Τα 23 Τελώνια είναι 23 έλεγχοι που υφίσταται η ψυχή του ανθρώπου μετά το θάνατό του για συγκεκριμένα αμαρτήματα. Σε κάθε έλεγχο εξετάζετε η ψυχή για ένα συγκεκριμένο αμάρτημα. Αν δεν έχει υποπέσει σ’ αυτό το αμάρτημα προχωρά στο επόμενο τελώνιο και αν κατορθώσει και περάσει και το εικοστό τρίτο τελώνιο φτάνει μπροστά στην Πύλη του Παραδείσου.
Αν όμως έχει υποπέσει σ’ αυτό το αμάρτημα, τότε τα τελώνια αυτού του ελέγχου την αρπάζουν και την οδηγούν στο σκοτεινό Άδη, όπου περιμένει την Τελική Κρίση στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να οδηγηθεί τελικά στην Κόλαση.
1. το τελώνιο της κακολογίας
2. το τελώνιο της ύβρης
3. το τελώνιο του φθόνου
4. το τελώνιο του ψέματος
5. το τελώνιο του θυμού και της οργής
6. το τελώνιο της υπερηφάνειας
7. το τελώνιο της βλασφημίας
8. το τελώνιο της φλυαρίας και της ανοησίας
9. το τελώνιο του τόκου και του δόλου
10. το τελώνιο της τεμπελιάς και του ύπνου
11. το τελώνιο της φιλαργυρίας
12. το τελώνιο της μέθης
13. το τελώνιο της μνησικακίας
14. το τελώνιο της μαγείας και της μαντείας
15. το τελώνιο της λαιμαργίας
16. το τελώνιο της ειδωλολατρίας
17. το τελώνιο της ομοφυλοφιλίας
18. το τελώνιο της φιλαρέσκειας
19. το τελώνιο της μοιχείας
20. το τελώνιο του φόνου
21. το τελώνιο της κλεψιάς
22. το τελώνιο της πορνείας
23. το τελώνιο της ασπλαχνίας
Ας δούμε αναλυτικά πως περιγράφεται ο δρόμος για την Πύλη του Παραδείσου μέσα από την οπτασία του μοναχού Γρηγορίου…
Φοβερά οπτασία την οποία είδε ένας μοναχός ονομαζόμενος Γρηγόριος, ο οποίος για ένα διάστημα ήταν μαθητής του Αγίου Βασιλείου του νέου επί Βασιλέως Λέοντος σοφού κατά τον 9ον αιώνα.
Ο Άγιος Βασίλειος ο νέος ήταν πνευματικός Πατέρας του οσίου Γρηγορίου, ο οποίος είχε επίσης πολλά άλλα πνευματικά τέκνα μεταξύ των οποίων ήταν και μια ευλαβέστατη γυναίκα ονομαζόμενη Θεοδώρα η οποία υπηρετούσε τον Άγιο Βασίλειο σε όλη της τη ζωή.
Έφθασε δε ο καιρός του θανάτου της και απέθανεν εντός ολίγων ημερών. Εγώ δε (ο Γρηγόριος) ευρισκόμενος σε απορία ζητούσα να μάθω και ενοχλούσα τον Άγιο για να μου ειπεί εάν εσώθη η Θεοδώρα και που ευρίσκεται. Ο Άγιος Βασίλειος μετά τις πολλές μου ενοχλήσεις, μου είπε: «Τέκνον μου Γρηγόριε αυτή τη νύχτα πορεύομαι προς την Θεοδώρα και έλθε και συ μαζί μού για να την ιδής». Εγώ ασπάσθηκα την δεξιά του χείρα και πορεύθηκα να κοιμηθώ. Και γενόμενος σε έκσταση ευρέθηκα σε ένα ανηφορικό και στενό μέρος, και εκεί βλέπω ωραιότατα παλάτια εξαστράπτοντα και κτυπόντας την πόρτα παρουσιάσθηκαν δύο γυναίκες και μου λέγουν.
Αυτά τα παλάτια είναι του πατρός Βασιλείου ο οποίος πριν από λίγο πέρασε από εδώ και πήγε να ιδή την Θεοδώρα η οποία βρίσκεται εδώ. Ακούωντας δε η Θεοδώρα το όνομα της, έτρεξε στην πόρτα, μ’ ενηγκαλίσθη και μου λέγει: «Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε! Πως ήλθες εδώ; Μήπως απέθανες και ήρθες εδώ;» Εγώ της αποκρίθηκα: «Δεν απέθανα αλλά ευρίσκομαι ακόμη στο σώμα μου στον μάταιο εκείνο κόσμο. Οι ευχές όμως του πνευματικού μας Πατρός Βασιλείου με έφεραν εδώ να σε δω όπου πολύ επιθυμούσα και τον ενοχλούσα κάθε ημέρα για να μάθω πού ευρίσκεσαι, και εάν εσώθης. Και σε παρακαλώ να μου πής περί του χωρισμού της ψυχής από το σώμα, πόσους πόνους έχει και πως επέρασες από τα φοβερά τελώνια του αέρος, και τις εξετάσεις των πονηρών δαιμόνων. Διότι κι εγώ μέλλω εντός ολίγου και κάθε άνθρωπος στο τέλος της ζωής του να διέλθωμεν».
Και απεκρίθη η Θεοδώρα και του λέγει: «Ώ! τέκνον μου Γρηγόριε πως θα σου διηγηθώ τον φόβο και τον τρόμον εκείνης της ώρας του χωρισμού της ψυχής από του σώματος; Πως θα σου εξηγήσω τους πόνους και τις οδύνες του χωρισμού της ψυχής; Σου παριστάνω τέκνο μου να τεθή άνθρωπος γυμνός επάνω σε κάρβουνα και να διαλύεται έως ότου εξέλθει η ψυχή του.
Τόσον δριμείς και ανυπόφοροι είναι οι πόνοι του χωρισμού της ψυχής του αμαρτωλού όπως εγώ, του δε δίκαιου τέκνον μου Γρηγόριε δεν γνωρίζω». Όταν βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και ψυχομαχούσα έβλεπα γύρω μου τα πονηρά πνεύματα των δαιμόνων, άλλους μεν σαν μαύρους σκύλους, και εγαύγιζαν, άλλους δε σαν ταύρους μουγκρίζοντας και λυσσόντας στρέφοντας τα άγρια και άσχημα πρόσωπα τους κατ’ απάνω μου και με φοβέριζαν. Εγώ δε έστρεφα τα μάτια μου σε άλλο μέρος για να μην βλέπω την άσχημη μορφή τους και τον θόρυβο που έκαναν, αλλά ήταν αδύνατο, τέκνο μου Γρηγόριε να αποφύγω.
Και ενώ ήμουν σε τόσην στεναχώρια βλέπω ξαφνικά δύο νέους αστραπόμορφους με χρυσά μαλλιά, και στάθηκαν στα δεξιά του κρεβατιού μου, και ο ένας απ’ αυτούς άρχισε να φοβερίζει τους φοβερούς εκείνους δαίμονες λέγοντας: «Φύγετε παμμίαροι και αγριοπρόσωποι διότι δεν έχετε να κερδίσετε τίποτε σ’ αυτή την ψυχή». Αυτοί δε έφεραν τις αμαρτίες μου όσας εποίησα από τα νιάτα μου, είτε σε λόγια, είτε σε πράξεις και εφώναζαν όλα τ’ αμαρτήματα μου ακόμη και όσα δεν έπραξα. Εγώ δε με φόβω και τρόμω επρόσμενα το θάνατο και εξαιφνής ήλθεν ο θάνατος σαν ένας νέος χονδρός και οργισμένος, σαν λιοντάρι, φορτωμένος διάφορα εργαλεία και είπαν σ’ αυτόν οι Άγγελοι· λύσαι τις αρθρώσεις του σώματος και μην της δώσης πολλούς πόνους διότι τ’ αμαρτήματα της είναι λίγα· τότε άρχισεν από τα πόδια και έλυε τις αρθρώσεις του σώματος μου, και τότε αισθανόμουν ότι νεκρωνόταν το σώμα μου, και τελικά ο τύρρανος εκείνος γέμισε ένα ποτήρι με πικρό περιεχόμενο, μου το πότισε και ευθής εξήλθεν η ψυχή μου από το σώμα μου, τότε την παράλαβαν οι δύο Άγγελοι και εγώ θαύμαζα για τα γινόμενα, διότι δεν ήξερα ότι συμβαίνουν αυτά στον καιρό του θανάτου στον ταλαίπωρο άνθρωπον. Και οι Άγγελοι εξέταζαν τα καλά έργα που έκαμα στη ζωή μου, αν νήστευσα, αν πήγαινα εκκλησία και αν στεκόμουν με φόβο Θεού, αν τάϊσα τους πεινώντες, αν επισκέφθηκα ασθενείς, αν δεχόμουν ξένους στο σπίτι μου, αν έδωκα το καλό παράδειγμα στους άλλους, αν υπέμεινα βρισιές, αν απέφευγα όρκους, αν δεν βλασφημούσα, αν δεν καλλοπιζόμουν, και πολλά άλλα, τα εζύγισαν αυτά με τις αμαρτίες μου οι δε δαίμονες έτριζαν τα δόντια τους σε μένα και ορμούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων, και να με ρίξουν στον άχαρον Άδην.
Ξαφνικά ήλθε ο πνευματικός μου Πατέρας Βασίλειος και είπε προς τους Αγγέλους: Κύριοι μου επειδή αυτή η ψυχή με υπηρέτησε στη ζωή μου, παρακάλεσα τον Κύριον να την συγχωρέσει και να τη σώσει από τα χέρια των δαιμόνων, και οι Άγγελοι πετώντας αμέσως ανεβαίναμε στον ουρανό ανατολικά, και ανεβαίνοντας συναντήσαμε:
1. Το τελώνιο της καταλαλιάς
Εδώ υπήρχε μια σύναξις μαύρων, και μας σταμάτησαν, και λυσσόντας σαν σκύλοι ζητούσαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων. Και μάρτυς μου ο Κύριος τέκνον μου Γρηγόριε, μου φανέρωσαν όσους κατέκρινα στη ζωή μου και όχι μόνο τ’ αληθινά αλλά με συκοφαντούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα εναντίων μου. Οι δε Άγγελοι καταφρονήσαντες αυτούς, και πετώντας τις πτέρυγες τους ανεβαίναμε στον ουρανό.
2. Τελώνιο της ύβρεως
Και ανεβαίνοντας λίγο συναντήσαμε το τελώνιο της ύβρεως, και εδώ πολυαγωνιζόμενοι οι Άγγελοι, με τις ευχές του Πατρός μας Βασιλείου, αναχωρίσαμε και συνομιλούντες οι Άγγελοι έλεγαν· αληθινά μεγάλην ωφέλεια βρήκε αυτή η ψυχή από τον Άγιον Βασίλειον.
3. Τελώνιον του φθόνου
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο του φθόνου, και μη έχοντας τίποτα οι δαίμονες εναντίων μου περάσαμε ανενόχλητοι αν και έτριζαν τα δόντια τους, οι αγριοπρόσωποι εκείνοι μαύροι να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων· και έτσι περάσαμε το τελώνιο τούτο.
4. Τελώνιον του ψεύδους
Και ανεβαίνοντας, σε πολύ ύψος φθάσαμε στο τελώνιο του ψεύδους όπου εκεί πολύ πλήθος δαιμόνων με άσχημα πρόσωπα έτρεχαν κατ’ απάνω μου, κραυγάζοντας και λυσσόντας έφεραν πολλές αποδείξεις, και είχαν γραμμένα πολλές ανόητες λέξεις που έλεγα στην παιδική μου ηλικία μέχρι και τα πρόσωπα που τα έλεγα και ζητούσαν απολογία από τους Αγγέλους. Και οι Άγγελοι πληρώσαντες από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμε.
5. Το τελώνιο του θυμού και της οργής
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο του θυμού και της οργής, όπου εκεί πλήθος μαύρων λυσσόντας σαν σκύλοι δάγκωναν ο ένας τον άλλον και κατατρώγονταν αναμεταξύ τους και σαν αγριόχοιροι ορμώντας εναντίων μου, έκαμναν τα σχήματα και τα καμώματα που έκανα όταν θυμονόμουν και όταν κρατούσα έχθρα και μνησικακούν με κανένα· και εδώ πληρώνοντας από τα του Αγίου Βασιλείου αναχωρήσαμε.
6. Τελώνιον υπερηφάνειας
Και ανεβαίνοντας λίγον οι Άγγελοι φθάσαμε στο τελώνιο της υπερηφάνειας και ψάχνοντας πολλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα να με κατηγορήσουν διότι ήμουν φτωχή και περνώντας ανενόχλητοι φθάσαμε στο τελώνιο της βλασφημίας.
7. Τελώνιον της βλασφημίας
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της βλασφημίας, και αμέσως όταν μας είδαν οι δαίμονες έτρεξαν κατ’ απάνω μας τρίζοντας τα δόντια και βλασφημούντες, εγώ έτρεμα από τον φόβο μου και μου έλεγαν ότι βλασφήμησα τρεις φορές στη νεότητα μου οι δε Άγγελοι έφεραν απόδειξη ότι εξομολογήθηκα και αναχωρήσαμε αφήνοντας τους δαίμονες άπρακτους.
8. Τελώνιον της φλυαρίας και αστειολογίας
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιον της αστειολογίας και φλυαρίας και ζητούσαν οι δαίμονες να δώσω απολογία για τα αισχρόλογα, τις αστειολογίες και άσεμνα τραγούδια που έλεγα στη νεότητα μου και απορούσα πως τα θυμούνταν, ενώ εγώ από την πολυκαιρία τα ξέχασα· και πληρώνοντας οι Άγγελοι αναχωρήσαμε.
9. Τελώνιον του τόκου και δόλου
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο του τόκου και του δόλου που εξετάζει τους τοκογλύφους και δόλιους, και χωρίς να βρουν τίποτα οι δαίμονες να αποδείξουν αναχωρήσαμε.
10. Τελώνιον της οκνηρίας και του ύπνου
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της οκνηρίας όπου οι δαίμονες με εξέτασαν αν κοιμόμουν πολύ και βαριόμουν να σηκωθώ να προσευχηθώ ή να πάω στην εκκλησία ή αν μπορούσα να κάμω κανένα καλό και αμελούσα· και χωρίς να βρουν τίποτα αναχωρήσαμε ανενόχλητοι.
11. Τελώνιον της φιλαργυρίας
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της φιλαργυρίας στο οποίο υπήρχε πολύ σκοτάδι και ομίχλη· και εξετάζοντας οι δαίμονες και αφού δεν βρήκαν τίποτα επειδή ήμουν φτωχή, φύγαμε ανενόχλητοι.
12. Τελώνιον της μέθης
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της μέθης, και ορμώντας οι δαίμονες σαν λύκοι αρπακτικοί κατ’ απάνω μας, εξέταζαν το κρασί που ήπια σ’ όλη μου τη ζωή και με κατηγορούσαν ότι στο τάδε σπίτι ήπιες τόσα ποτήρια, στον τάδε γάμο μέθυσες και όσα μου έλεγαν ήσαν αληθινά· και πληρώνοντας οι Άγγελοι αναχωρήσαμε και ανεβαίνοντας οι Άγγελοι έλεγαν αναμεταξύ τους: «Μεγάλον κίνδυνον έχει η ψυχή έως ότου περάσει τα ακάθαρτα τελώνια του αέρος», και εγώ τους λέγω: «Ναι κύριοι μου, και νομίζω πως κανείς από τους ζωντανούς ανθρώπους δεν θα γνωρίζει το τι συμβαίνει μετά τον χωρισμό της ψυχής από τους δαίμονες του αέρος, και αλλοίμονο στους αμελείς το τι τους περιμένει»., και οι Άγγελοι αποκρίθηκαν και είπαν: «Οι αγίες Γραφές αναλαμβάνουν όλα αυτά, αλλά οι ταλαίπωροι άνθρωποι σκοτισμένοι από την πολυτέλεια, τροφές και ηδονές του κόσμου, τυφλώνονται και δεν πιστεύουν ότι θα πεθάνουν και δεν φροντίζουν να κάμνουν καλά έργα για την ψυχή τους· και αλλοίμονο στους αμελείς διότι τους αρπάζουν οι δαίμονες και τους ρίπτουν στον σκοτεινό Άδη μέχρι της κρίσεως οπότε θα δικασθούν και θα απολάβει ο κάθε ένας ότι έπραξε».
13. Τελώνιον της μνησικακίας
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της μνησικακίας που εξετάζει αυτούς που έχουν έχθρα, και δεν συγχωρούν τους αδελφούς τους. Και ορμώντας οι δαίμονες κατ’ απάνω μου, εξέταζαν τα κατάστιχα τους, να βρουν κανένα πταίσιμο να με αρπάξουν· και χωρίς να βρουν φώναξαν σαν λυσσασμένα σκυλιά ότι ξεχάσαμε να τα γράψουμε, και αναχωρήσαμε ανεβαίνοντας, και ρώτησα τους Αγγέλους πως γνωρίζουν οι δαίμονες τις αμαρτίες των ανθρώπων, και μου αποκρίθηκαν οι Άγγελοι: «Δεν γνωρίζεις, ότι μετά το βάπτισμα κάθε χριστιανός λαμβάνει έναν Άγγελο σαν φύλακα να τον φυλάει, και να τον οδηγεί στο καλό, και να γράφει τα καλά του έργα· ομοίως δε τον ακολουθεί και ένας διάβολος και γράφει τις κακές του πράξεις, και τις αναγγέλλει στο κάθε τελώνιο που ανήκει η αμαρτία και γι’ αυτό γνωρίζουν οι δαίμονες, και όταν η ψυχή χωρίσει από το σώμα και ανέρχεται στους ουρανούς την εξετάζουν δαίμονες σε κάθε τελώνιο και τούτο γίνεται στους ορθόδοξους χριστιανούς μόνο, στους δε απίστους και ασεβείς δεν υπάρχει καμιά εξέτασις».
14. Τελώνιον της μαγείας και γοητείας
Ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της μαγείας και γοητείας. Εδώ οι δαίμονες ήσαν σαν άγρια ζώα άλλοι είχαν μορφή σκύλου, άλλοι σαν βόδια, άλλοι σαν φίδια, με άσχημη μορφή, αλλά με θεία χάρη όταν με εξέτασαν δεν βρήκαν τίποτα, και ανεβαίνοντας ρώτησα τους Αγγέλους με τι τρόπον μπορούν να σβήσουν από τα κατάστιχα των δαιμόνων τα αμαρτήματα των ανθρώπων, και οι Άγγελοι μου αποκρίθηκαν: «Συγχωρούνται τα αμαρτήματα όταν ο άνθρωπος μετανοήσει και εξομολογηθεί στον πνευματικόν και κάμει τον κανόνα που του έβαλε τότε εξαλείφονται τα αμαρτήματα από τα κατάστιχα των δαιμόνων· και λυσσώντας οι δαίμονες τους πολεμούν για να τους ρίψουν σε νέα αμαρτήματα. Γι’ αυτό η εξομολόγηση και η μετάνοια γίνονται αιτίες να συγχωρηθούν οι άνθρωποι και να περάσουν ελεύθερα τα εναέρια τελώνια. Αλλά πολλοί άνθρωποι λέγουν ότι τα εξομολογούνται στον Θεό· και άλλοι πάλι ζητούν να εύρουν πνευματικόν συγκαταβατικό για να αποφύγουν τον κανόνα. Αλλά αυτή δεν είναι μετάνοια αλλά πονηρία και ο Θεός ου μυκτηρίζεται. Και όπως στην ασθένεια του σώματος εκλέγουμε τον καλύτερον ιατρό, έτσι πολύ περισσότερον στην ασθένεια της αθάνατης ψυχής να εκλέγουμε τον θεοφοβούμενο και αυστηρό πνευματικό, και να τον έχει κανείς μέχρι τέλους της ζωής· αλλιώς πλανιούνται οι ανθρώπου και δεν μπορούν να περάσουν τα τελώνια του αέρος».
15. Τελώνιον της γαστριμαργίας και πολυφαγίας
Αυτά καθώς μου έλεγαν φθάσαμε στο τελώνιο της γαστριμαργίας και πολυφαγίας, όπου οι δαίμονες ήσαν πολύ χονδροί σαν τους χοίρους, δυνατοί και άγριοι, και έτρεξαν κατ’ απάνω μου, γαυγίζοντας, και μου φανέρωσαν τις πολυφαγίες που έκαμνα από μικρή ηλικία μέχρι που γέρασα, και ότι δεν νήστευα Τετάρτη και Παρασκευή μέχρι και τις 40στάς χωρίς εγκράτεια· και οι Άγγελοι φέρνοντας τα καλά μου έργα για πληρωμή αναχωρήσαμε.
16. Τελώνιο της ειδωλολατρίας
Και φθάσαμε στο τελώνιο της ειδωλολατρίας και διαφόρων αιρέσεων, και χωρίς να βρουν τίποτα οι δαίμονες αναχωρήσαμε.
17. Τελώνιον της αρσενοκοιτίας
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της αρσενοκοιτίας· και ο πρώτος αυτών καθόταν σαν φοβερός δράκωντας αλλάσωντας μορφές πότε σαν αγριόχοιρος, πότε σαν ποντικός, πότε σαν θηριόψαρο και τριγύρω αυτού βρώμα και ανυπόφορη δυσσωδία και επλάγιαζε ασχημονώντας. Και επειδή δεν βρήκε τίποτα εναντίων μου, αναχωρήσαμεν, και μου έλεγαν οι Άγγελοι ότι πολλοί φθάνουν μέχρι εδώ ανεμπόδιστα, και για την αισχρήν αυτήν πράξιν, καταγκρεμίζονται στον σκοτεινόν και άχαρον Άδην.
18. Τελώνιον των χρωματοπροσώπων
Και μιλώντας φθάσαμε στο τελώνιο το οποίον εξετάζει άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι καλλωπίζουν τα πρόσωπα τους με διάφορα χρώματα, και μυρωδικά και δεν ευχαριστούνται με το κάλλος που τους έδωσε ο Θεός. Εγώ είχα χρωματισθεί δυο φορές στη ζωή μου και οι δαίμονες εξέταζαν να με κρατήσουν οι Άγγελοι όμως πάλευαν με πολύν κόπο φέρνοντας τις καλές μου πράξεις, και κερδίζοντας αναχωρίσαμε.
19. Τελώνιον της μοιχείας
Ανεβαίνοντας φθάσαμε στο τελώνιο της μοιχείας το οποίον εξετάζει τους μοίχους και μοιχαλίδας· δηλαδή τους παντρεμένους οι οποίοι πηγαίνουν σε ξένες γυναίκες και μολύνουν το στεφάνι τους. Επίσης εδώ στο τελώνιον αυτό εξετάζονται και οι παρά φύσιν πράξαντες με τις γυναίκες τους. Αλλά επειδή εγώ δεν είχα ευθύνη από αυτά αναχωρίσαμε χωρίς πρόβλημα.
20. Τελώνιον του φόνου και της εκτρώσεως
Και ανεβαίνοντας φθάσαμε στους τελωνάρχες του φόνου οι οποίοι εξετάζουν τους φονιάδες, μέχρι και τις γυναίκες που αποβάλλουν από την κοιλία τους βρέφη και μέχρι και αυτούς που αποφεύγουν την τεκνογονία· και από εδώ με την χάρη του Θεού αναχωρήσαμε χωρίς πρόβλημα.
21. Τελώνιον της κλοπής
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμε στο τελώνιο της κλοπής που εξετάζει τους κλέφτες και εξετάζοντας με καλά οι δαίμονες δεν βρήκαν τίποτα και αναχωρίσαμε ανεμπόδιστα.
22. Τελώνιον της πορνείας
Και ανεβαίνοντας πολύ ψηλά φθάσαμε στην θύρα του Ουρανού, όπου βρίσκεται το τελώνιο το οποίον εξετάζει τους πόρνους. Ο αρχηγός τους καθόταν σε υψηλό θρόνο και φορούσεν φόρεμα ραντισμένο με αφρούς και αίματα κάθε ακαθαρσίας πλυμμηρισμένο, το οποίον έγινε αυτό από τις ακαθαρσίες της πορνείας. Και ορμώντας οι δαίμονες κατ’ απάνω μου με κατηγορούσαν και έλεγαν πολλά ψέματα, και τόλμησαν να με αρπάξουν από τα χέρια των Αγγέλων και να με ρίψουν στον άχαρο Άδη. Οι δε Άγγελοι αντίλεγαν σ’ αυτούς, ότι είχα εξομολογηθεί και παραίτησα από πολύν καιρόν αυτά. Και λέγοντας ψέματα οι δαίμονες έλεγαν ότι δεν τα εξομολογήθηκα ούτε κανόνα έλαβα από πνευματικόν, και οι Άγγελοι αναχώρησαν, τρίζοντας οι ακάθαρτοι δαίμονες τα δόντια τους. Και προχωρώντας μου λένε οι Άγγελοι ότι πολύ λίγοι περνούν από αυτό το τελώνιο. Οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται μέχρι εδώ πέφτουν στον σκοτεινό και άχαρο Άδη.
23. Τελώνιον της ασπλαχνίας
Και ανεβαίνοντας λίγο φθάσαμε στο τελώνιο της ασπλαχνίας, το οποίο εξετάζει τους σκληρόκαρδους και ανελεήμονες και εξετάζοντας με οι δαίμονες και χωρίς να με βρουν άσπλαχνη διότι ελεούσα τους φτωχούς, και καταντροπιασθέντες οι δαίμονες, αναχωρήσαμε απ’ αυτούς.
Η πύλη του Ουρανού
Και ανεβαίνοντας χαρούμενοι φθάσαμε στην πύλη του Ουρανού, η οποία ακτινοβολούσε και έλαμπε σαν καθαρό χρυσάφι και είχε υπερθαύμαστη ωραιότητα, που δεν μπορεί γλώσσα ανθρώπου να την διηγηθεί. Ο θυρωρός, ήταν ένας αστραπόμορφος νέος με χρυσά μαλλιά και μας δέχθηκε χαρούμενος δοξάζοντας τον Θεό διότι περάσαμε τα εναέρια τελώνια των δαιμόνων.
Και περνώντας την πύλη του ουρανού είδαμε πλήθος αστραπόμορφων νέων οι οποίοι ακτινοβολούσαν σαν τον ήλιο και χαίρονταν όλοι και ευφραίνονταν, για την σωτηρία μου· εμείς πορευθήκαμε με αγαλλίαση και χαράν ανεκλάλητο για προσκύνησιν του αστραπόμορφου θρόνου του Θεού, και Σωτήρα Ημών Ιησού Χριστού. Και είδαμε σύννεφα όχι σαν τα συνηθισμένα τα οποία παραμέριζαν για να περάσουμε. Και είδαμε άλλο σύννεφο λευκό και χρυσόμορφο από το οποίο εξέρχονταν αστραπές και παραμέρισε κι αυτό όπως τα άλλα και περνώντας αισθανθήκαμε γλυκύτατη ευωδία από τον θρόνο του αοράτου Θεού. Και είδαμε στο άμεσο ύψος αστραποβόλο τον θρόνο του Παντάνακτος Θεού. Εκεί είναι η χαρά των δικαίων και η Αιώνια αγαλλίαση. Κ’ είδαμε εκεί πλήθος άπειρον αστραπόμορφων νέων, που φορούσαν πολύτιμα φορέματα με χρυσές ζώνες.