«… Όποιος τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, έχει αιώνια ζωή και θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα. Διότι η σάρκα μου είναι αληθινή τροφή και το αίμα μου αληθινό ποτό. Όποιος τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, μένει μέσα μου και εγώ μέσα του…» (κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 6, στίχοι 50 – 58)
Ἡ μεγαλύτερη ἴσως πονηριὰ τοῦ διαβόλου εἶναι τὸ ὅτι ἔχει κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν ἔχουν τὴν ἀνάγκη νὰ τραφοῦν ἀπὸ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ὑπάρχουν πολλοὶ Χριστιανοὶ ποὺ ἐκκλησιάζονται, ἀγαθοεργοῦν καὶ προσεύχονται, ἀλλὰ δὲν κοινωνοῦν. Αὐτοὶ δὲν πρόκειται νὰ σωθοῦν!
Διότι ἡ σωτηρία εἶναι ἀποκλειστικὰ ζήτημα συγγενείας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ συγγένεια παρέχεται μὲ τὴν Θεία Κοινωνία. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὅσοι κοινωνοῦν πρόκειται νὰ σωθοῦν, διότι ἐξαρτᾶται καὶ μὲ τί φρόνημα προσέρχεται κάποιος νὰ…. κοινωνήσει. Διότι καὶ οἱ ἱερεῖς κοινωνοῦν κάθε μέρα, ἀλλὰ οἱ περισσότεροι εἶναι στὴν κόλαση.
Ἡ Θεία Κοινωνία παρέχει προϋποθέσεις σωτηρίας.
Ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ προσέρχεται στὴν Θεία Κοινωνία μὲ τὸ ἑξῆς φρόνημα: «Κύριε, παρότι κοινωνῶ ἀναξίως, προσέρχομαι γιὰ νὰ μὴ μὲ »φάει» ὁ διάβολος καὶ ἂν θέλεις, μὲ σώζεις».