Back to top

Τι έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος για τον αδελφό του και τα παιδικά του χρόνια

16/05/2018 - 14:18

Ο Γέροντας Παϊσιος, παιδί ακόμα είχε αποφασίσει πως θέλει να ακολουθήσει τον δρόμο του Θεού....

Διαβάστε τι έγραψε ο ίδιος για τα παιδικά του χρόνια (στη φωτο σε ηλικία 11 χρόνων).

«Από ένδεκα χρονών διάβαζα βίους Αγίων και έκανα νηστείες και αγρυπνίες. Ο αδελφός μου ο μεγαλύτερος έπαιρνε και έκρυβε τους βίους. Δεν κατάφερε τίποτε. Πήγαινα στο δάσος και συνέχιζα. Κάποιος φίλος του τότε, ο Κώστας, του είπε: «Θα σου τον κάνω να τα παρατήσει όλα».

Ήρθε και μου ανέπτυξε την θεωρία του Δαρβίνου. Κλονίστηκα τότε και είπα: «Θα πάω να προσευχηθώ, και, αν ο Χριστός είναι Θεός, θα μου παρουσιαστεί να πιστέψω. Μία σκιά, μια φωνή, κάτι θα μου δείξει». Τόσο μούκοβε. Πήγα και άρχισα μετάνοιες και προσευχή για ώρες, αλλά τίποτε. Στο τέλος τσακισμένος σταμάτησα.

Mου  ήρθε τότε στην σκέψη κάτι που μου είχε πει ο Κώστας: «Παραδέχομαι ότι ο Χριστός είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος, δίκαιος, ενάρετος, τον οποίο μίσησαν από φθόνο για την αρετή του και τον καταδίκασαν οι συμπατριώτες του». Τότε είπα: «Αφού είναι τέτοιος, και άνθρωπος να ήταν, αξίζει να τον αγαπήσω, να τον υπακούσω και να θυσιασθώ γι Αυτόν. Δεν θέλω ούτε παράδεισο, ούτε τίποτε. Για την αγιότητά του και την καλοσύνη του αξίζει κάθε θυσία». (Καλός λογισμός και φιλότιμο).

Ο Θεός περίμενε την αντιμετώπισή μου. Ύστερα από αυτό παρουσιάσθηκε ο ίδιος ο Χριστός μέσα σε άφθονο φως. Φαινόταν από την μέση και πάνω. Με κοίταξε με πολλή αγάπη και μου είπε:

«Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή.Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται».

Τα λόγια αυτά ήταν γραμμένα και στο Ευαγγέλιο που κρατούσε ανοικτό στο αριστερό χέρι Του».

Το γεγονός αυτό διέλυσε στον δεκαπενταετή Αρσένιο τους λογισμούς αμφιβολίας, που τάραζαν την παιδική του ψυχή, και γνώρισε με την χάρη του Θεού τον Χριστό ως Θεό αληθινό και Σωτήρα του κόσμου. Βεβαιώθηκε για τον Θεάνθρωπο, όχι από άνθρωπο ή από βιβλία, αλλά από τον ίδιο τον Κύριο, που του αποκαλύφθηκε και μάλιστα σε τέτοια ηλικία. Στερεωμένος πλέον στην πίστη μονολογούσε:

«Κώστα, άμα θέλεις τώρα, έλα να συζητήσουμε».