Back to top

Ποιες οι διαφορές ανάμεσα στο εβραϊκό και Χριστιανικό Πάσχα;

24/04/2019 - 14:57

Το χριστιανικό Πάσχα διαφέρει από το εβραϊκό. Εως τον 4ο αιώνα μ.Χ. ο γιορτασμός του ήταν κοινός.
Διαφοροποιήθηκε ωστόσο από τους Αποστόλους το 51 μ.Χ., ενώ χριστιανοί και Εβραίοι διαχωρίστηκαν απόλυτα (σε σχέση με τη γιορτή του Πάσχα) μετά την Α’ Οικουμενική σύνοδο. Η σύνοδος αυτή επέμενε να γιορτάζουν όλοι οι Χριστιανοί μαζί (Δύσης και Ανατολής) και μάλιστα να γιορτάζουν χρονολογικά μετά το εβραϊκό Πάσχα.
Μετά την αλλαγή του ημερολογίου από τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ’, τον Οκτώβριο του 1582 και την θέσπιση του “Γρηγοριανού ημερολογίου”, σταθεροποιήθηκε η ασυμφωνία όχι μόνο μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών αλλά και μεταξύ των Χριστιανικών Εκκλησιών (Ρωμαιοκαθολικών, Προτεσταντών και Ορθοδόξων).
Στοιχεία για το γιορτασμό του Πάσχα από τους Ιουδαίους (Εβραίους) υπάρχουν στο Δευτερονόμιο, όπου ερμηνεύεται η αιτία του τρόπου του γιορτασμού τους.
Η εαρινή ισημερία για τους Εβραίους είναι η 1η Νισάν. Σύμφωνα με την Έξοδο κάθε αρχηγός οικογένειας έπαιρνε στις 10 Νισάν ένα πρόβατο αρσενικό, το οποίο θυσίαζε στις 14 Νισάν στο ναό των Ιεροσολύμων. Όσοι έμεναν έξω από την πόλη, στην επαρχία, δεν ήταν υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν αυτό το έθιμο της θυσίας του αρνιού και μπορούσαν να το αντικαταστήσουν με άλλα φαγητά.
Το αρνί που θυσιαζόταν, το έψηναν αργότερα με τον όρο να το φάνε όλο το ίδιο βράδυ. Απαγορευόταν να περισσέψει από το ψημένο αρνί για την επόμενη ημέρα. Κατά τη γιορτή, το βράδυ, οι Εβραίοι άπλωναν στο τραπέζι όλα τα φαγητά, δηλ. το αρνί, τις πικρίδες (είδος πικρών χόρτων), τα άζυμα και το βάμμα. Από όλα αυτά έτρωγαν πρώτα τις πικρίδες και προσεύχονταν. Στη συνέχεια, οι πιο γέροι της οικογένειας διηγούνταν όλη την ιστορία της δουλείας και της απελευθέρωσης από την αιγυπτιακή σκλαβιά και εξηγούσαν το συμβολισμό κάθε είδους φαγητού που βρισκόταν στο τραπέζι. Έτσι, τα άζυμα συμβόλιζαν τη βιαστική φυγή των Εβραίων, τόσο βιαστική ώστε δεν πρόλαβαν να ζυμώσουν. Επίσης οι πικρίδες συμβόλιζαν την πικρία της σκλαβιάς. Σε όλη τη διάρκεια του γιορτασμού υπήρχε ρητή απαγόρευση να φάνε ζυμωμένο ψωμί για εφτά μέρες, ενώ όλοι οι Εβραίοι φορούσαν παπούτσια οδοιπορίας, θέλοντας να συμβολίσουν τη φυγή.

Εκτός από την απελευθέρωση από την Αιγυπτιακή σκλαβιά και το πέρασμα της Ερυθράς Θάλασσας, οι Εβραίοι γιόρταζαν με το Πάσχα και την ανοιξιάτικη συγκομιδή. Γι’ αυτό όλοι οι αρχηγοί των οικογενειών έφερναν ως τάμα στο ναό των Ιεροσολύμων και ένα δεμάτι κριθαριού. Έτσι κήρυσσαν και τη γιορτή της συγκομιδής και τότε μόνον επιτρεπόταν να φάνε ζυμωμένο ψωμί.
Κατά το Πάσχα, επίσης, έδιναν χάρη σε έναν κατάδικο, συνήθεια που μάλλον εισήγαγαν οι Ρωμαίοι.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΠΑΣΧΑ
Το Χριστιανικό Πάσχα διαρκεί δύο εβδομάδες: από την Κυριακή των Βαΐων (συμβολίζει την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα) ως την Κυριακή του Θωμά.
Η πρώτη εβδομάδα ονομάζεται Μεγάλη Εβδομάδα ή Εβδομάδα των Παθών, αρχίζει με την Κυριακή των Βαΐων και λήγει το Μεγάλο Σάββατο. Όλη τη Μεγαλοβδομάδα υπάρχει συνήθεια να νηστεύουν οι χριστιανοί και να παρακολουθούν τακτικά τις εκκλησιαστικές λειτουργίες.
Η δεύτερη εβδομάδα του Πάσχα ονομάζεται Εβδομάδα του Πάσχα ή Λαμπροβδομάδα ή Λαμπρή και αρχίζει με την Κυριακή του Πάσχα. Όλες οι ήμερες που ακολουθούν θεωρούνται ημέρες χαράς και διασκέδασης (Διακαινήσιμες και η εβδομάδα ονομάζεται Διακαινησίμου).

ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
Ο προσδιορισμός της Κυριακής του Πάσχα αποτέλεσε περίπλοκο πρόβλημα για τις Εκκλησίες και προκάλεσε σφοδρές έριδες.
Η Α’ Οικουμενική σύνοδος της Νίκαιας (325) όρισε ως μέρα του Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί την εαρινή ισημερία της 21ης Μαρτίου.
Καθόρισε επίσης ότι, εφόσον η πανσέληνος είναι Κυριακή, το Πάσχα θα γιορτάζεται την αμέσως επόμενη Κυριακή.
Επειδή η πρώτη μέρα της Σελήνης τοποθετείται μεταξύ 8ης Μαρτίου και 5ης Απριλίου, το Πάσχα μπορεί να πέσει στο διάστημα μεταξύ 22ας Μαρτίου και 25ης Απριλίου.
Οι ημερομηνίες αυτές υπολογίζονται με το παλαιό ημερολόγιο (Γρηγοριανό), γιατί μ’ αυτό καθορίζεται η εαρινή ισημερία. Για να βρούμε τα όρια μέσα στα οποία γιορτάζεται το Πάσχα, σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο, προσθέτουμε 13 μέρες.
Έτσι βρίσκουμε ότι οι ημερομηνίες του ορθόδοξου Πάσχα κυμαίνονται από τις 4 Απριλίου ως τις 8 Μαΐου. Επειδή για τον καθορισμό του ορθόδοξου Πάσχα η εαρινή ισημερία υπολογίζεται με βάση το παλαιό ημερολόγιο, οι παλαιοημερολογίτες και οι νεοημερολογίτες γιορτάζουν το Πάσχα την ίδια μέρα. Αντίθετα, οι ρωμαιοκαθολικοί και οι προτεστάντες καθορίζουν την εαρινή ισημερία με βάση το νέο ημερολόγιο και γι’ αυτό γιορτάζουν συνήθως το Πάσχα μια βδομάδα νωρίτερα από τους Ορθόδοξους.
Το Πάσχα συμβαίνει να γιορτάζεται ταυτόχρονα από τις Δυτικές εκκλησίες και την Ορθόδοξη, όταν η πρώτη πανσέληνος μετά την εαρινή ισημερία πέφτει μετά τις 28 Μαρτίου.
δαϊκό (Εβραικό) Πάσχα γιορτάζεται σήμερα κατά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, δηλ. μεταξύ 30 Μαρτίου και 27 Απριλίου. Παλιότερα το ιουδαϊκό Πάσχα (γνωστό ως Νομικό Πάσχα) γιορταζόταν σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο μεταξύ 3ης Απριλίου και 1ης Μαΐου.
Γιατί όμως υπάρχει αυτή η διαφορά στην ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα, αφού πρόκειται για την ίδια χριστιανική γιορτή και δεν υπάρχει καμιά δογματική ή θεολογική διαφορά στο θέμα αυτό;
Ο Χριστός και οι απόστολοι εόρταζαν το Ιουδαϊκό Πάσχα με το οποίο συνδέθηκε και ο Μυστικός Δείπνος. Επειδή οι πρώτοι χριστιανοί, όπως ήταν φυσικό, ήταν Εβραίοι, παρέλαβαν την εορτή αυτή από αυτούς και διατήρησαν το όνομα Πάσχα σε ανάμνηση της Ανάστασης του Κυρίου δηλ. “της διαβάσεως από τον θάνατον στην ζωή” και συμβολικά της “διαβάσεως από του θανάτου της αμαρτίας εις την ζωήν της αλήθειας” και ονομαζόταν σε αντιδιαστολή με το Εβραϊκό Πάσχα “Πάσχα το καινόν”.
Κατά τα πρώτα έτη του Χριστιανισμού, οι Ιουδαΐζοντες Χριστιανοί τόνιζαν στην εορτή του Πάσχα το γεγονός της σταύρωσης του Χριστού και επέμεναν να το εορτάζουν την 14η του μήνα Νισάν, μαζί με τους Εβραίους. Αυτό συνέβαινε και με τους “τεσσαρεσκαιδεκατίτες” της Μικράς Ασίας.
Αντίθετα, οι Χριστιανοί άλλων εθνών, τόνιζαν την ανάσταση του Χριστού και συνέδεσαν τον εορτασμό του Πάσχα με την αναστάσιμη ημέρα της εβδομάδας, την Κυριακή, η οποία ακολουθούσε την 14η του μήνα Νισάν, με την έννοια ότι το Χριστιανικό Πάσχα δεν ήταν δυνατόν να προηγείται ή και να συμπίπτει με το εβραϊκό Πάσχα. Μόνο οι εκκλησίες της Μικράς Ασίας επέμεναν στην Iουδαϊζουσα παράδοση, ενώ όλες οι άλλες τοπικές εκκλησίες εόρταζαν το Πάσχα μετά το Iουδαϊκό και σε ημέρα Κυριακή.
Λύση στο πρόβλημα της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα έδωσε η Α’ Οικουμενική σύνοδος που έγινε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., η οποία λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εβραίοι εόρταζαν το Πάσχα κατά την ημέρα της Πανσελήνου που γινόταν μετά την εαρινή ισημερία και επειδή ο Χριστός αναστήθηκε μετά την εορτή του εβραϊκού Πάσχα, δηλαδή μετά την εαρινή πανσέληνο, καθόρισε τον εξής κανόνα:
Το χριστιανικό Πάσχα πρέπει να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την Πανσέληνο, που θα γίνει κατά την ημέρα της εαρινής ισημερίας ή μετά από αυτήν. Αν η πανσέληνος γίνει Κυριακή τότε το Πάσχα θα εορτάζεται την επομένη Κυριακή.
Αυτό έγινε για να μην συμπίπτει ποτέ το χριστιανικό με το εβραϊκό Πάσχα. Η πανσέληνος που συμβαίνει κατά ή μετά την εαρινή ισημερία λέγεται και πανσέληνος του Πάσχα ή πασχαλινή πανσέληνος.
Η Α’ Οικουμενική σύνοδος ανέθεσε στον Πατριάρχη της Αλεξάνδρειας, πόλη στην οποία άκμαζε η αστρονομία τα χρόνια εκείνα, να φροντίσει τον καθορισμό της πανσελήνου του Πάσχα και κατ’ επέκταση την ημερομηνία του Πάσχα για όλες τις χριστιανικές εκκλησίες. Στην Αλεξάνδρεια όμως χρησιμοποιούσαν τον κύκλο του Μέτωνα για τον προσδιορισμό των μελλοντικών Πανσελήνων, σύμφωνα βέβαια και με το Ιουλιανό ημερολόγιο.