Μία ημέρα που ήμουν στο Κελλί του [οσίου Πορφυρίου], ήρθε κάποιος και παρακάλεσε θερμά τον Άγιο να τον ακολουθήσει στο σπίτι ενός στενού συγγενούς του, διότι ήταν πολύ βαριά άρρωστος.
Ο Άγιος μού ζήτησε να τους ακολουθήσω κι εγώ.
Έτσι μπήκαμε σιωπηλοί στο αυτοκίνητό του και πήγαμε στον Κολωνό.
Όταν ανεβήκαμε στο σπίτι, βρήκαμε συγκεντρωμένο αρκετό κόσμο.
Ήταν φίλοι και συγγενείς που κλαίγανε τον νεαρό Παρασκευά.
Πιθανόν είχε κάποια μορφή καρκίνου σε τελικό στάδιο και οι γιατροί τους είχαν ενημερώσει πως δεν υπήρχε καμία ελπίδα και γι’ αυτό τον είχανε στο σπίτι όπου περιμένανε τον αναπόφευκτο θάνατο.
Ο Παρασκευάς ήταν ξαπλωμένος, σκελετωμένος και χλωμός σαν νεκρός.
Τρόμαξα από τη θέα του αναμενόμενου θανάτου, διότι είχε ξεκινήσει τον επιθανάτιο ρόγχο.
Ένα μικρό βήμα πριν τον θάνατο.
Η οδύνη και ο πόνος ζωγραφισμένα στα πρόσωπα των συγγενών πού βλέπανε τον άνθρωπό τους να ξεψυχάει.
Ο Άγιος πλησίασε στο κρεβάτι, τον σταύρωσε και έμεινε για λίγο προσευχόμενος. Μετά γύρισε και μας είπε:
– Πηγαίνετε στα σπίτια σας όλοι, για να προσευχηθείτε και να με βοηθήσετε να τον κάνουμε καλά.
Ο Άγιος ζήτησε και έμεινε μόνος του με τον ασθενή, ενώ ο κόσμος έφυγε.
Έφυγα και εγώ για το σπίτι μου προσευχόμενος: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον Παρασκευά…!».
Σε λίγες ημέρες, από κάποιον γνωστό, έμαθα πως ο Παρασκευάς που κατέβαινε το τελευταίο σκαλοπάτι για να μπει στον τάφο αναστήθηκε!
Είχε γίνει εντελώς καλά.
Το γεγονός αυτό συζητήθηκε από πολλούς.
Απόσπασμα από το βιβλίο, ο «Όσιος Πορφύριος ο Προφήτης, Μαρτυρίες», τόμος β’. Έκδοση Αγιοπαυλίτικο Ιερό Κελλί Αγίων Θεοδώρων, Άγιον Όρος.
ΠΗΓΗ: pemptousia.gr