Την αρχαιοπρεπή Θεία Λειτουργία του Αγίου Αμβροσίου, Επισκόπου Μεδιολάνων, τέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, την Κυριακή 10 Δεκεμβρίου, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.
Όπως επεσήμανε ο Σεβασμιώτατος Πειραιώς, η τέλεση της αναιμάκτου μυσταγωγίας, είναι η βάση και το κέντρο της λατρείας της Εκκλησίας και του πιστού λαού του Θεού. Γιατί η Ευχαριστία αποτελεί την ενότητα του κτιστού κόσμου με τον άκτιστο Θεό.
Αγιάζεται ο κόσμος από αυτήν την πράξη της Ευχαριστίας. Γι’ αυτό και αναφέρουμε την ζωή μας, που είναι δωρεά του παναγίου Θεού, εις Εκείνον. Κι έτσι πραγματώνουμε τον σκοπό της δημιουργίας, που είναι η αναφορά της στον δημιουργό της.
Η μυσταγωγία του Αγίου Αμβροσίου, Επισκόπου Μεδιολάνων, είναι μία δωρεά του Θεού που μας έρχεται από την αρχαιότητα, συνέχισε, όταν η αγία μας Εκκλησία είχε υπό την πνευματική της επιστασία το πρεσβυγενές Πατριαρχείο της Παλαιάς Ρώμης. «Που δυστυχώς κατά το τραγικό εκείνο έτος του 1054, αποκόπηκε από το σώμα της Εκκλησίας και συνέστησε μία ιδία θρησκευτική κοινωνία. Η οποία έγινε αιτία μεγάλης κατακρίσεως και ψόγου του ευαγγελικού μηνύματος, μέσα από ιστορικές περιπέτειες. Το μέγιστο και τραγικότερο από αυτές τις συνέπειες που υπήρξαν από την σχάση του Πρεσβυγενούς αυτού Πατριαρχείου μας, ήταν η λεγόμενη Μεταρρύθμιση, ο Προτεσταντισμός που κατακερμάτισε το ευαγγελικό μήνυμα σε αναρίθμητες αιρετικές παραφυάδες.» Η αγία μας Εκκλησία, όμως, το σώμα του Χριστού, είναι ένα, ακαινοτόμητο και αναλλοίωτο, που νοηματοδοτείται και ζωοποιείται, από την άκτιστη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Και γι’ αυτό το λόγο, υπογράμμισε ο Σεβασμιώτατος, τελούντες την λειτουργική αναφορά του Αγίου Αμβροσίου, μετέχουμε σε αυτήν την χάρη και απολαμβάνουμε των δωρεών του Τριαδικού Θεού.
«Η λειτουργική πράξη του Πατριαρχείου της Δύσεως, ήταν ακριβώς αυτή την οποία τελέσαμε. Και διαπιστώνουμε ότι η ενότητα της λειτουργικής παραδόσεως της Δύσεως και της Ανατολής στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, είναι δεδομένη. Γιατί η παράδοση της Εκκλησίας ζωοποιείται από το ένα και το αυτό Πανάγιο και Ζωοποιό Πνεύμα.» Ακολούθως ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας. Το ιερό Ευαγγέλιο, μας παρουσιάζει μια παθογένεια, μια τραγωδία, μία έκπτωση. Και ταυτόχρονα ένα μεγάλο θαύμα. Ο Κύριος, εκήρυττε παντού, κατά τα τρία χρόνια της ευαγγελικής Του πορείας, το μήνυμα της ζωής, ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να θεώσει τον άνθρωπο. Τα Σάββατα όμως κατηύθυνε τα πανάγια βήματα Του στις συναγωγές και το Ναό του Θεού. Όπου εκεί έδιδε την λατρεία του ως τέλειος άνθρωπος, στον Πανάγιο Θεό και Πατέρα Του. Και με την ευκαιρία αυτή, μιλούσε στις συναγωγές, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο. Σε μία τέτοια περίπτωση, εισερχόμενος στην συναγωγή και βλέποντας με την άπειρη αγάπη Του, ένα πλάσμα του Θεού, μία γυναίκα συγκύπτουσα επί 18 ολόκληρα χρόνια, έθεσε τα χέρια Του στο κυρτωμένο κορμί της και το ανόρθωσε.
Ο πρώτιστος της συναγωγής, δεν θεώρησε το γεγονός ως άξιο λόγου, αλλά αντιθέτως γέμισε η καρδιά του από φθόνο και μίσος, γι’ Αυτόν που ήρθε να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα της προσωπικής του θρησκευτικότητας. Η οποία είχε συνταιριαστεί με την τυπικότητα και την τυπολατρία. Και άρχισε να συκοφαντεί το θαύμα. Ο Κύριος στηλίτευσε την συμπεριφορά του, με έναν δυναμικό λόγο, χαρακτηρίζοντάς τον, υποκριτή. «Ο φθόνος είναι η γενεσιουργός αιτία που γκρεμίζει τον άνθρωπο από την πληρότητα της θείας αληθείας, στο κακό και την φενάκη των παθών. Είναι ένα τρομακτικό εφαλτήριο θανάτου από οποίο ο άνθρωπος γκρεμίζεται σε τρομακτικές καταστάσεις, που απαξιώνουν την πνευματικότητα του και την ένθεη προοπτική του.» Γι’ αυτό ο Κύριος στηλιτεύει αυτό το γεγονός, για να μας διασώσει από αυτήν την τραγικότητα. Γιατί κι εμείς ως άνθρωποι, φιλάσθενοι πνευματικά, πολλές φορές νοσούμε από ένα τέτοιο πάθος, βλέποντας την πρόοδο, την ευημερία, την πνευματικότητα των συνανθρώπων μας. Η Αγία μας Εκκλησία όμως μας νουθετεί πνευματικά και οι άγιοι Πατέρες μας, μας διδάσκουν ότι χωρίς την αγάπη, ότι κι αν επιτυγχάνει ο άνθρωπος είναι άνευ νοήματος. Γιατί ο Θεός είναι αγάπη και δεν κοινωνεί με την κακία, με τον φθονερό.
Και ολοκληρώνοντας ο Σεβασμιώτατος, τόνισε: «Οι θεοφόροι Πατέρες μας, προσεύχονταν στον Κύριο, να σώσει τον κόσμο, γιατί εάν δεν σώζονταν ο κόσμος, ούτε οι ίδιοι επιθυμούσαν να σωθούν. Σε τέτοιο ύψος μας καλεί η Εκκλησία και το Ευαγγελικό μήνυμα να φθάσουμε. Και τότε θα δούμε πως αλλάζει ο κόσμος. Αν δεν αρθεί μέσα από την ανθρώπινη κοινωνία ο φθόνος, ο δόλος, η κακότητα, η εμπάθεια, τότε δεν μπορεί να υπάρξει καμία αλλαγή. Σε λίγες ημέρες καλούμαστε να εορτάσουμε την έλευση του Θεού στον κόσμο μας, στην κοινωνία μας, αλλά πρωτίστως στις καρδιές μας. Γιατί αληθινά Χριστούγεννα εορτάζουμε όταν ανοιχθεί η καρδιά μας και γίνει φάτνη, μέσα στην οποία θα γεννηθεί ο σωτήρας του κόσμου.»
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου:
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς
Φωτογραφίες: Παναγιώτης Καράπασιας