Αυτή την περίοδο οι Χριστιανοί, απ' τα πρώτα χρόνια, δεν τελούσαν την Θεία Λειτουργία, ήθελαν όμως να κοινωνούν καθημερινά το Σώμα και το Αίμα του αγαπημένου Χριστού. Κρατούσαν λοιπόν μέρος των Τιμίων Δώρων που αγιάζονταν στην κυριακάτικη Θεία Λειτουργία και κοινωνούσαν απ' αυτά μόνοι τους τις υπόλοιπες ημέρες.
Για
για να πλαισιωθεί λοιπόν εκκλησιαστικά η ανάγκη των πιστών και τη Σαρακοστή να λαμβάνουν πιο τακτικά την Θεία Κοινωνία, διαμορφώθηκε μιαεσπερινή ακολουθία που περιλαμβάνει πολλούς ψαλμούς, ύμνους και δεήσεις. Αυτή η ακολουθία ονομάστηκε Προηγιασμένη.Τελείται μέχρι σήμερα συνήθως τις Τετάρτες και Παρασκευές όλης της Σαρακοστής.
Πρόκειται για ακολουθία συνδεδεμένη με τον εσπερινό, όπως δείχνει και το τυπικό της. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε πολλούς ναούς αυτή η Θεία Λειτουργία γίνεται το βράδυ.
Ονομάστηκε "Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων" γιατί τα Τίμια Δώρα, ο Άρτος και ο Οίνος, έχουν προ-αγιαστεί κατά την προηγηθείσα θεία Λειτουργία της Κυριακής, είναι πλέον Σώμα και Αίμα Χριστού, και απλώς προσφέρονται προς μετάληψη στους πιστούς.
Συνήθως, κάθε Κυριακή του υπόλοιπου έτους, ο Ιερέας κόπτει από το πρόσφορο τον λεγόμενο «Αμνόν», δηλαδή το τετράγωνο εκείνο τεμάχιο της σφραγίδας που γράφει ΙΣ-ΧΣ ΝΙ-ΚΑ, και το τοποθετεί επάνω στο ιερό Δισκάριο. Μετ' ολίγο, κατά τη στιγμή του «Σε υμνούμεν...», το τεμάχιον αυτό του άρτου θα μεταβληθεί δια της ευλογίας του Ιερέως σε αυτό τούτο το Σώμα του Κυρίου, όπως και ο οίνος, που είναι στο ιερό Ποτήριο, θα μεταβληθεί και αυτός σε αυτό τούτο το Αίμα του Κυρίου.
Όταν όμως βρισκόμαστε στη πένθιμο περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, ο Ιερέας, κατά τη Θ. Λειτουργία της Κυριακής, δεν θα κόψει ένα μόνο τεμάχιο εκ της σφραγίδας του προσφόρου, ωσάν αυτό που είπαμε ανωτέρω, αλλά περισσότερα (συνήθως τρία), ανάλογα προς τον αριθμό των Λειτουργιών των Προηγιασμένων που θα τελέσει κατά την εβδομάδα.
Τα τεμάχια αυτά (που δεν κόπτονται όλα από ένα πρόσφορο, αλλ' ένα από κάθε πρόσφορο), θα τα ευλογήσει κατά την ώρα που πρέπει και αυτά θα μεταβληθούν σε Σώμα Χριστού. Από αυτά το ένα θα χρησιμοποιηθεί για τη θεία Μετάληψη της ημέρας εκείνης (Κυριακής), τα άλλα (συνήθως δύο) θα εμβαπτισθούν στο ιερό Ποτήριο, όπου το άγιο Αίμα του Κυρίου, και θα φυλαχθούν σε ειδικό κιβωτίδιο, το ιερό Αρτοφόριο, για τις Λειτουργίες των Προηγιασμένων Δώρων που θα γίνουν εντός της εβδομάδας. Κατ' αυτές τις Λειτουργίες ο Ιερέας θα προσφέρει στους πιστούς προς μετάληψη τα Προηγιασμένα αυτά Δώρα.
Η θεία λειτουργία των Προηγιασμένων είναι μια από τις ωραιότερες και κατανυκτικότερες ακολουθίες της Εκκλησίας μας.
Όπως μας παραδόθηκε διαμέσου των αιώνων, δεν πρόκειται για ατομική λειτουργία του καθενός χωριστά ούτε ως μέσο εκδηλώσεως της ευσέβειάς μας ή εξυπηρετήσεως θρησκευτικών αναγκών για τη σωτηρία μας, αλλά ως πράξη συνάξεως, ως καθολική εκδήλωση της όλης Εκκλησίας.
Η τέλεσή της κατά τις εσπερινές ώρες (εκτός από το απόγευμα της Παρασκευής, όπου έχει εισαχθεί η μεγαλοπρεπής και λαοφιλής ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας – και γι αυτό τελείται το πρωί), παρέχει θαυμάσιες ευκαιρίες για όλους, ακόμη και τους εργαζόμενους πιστούς να παρευρεθούν και να κοινωνήσουν.
Μια φωνή από τα βάθη των αιώνων, από την αρχαία ζωντανή παράδοση της Εκκλησίας. Φωνή που λέγει ότι ο πιστός δεν μπορεί να ζει τη ζωή του Χριστού αν δεν μπολιάζεται διαρκώς με την πηγή της ζωής, το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Γιατί χωρίς το Χριστό δεν πρόκειται να πετύχουμε τίποτα. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15,5).
Πρόκειται για έναν αληθινό θησαυρό της πίστεώς μας. Γι αυτό ο Ιωάννης Φουντούλης, τη χαρακτηρίζει ως την καρδιά των καθημερινών ακολουθιών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Αρχικά η θεία λειτουργία κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ετελείτο μόνον κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές. Μάλιστα τα Σάββατα ετελείτο η λειτουργία του ιερού Χρυσοστόμου, ενώ η λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου έμενε ως η επίσημη λειτουργία της Εκκλησίας και ετελείτο τις Κυριακές, την Μεγάλη Πέμπτη και το Μέγα Σάββατο.
Σύμφωνα με τον 49ο Κανόνα της εν Λαοδικεία Συνόδου (περί το 363) απαγορεύεται η τέλεση κανονικής θ. λειτουργίας κατά τις άλλες ημέρες της εβδομάδας της Σαρακοστής, γιατί αυτές ήταν ημέρες νηστείας και πένθους: «Ότι ου δει εν τη Τεσσαρακοστή άρτον προσφέρειν, ειμή εν Σάββασι και Κυριακαίς μόνον».
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά ολόκληρη η περίοδος της Μ. Τεσσαρακοστής είναι το σύμβολο του παρόντος αιώνος, γι αυτό και αποτελεί την κατεξοχήν περίοδο πνευματικού αγώνα και πένθους. Η Εκκλησία ως νύμφη, πενθεί και συμμετέχει στο εκούσιο υπέρ ημών πάθος του Νυμφίου της με αρχηγό την Υπεραγία Θεοτόκο. Έτσι π.χ. εκφράζεται στο τροπάριο, που επισφραγίζει την ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου: «Σφαγήν σου την άδικον Χριστέ, η Παρθένος βλέπουσα, οδυρομένη εβόα σοι, τέκνον γλυκύτατον…».
Γι αυτό η τέλεση της θείας λειτουργίας με τον έντονο αναστάσιμο και πασχάλιο χαρακτήρα, όπως ακριβώς περιγράψαμε παραπάνω, ήταν κάτι το ασυμβίβαστο και αταίριαστο προς τον χαρακτήρα των ημερών αυτών. Αυτό όμως δημιουργούσε ένα πρόβλημα.
Οι χριστιανοί αισθάνονταν την ανάγκη να κοινωνούν και κατά τις ενδιάμεσες ημέρες και μάλιστα την Τετάρτη και Παρασκευή. Από την ανάγκη δε αυτή προέκυψε η λειτουργία των Προηγιασμένων.
Η τέλεσή της πλέον επιβάλλεται ρητώς από τον 52ο Κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου (691): «Εν πάσαις της αγίας Τεσσαρακοστής των νηστειών ημέραις παρεκτός Σαββάτου και Κυριακής και της αγίας του Ευαγγελισμού ημέρας γινέσθω η των Προηγιασμένων ιερά λειτουργία». Στο σημείο αυτό συνδέεται η ιστορία της λειτουργίας των Προηγιασμένων με τη σημερινή πράξη.
Η διαμόρφωσή της μέσα στο όλο πλαίσιο της Τεσσαρακοστής της έδωσε ένα έντονο «πενθηρό και συνεσκιασμένο» κατά τον Θεόδωρο Στουδίτη, δηλαδή κατανυκτικό χαρακτήρα.
Η καθιέρωσή της αποσκοπούσε αφ ενός στη συνέχεια της λειτουργικής εμπειρίας των πιστών στην περίοδο της νηστείας και αφ ετέρου στην κατάργηση της παλαιάς εθιμικής πράξεως του να λαμβάνουν οι πιστοί τον άρτο της ευχαριστίας και να κοινωνούν κατ ιδίαν.
Έτσι συνδέθηκε σταδιακά με τον εσπερινό, μετά από ολοήμερη νηστεία.
Κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας των Προηγιασμένων,ψάλλονται τροπάρια κατανυκτικά, οι ιερείς φορούν πένθιμα άμφια, οι πιστοί γονατίζουν μέχρις εδάφους, η αγία τράπεζα και τα τίμια δώρα είναι σκεπασμένα με μαύρα καλύμματα, οι ευχές είναι γεμάτες ταπείνωση και συντριβή, και στο ναό επικρατεί κατανυκτική ατμόσφαιρα!