~ Ο παπα-Γιώργης, ιερεύς σε κάποιο χωριό της πατρίδος μου, έλεγε κάποτε ότι τον κατέτρωγε η απορία πώς είναι άπειρος ο Θεός και πώς είναι άπειρος στα ιδιώματά Του, όπως:
άπειρος στην σοφία Του, στην παντοδυναμία Του, στην πανταχού παρουσία Του, στην παγγνωσία Του, στην αγαθότητα Του, στην αγάπη Του… άπειρος!!! άπειρος!!! αυτή η στοχαστική και επίμονη απορία τον κατέτρωγε μέρα-νύχτα.
Σε μια γιορτή του αγίου Δημητρίου, τον κάλεσε ο ιερεύς του διπλανού χωρίου να συλλειτουργήσει μαζί του, για να λαμπρυνθεί “έτι περισσότερο” το πανηγύρι του Ναού. Πράγματι πήγε και προΐστατο της Θείας Λειτουργίας ως φιλοξενούμενος, αλλά και ως έχων τα πρεσβεία της χειροτονίας.
Άρχισε η Θεία Λειτουργία και ήλθε η ώρα της αγίας Αναφοράς με τις εκφωνήσεις: «Στώμεν καλώς…» του ιερέως και «Έλεον ειρήνης...» των ιεροψαλτών και ακολούθησε η τριαδική αναφορά: «Η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού...» και η απάντησης του λαού δια των ιεροψαλτών: «και μετά του πνεύματός σου…» και ευθύς αμέσως υψώνοντας τα χέρια του ο λειτουργός παπα-Γιώργης προς τον Παντοκράτορα του τρούλου του Ναού εκφώνησε το «Άνω σχώμεν τας καρδίας…» και τότε, σ’ αυτή την στάσι κοκάλωσε!
Μετά το «Έχομεν προς τον Κύριον ..» και βλέποντας ο συλλειτουργός του την “μαρμάρωσί” του, κατάλαβε ότι κάτι θα του συνέβη, όχι όμως κακό. Τον έπιασε απαλά και τον έβαλε μέσα στο Άγιο Βήμα κατεβάζοντας συγχρόνως και τα χέρια του κάτω αφήνοντάς τον, όπως μέσα του πληροφορήθηκε, στην έκστασή του και συνέχισε την Θεία Λειτουργία μόνος.
Στον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων συνήλθε ο παπα-Γιώργης, επανήλθε στη θέση του και συνέχισε κανονικά μέχρι το τέλος την Θεία Λειτουργία. Στις επίμονες ερωτήσεις του συλλείτουργού του πατρός Ιωάννη, απαντούσε ότι “δεν θυμάται τίποτα”. Με αφορμή το βιβλίο «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία», μου εξομολογήθηκε ο παπα-Γιώργης την δική του εμπειρία για πρώτη φορά, με την παράκληση να σεβασθώ την ανωνυμία του.
«Με το “Άνω σχώμεν τας καρδίας…” ένοιωσα και είδα με τα μάτια της ψυχής μου να αρπάζονται όλες οι καρδιές των εκκλησιαζόμενων χριστιανών μαζί με την δική μου και ως αστραπή να εισέρχονται σε μια απέραντη ανοιχτή ουράνια αγκαλιά του Θεού. Μα ήταν τόσο ανοιχτή αυτή η αγκαλιά του Θεού Πατρός, όσο όλοι οι ουρανοί των ουρανών μαζί και πιο πλατειά… και όσο ανήρχοντο κατά εκατομμύρια οι καρδιές των ορθοδόξων χριστιανών τόσο και πιο πολύ πλάταινε και άνοιγε αυτή η άπειρη σε άνοιγμα αγκαλιά του Θεού…και τότε ένοιωσα; βίωσα; κατάλαβα; δεν ξέρω. Ήρθε όμως στη ψυχή μου κάτι, που είχα ξεχάσει “και τούτο μόνον καταληπτόν ή ακαταληψία αυτού…” και δεν χόρταινα να το απολαμβάνω μέχρις ότου συνήλθα στον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων. Αλήθεια! Ποιός ήμουν εγώ ο χωριάτης παπάς, που ο Θεός καταδέχτηκε να μου λύση την απορία της ψυχής μου; Από τότε φροντίζω, όσο μπορώ, γιατί είμαι αμαρτωλός, να μη βγω απ’ αυτή την ασύνορη αγκαλιά του Θεού Πατρός και να πεθάνω μέσα σε αυτήν!!!! Ο Θεός ας με συγχωρέση»!!!