Ο φιλόθεος Γέροντας, ζυμωμένος καθώς ήταν με τη Θεία Λατρεία στο Μοναστήρι, γνώριζε και εκτιμούσε βαθιά την αξία της. Συχνά μιλούσε για τον «ανεξάντλητο πλούτο και το άφθαστο μεγαλείο της Εκκλησίας για το θησαυρό των ιερών ακολουθιών, απ’ όπου αντλεί ο πιστός εφόδια για τον αγώνα του».
«Πνευματικό νταμάρι οι ακολουθίες» έλεγε. Φρόντισε, λοιπόν, έξαρχος να εισαγάγει τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας στο νοσοκομείο, για να παίρνουν οι ασθενείς χάρη και δύναμη.
Από την πρώτη κιόλας εβδομάδα πού διορίσθηκε, καθιέρωσε να ψάλλετε ο Παρακλητικός Κανόνας της Θεοτόκου κάθε Παρασκευή και να τελείται το Μυστήριο τού ιερού Ευχελαίου κάθε Τετάρτη. Στο διάδρομο έξω από τούς θαλάμους και σε διαφορετικό τμήμα κάθε φορά τελούσε την Παράκληση, την οποία έψαλλαν αδελφές νοσοκόμες. Η προσέλευση των ασθενών ήταν εντυπωσιακή’, ο διάδρομος γέμιζε. Στο τέλος τούς απεύθυνε και λίγα λόγια, πού έπεφταν «ως δρόσος Άερμών» (Ψαλμ. ργβ’, 3) στις κουρασμένες ψυχές. Το Δεκαπενταύγουστο η Παράκληση γινόταν καθημερινά.
Το άγιο Ευχέλαιο το περίμεναν με πολύ πόθο οι ασθενείς, γι’ αυτό από νωρίς συνωστίζονταν στο μεγαλύτερο θάλαμο της εκάστοτε πτέρυγας, όπου θα γινόταν το Μυστήριο. Στο τέλος, περνούσε και από τούς υπόλοιπους θαλάμους του τμήματος εκείνου και έχριε τους ασθενείς.
Κάθε πρώτη του μηνός τελούσε Αγιασμό σε ένα από τά τμήματα τού νοσοκομείου, επί σειρά ετών. Κατόπιν περνούσε απ’ όλους τούς θαλάμους τού τμήματος και αγίαζε τούς ασθενείς, το προσωπικό, τούς επισκέπτες. ‘Η ατμόσφαιρα στο θάλαμο άλλαζε, καθώς οι ψυχές και οι χώροι αγιάζονταν. (Τά τελευταία χρόνια τελούσε την ακολουθία τού Αγιασμού στο Ναό).
Συχνά συναντούσε την ομήγυρη τών ιατρών με τον καθηγητή και τούς φοιτητές, την ώρα πού έκαναν επίσκεψη. Τούς άγιαζε, λέγοντας συγχρόνως κάτι ωφέλιμο, με το γνωστό ευχάριστο τρόπο του: «Καλό μήνα. Οι άγιοι Ανάργυροι ασκούσαν την ιατρική της προσωπικότητας. Αντιμετώπιζαν τον κάθε άρρωστο, μικρό ή μεγάλο, πλούσιο ή φτωχό, ως προσωπικότητα… Και ό πιστός ιατρός αυτό εφαρμόζει, και είναι πράγματι μετέωρο αγάπης και θυσίας».
Αλλά και στην καθαρίστρια πού συναντούσε στο διάδρομο, και στον υπάλληλο τού ανελκυστήρα και στον πιο απλοϊκό άνθρωπο έδινε προσοχή. Ή αγάπη του ήταν καθαρή, χωρίς διάκριση ή προσωποληψία.
Γέρων Ευσέβιος Γιαννακάκης