Back to top

Υπαπαντή του Χριστού

31/01/2019 - 18:37

Νυν απολύεις τον δούλόν σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ» (Λκ. 2. 29 32)

Tά λόγια του Αγίου Συμεών σημειώνουν το τέλος μιας μακράς περιόδου, χιλιάδων χρόνων κατά τη διάρκεια των οποίων οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς το Θεό· είχαν περάσει χιλιά δες χρόνια από τότε που ο Αδάμ είχε χύσει το πρώτο του δάκρυ, από τότε που είχε θρηνήσει για πρώτη φορά πάνω στη γη εκείνη στην οποία δεν εύρισκες πια το Θεό ανάμεσα στα πλάσματά Του.

Ολόκληρη η γη, όλο το γένος των ανθρώπων ποθούσε την ημέρα εκείνη που επιτέλους θα συναντούσε για μια ακόμη φορά το Θεό του πρόσωπο με πρόσωπο. Να λοιπόν που η μέρα εκείνη είχε φτάσει: ο Θεός έγινε άνθρωπος μέσα σε μια φάτνη στη Βηθλεέμ· ο Αιώνιος μπήκε μέσα στο χρόνο· ο Απεριχώρητος και Ατελεύτητος υπάχθηκε στους περιορισμούς της κτιστής μας κατάστασης.

Αυτός που είναι η ίδια η αγιότητα μπήκε στον κόσμο της αμαρτίας τη μέρα του βαπτίσματός Του με το να βυθιστεί στα φοβερά νερά του Ιορδάνη μέσα στα οποία οι άνθρωποι είχαν αποπλύνει τα αμαρτήματά τους· βυθίστηκε στα νερά του ποταμού σαν μέσα στα νεκρά νερά της μυθολογίας και των παραμυθιών και βγήκε φορτισμένος με τη νέκρα και τη θνητότητα των ανθρώπων τους οποίους είχε έλθει να σώσει.

Σήμερα θυμόμαστε την Υπαπαντή του Κυρίου, τη συνάντησή Του με το πρώτο πρόσωπο, εκτός από τη Μητέρα Του, το οποίο με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος Τον είχε διαισθανθεί ως Θεό. Η τραγωδία της αποστέρησης του Θεού την οποία βρίσκουμε στην Παλαιά Διαθήκη και τον ειδωλολατρικό κόσμο έχει τελειώσει· ο Κύριος είναι μαζί με το λαό Του· η πληρότητα της Θεότητας κατοικεί πάνω στη γη αυτή.

Μια νέα όμως τραγωδία αρχίζει, η πορεία του Θεανθρώπου προς το Σταυρό. Ο Χριστός γεννήθηκε στη χώρα του θανάτου και με σκοπό Του να πεθάνει. Γεννήθηκε με σκοπό Του να πεθάνει για χάρη μας. Αν προσέξατε τα αναγνώσματα της Παλαιάς Διαθήκης τα οποία διαβάζονται για τη γιορτή αυτή είναι πιθανό να καταλάβατε τους λόγους για τους οποίους θεσπίστηκε.

Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο της Εξόδου διαβάζουμε ότι ο Θεός ζήτησε από το Μωυσή την καθιέρωση του κάθε πρωτότοκου αγοριού, την προσφορά του παιδιού σαν μια θυσία σε μνήμη του γεγονότος ότι ο Ισραήλ σώθηκε από τη δουλεία των Αιγυπτίων μέσω του θανάτου όλων των πρωτοτόκων της Αιγύπτου.

Η παρουσίαση αυτή του κάθε πρωτότοκου βρέφους στο Ναό δε σήμαινε μια πλήρη αφιέρωση στο Θεό: τα παιδιά αυτά επέστρεφαν στη συνέχεια πίσω στην καθημερινή κοσμική ζωή. Η παρουσία σήμαινε την άφεσή τους στο θέλημα του Θεού, σήμαινε ότι ο Θεός είχε πάνω τους δικαίωμα ζωής και θανάτου και το γεγονός αυτό αναγνωριζόταν από το ότι οι γονείς πλήρωναν για το παιδί σαν λύτρα ένα αμνό η ένα ζεύγος περιστεριών.

Ο πρωτότοκος ήταν πραγματικά μια αιματηρή θυσία η οποία αναβαλλόταν από αιώνα σε αιώνα μέχρι τη μέρα που οδηγήθηκε στο ναό ο Μονογενής Γιος του Θεού που είχε γίνει Γιος της Παρθένου, ο «υιός του ανθρώπου». Και για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία η αιματηρή αυτή θυσία έγινε δεκτή από το Θεό παρά το γεγονός ότι το αντικατάστατο της θυσίας είχε προσφερθεί, αυτή τη μοναδική φορά ο Θεός Πατέρας δέχτηκε και τον ίδιο το θάνατο του Βρέφους.

Η θυσία έπρεπε να περιμένει τον καιρό της· πέρασαν κάπου τριάντα χρόνια από την παρουσίαση του βρέφους μέχρι το θάνατο του ώριμου Ιησού· η θυσία όμως είχε γίνει δεκτή και, όταν ήλθε ο καιρός, το βρέφος που είχε προσφερθεί από την Παρθένο Μαρία πέθανε στο Γολγοθά πάνω σ’ ένα σταυρό.

Ενώ ο Άγιος Συμεών διακήρυττε τη λύτρωση του κόσμου από τη μακραίωνη αποξένωσή του από το Θεό έδινε ταυτόχρονα και στη Θεομήτορα τη φοβερή προειδοποίηση ότι μια ρομφαία θα διαπερνούσε και τη δική της την καρδιά, ότι η θυσία που αναστελλόταν για τη στιγμή εκείνη θα φανερωνόταν κάποια μέρα σαν θεϊκή βουλή και θα αποτελούσε ένα τραγικό μονοπάτι για το Χριστό και για εκείνη (Λκ. 2. 34, 35).

Ο Χριστός ακολούθησε πραγματικά το τραγικό αυτό μονοπάτι, το μονοπάτι της ανθρώπινης και της Θείας εγκατάλειψης, την οδό προς τον Κήπο της Γεθσημανή και το θάνατο του Γολγοθά. Ο θάνατός Του ήταν μια καταπάτηση του θανάτου εφ’ όσον αναστήθηκε ζωντανός από το μνήμα. Έπειτα αναλήφθηκε με δόξα και μας έδωσε το Άγιό Του Πνεύμα και όμως ούτε και τότε δεν εξαλείφεται το σημείο του σταυρού και η τραγωδία του κόσμου δε φτάνει στο τέλος της.

Ο εγερθείς Χριστός έχει στα χέρια και στα πόδια Του τα σημάδια από τα καρφιά, στην πλευρά την ουλή από τη λόγχη και στο μέτωπό Του τα σημάδια από την κορώνα την οποία Του είχαν φορέσει κοροϊδευτικά, το στεφάνι που αντί να είναι βασιλικό είχε γίνει από αγκάθια.

Γινόμαστε κι εμείς μέτοχοι της σταυρικής αυτής οδού: ο καθένας από μας παρουσιάστηκε στην εκκλησία ύστερα από το Βάπτισμά του· τότε διαβάστηκαν προσευχές για τις μητέρες μας και για μας και η εκκλησία επικαλέστηκε τον Κύριο, τον Προστάτη των νηπίων που είχε ο ίδιος κρατηθεί στις αγκάλες του Αγ. Συμεών, ζητώντας έλεος και συμπαράσταση.

Αυτό έγινε κατ’ εικόνα της παρουσίασης του Χριστού· πριν από αυτό είχαμε βαπτιστεί και το Βάπτισμα σύμφωνα με τον Απ. Παύλο (Ρωμ. 6. 3 11) και την πίστη της Εκκλησίας είναι μια καταβύθιση στο θάνατο του Χριστού ώστε να τον κάνει δικό μας θάνατο, με τον ίδιο τρόπο που η Ανάστασή Του γίνεται δική μας ανάσταση.

Εμείς λοιπόν που έχουμε πεθάνει με το θάνατο του Χριστού και εγερθεί με την Ανάστασή Του οδηγούμαστε στο ναό όπως είχε οδηγηθεί κι Εκείνος, αιώνιοι και εν τούτοις υποκείμενοι στην τραγωδία του χρόνου, ζωντανοί αλλά προορισμένοι για το θάνατο. Ο Χριστός ήταν ζωντανός στην αιώνια θεότητά Του και την αθάνατη ανθρώπινη σάρκα Του, όμως δέχτηκε το θάνατο της σάρκας Του για να κοινωνήσει σε όλα με τη δική μας αμαρτωλή σάρκα. Με παρόμοιο τρόπο ύστερα από τη συνανάστασή μας μαζί Του ο Χριστός μας αποστέλλει – όπως προηγουμένως ο Πατέρας είχε στείλει Εκείνον – στη σφαίρα της αμαρτίας για να σηκώσουμε στα σώματα, τις ψυχές και ολόκληρη την ύπαρξή μας το σταυρό του κόσμου ο οποίος έχει πέσει και εξαγοραστεί αλλά που δεν έχει απολυτρωθεί ακό μα.

Σύμφωνα με τα λόγια του Απ. Παύλου καλούμαστε να ανταναπληρώσουμε στα σώματά μας τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού (Κολ. 1. 24) – κι επειδή είμαστε το Σώμα του Χριστού, επειδή είμαστε ένα μαζί Του, η τραγωδία την οποία ο ερχομός Του απάλειψε από την Παλαιά Διαθήκη και τον κόσμο της αρχαιότητας και η οποία έγινε κατόπιν η δική Του τραγωδία συνεχίζεται μέσα σ’ εμάς σε όλους τους αιώνες.

Ο Πατριάρχης Αλέξιος (1877 1970. Έγινε Πατριάρχης Μόσχας το 1945) είχε πει μια φορά ότι η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού το οποίο, ενώ συνεχώς οι άνθρωποι απορρίπτουν, σταυρώνεται κατά τη διάρκεια των αιώνων για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτός είναι ο δρόμος της Εκκλησίας, αυτός είναι ο δικός μας ο δρόμος, αυτό είναι το μήνυμα το οποίο μας φέρνει η ένδοξη μα τρομακτική αυτή γιορτή της Υπαπαντής του Κυρίου από το δίκαιο Συμεών.

Πλησιάζουμε στις εβδομάδες εκείνες οι οποίες μας προπαρασκευάζουν για την Τεσσαρακοστή, την Αγία Εβδομάδα και την Ανάσταση· είμαστε ήδη κοινωνοί του Θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού και όμως οφείλουμε ξανά και ξανά να ακολουθήσουμε το μονοπάτι· αυτό της ζωής του Χριστού και της Εκκλησίας και να το κάνουμε τρόπο ζωής μας πάντοτε, έξω από την Εκκλησία, όπου και αν συμβεί να βρεθούμε: είμαστε το σταυρωμένο Σώμα του Χριστού το οποίο προσφέρεται από το Θεό, το οποίο πέρα κι απ’ αυτό, καθ’ ομοίωση του Χριστού, προσφέρει το ίδιο τον εαυτό του για τη σωτηρία του κόσμου.

Πηγή: (†)Αντωνίου Bloom, Ημέρα Κυρίου, εκδ. Ακρίτας.