«Στο μέτωπο, σ’ όλη τη γραμμή από τη γαλανή θάλασσα του Ιουνίου μέχρι ψηλά τις παγωμένες Πρέσπες, ο Ελληνικός στρατός άρχιζε να βλέπει παντού το ίδιο όραμα». Το κοινό στο όραμα όλων ήταν η Υπεραγία Θεοτόκος, η προστάτιδα όλων των Ελλήνων.
~ Ἕνα συγκινητικὸ θαῦμα συνέβη στὶς ἡμέρες τῆς γερμανικῆς κατοχῆς, τὸν Ἰούνιο τοῦ 1944. Τὸ γερμανικὸ ἀπόσπασμα, ποὺ κατέστρεψε τὸ Δίστομο (10 Ἰουνίου 1944) κι ἔσφαξε μέσα σὲ δυὸ ἡμέρες πάνω ἀπὸ ἑξακόσιους κατοίκους, περνᾶ τώρα ἀπέναντι στὴν Εὔβοια. Σκοπός του ἡ ὁλοσχερὴς καταστροφὴ τῆς Λίμνης. Ἡ φάλαγγα ἔφθασε στὴν εἴσοδο τῆς πόλεως. Τότε ἀκριβῶς βλέπει ὁ Γερμανὸς διοικητὴς στὴ μέση του δρόμου ἕνα χέρι νὰ ἐμποδίζει τὴ διάβαση τῶν στρατιωτῶν, κι ἀκούει μία φωνὴ νὰ τοῦ λέει:
– Αὐτὸς ὁ τόπος εἶναι δικός μου. Δὲν θὰ τὸν πειράξετε!
Ὁ διοικητὴς φοβισμένος κατεβαίνει στὴ Λίμνη καὶ συναντᾶ τὶς ἀρχές. Ζητᾶ γεμάτος ἀγωνία νὰ μάθει ποιὰ εἶναι ἡ Προστάτιδα τῆς πόλεως.
– Ἡ Παναγία ἡ Λιμνιά, ἀποκρίνονται οἱ προύχοντες. Ἔχουμε ἐδῶ τὴ θαυματουργή της εἰκόνα, ἡ ὁποία βρέθηκε μέσα στὴ θάλασσα.
– Μόνο θεϊκὴ δύναμη θὰ μποροῦσε ν᾿ ἀνατρέψει τὰ σχέδιά μου, ὁμολόγησε ὁ διοικητής, κι ἔφυγε ἀπὸ τὴ Λίμνη ἄπρακτος.
Ἡ σωτηρία ἑνὸς εὐλαβοῦς ναυτικοῦ.
Ὁ λιμνιὸς ναυτικὸς Εὐάγγελος Πανταζὴς διηγήθηκε στοὺς ἐφημέριους τῆς πόλεως τὸ ἑξῆς περιστατικό:
Ἦταν 14 Δεκεμβρίου τοῦ 1960, ὥρα 2.30´, καὶ ταξιδεύαμε στὰ στενὰ τοῦ Βοσπόρου μὲ τὸ πλοῖο «Παγκόσμιος Ἁρμονία» τῆς ἑταιρείας Νιάρχου. Κοιμόμουν στὴν καμπίνα μου, ὅταν ἄκουσα μία ὑπερκόσμια γυναικεία φωνὴ νὰ προστάζει:
– Πέσετε στὴ θάλασσα!
Πρέπει νὰ σημειώσω ὅτι στὴν Παναγία μας τὴ Λιμνιὰ εἶχα ἰδιαίτερη εὐλάβεια, καὶ τὴν παρακαλοῦσα πρωί-βράδυ νὰ μᾶς προστατεύει. Ξαφνικὰ νοιώθω ἕνα ἀπότομο τίναγμα. Τὸ πλοῖο τραντάχτηκε ὁλόκληρο. Κοιτάζω ἀπὸ τὸ φινιστρίνι καὶ βλέπω τὸ καράβι μας μέσα στὶς φλόγες. Εἴχαμε συγκρουστεῖ μ᾿ ἕνα γιουγκοσλάβικο πετρελαιοφόρο, ποὺ μετέφερε μαζοὺτ καὶ βενζίνη ἀεροπλάνων. Ἀπὸ τὴ σφοδρὴ σύγκρουση ἡ πλώρη μας κόπηκε στὴ μέση, ἐνῶ τὸ ξένο πλοῖο ἔπαθε ρῆγμα βάθους εἴκοσι μέτρων. Ἐγὼ στὸ μεταξὺ ἑτοιμάστηκα καὶ ἔπεσα στὴ θάλασσα ἀπὸ τὴ μεριὰ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Τουρκίας. Ἐνῶ κολυμπούσαμε, πολλὰ δελφίνια γύρω μας εἶχαν σχηματίσει κλοιὸ καὶ μᾶς προφύλαγαν ἔτσι ἀπὸ τοὺς καρχαρίες ποὺ ἀφθονοῦσαν στὴν περιοχή. Δυόμισι ὧρες πάλεψα μὲ τὰ κύματα κι ἔφθασα κάποτε στὶς τουρκικὲς ἀκτές. Ἀπὸ τὰ σαράντα ἕνα ἄτομα τοῦ πληρώματος σωθήκαμε μόνο ἕντεκα.
Τὴ διάσωσή μας ἀποδίδουμε στὴν Παναγία μας τὴ Λιμνιά. Γι᾿ αὐτὸ ἤρθαμε ἀμέσως στὴ Λίμνη, λειτουργηθήκαμε στὸν ἱερὸ ναό της καὶ τὴν εὐχαριστήσαμε γιὰ τὴ σωτηρία μας».