεχεράνη, μέσω της σιιτικής Χεζμπολάχ, επιχειρεί να οργανώσει χερσαίες, αεροπορικές και ναυτικές βάσεις στη Συρία με σκοπό να πολεμήσει και να καταστρέψει τη χώρα.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου επισκέφθηκε την έδρα της Ε.Ε. και το Παρίσι, σε μια «επιφανειακή» αναζήτηση συμμάχων. Κατηγόρησε την Ευρώπη για δύο μέτρα και δύο σταθμά, λέγοντας ότι «πολλές χώρες καταδικάζουν την απόφαση Τραμπ αλλά όχι τις παλαιστινιακές ρουκέτες εναντίον του Ισραήλ».
Το κουρδικό κράτος
«Στην Ευρώπη μπορεί να γίνονται πολλά δημοψηφίσματα, όμως στη Μέση Ανατολή αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν αν δεν ρωτήσεις τις μεγάλες χώρες της περιοχής», δήλωνε έμπειρος Τούρκος διπλωμάτης σχολιάζοντας την απόφαση του προέδρου των Κούρδων του Βορείου Ιράκ Μασούντ Μπαρζανί για δημοψήφισμα με στόχο την ανεξαρτησία του Κουρδιστάν.
Το Ιράν αντέδρασε άμεσα, κλείνοντας τα σύνορά του. Η Τουρκία απείλησε με κυρώσεις και σταμάτησε τις πτήσεις για το Αρμπἰλ.
Άμεση ήταν και η αντίδραση της κεντρικής κυβέρνησης του Ιράκ. Το δημοψήφισμα διεξήχθη, όμως η Βαγδάτη, με τη βοήθεια Ιρανών παραστρατιωτικών, κατέλαβε το Κιρκούκ με τις πλούσιες πετρελαιοπηγές.
Οι Κούρδοι έχασαν όσα εδάφη είχαν καταλάβει μετά τις νίκες τους έναντι του Ισλαμικού Κράτους.
Στην προσπάθειά τους για ανεξαρτησία οι Κούρδοι είχαν τη στήριξη του Ισραήλ που θεωρούσε πως ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν θα μπορούσε να ήταν ένα προγεφύρωμα απέναντι στο Ιράν.