Αρχιμ. Χριστοδούλου, Ηγουμένου Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους
Σήμερα μιλάμε για παγκοσμιοποίηση, δηλαδή για ενοποίηση του κόσμου. Αλλά δεν είναι ξεκάθαρο για τι ακριβώς μιλάμε. Ας πούμε ότι είσαι σε ένα νυχτερινό τοπίο στη φύση. Τα ζώα, τα πουλιά, τα λουλούδια κοιμούνται, και έτσι επικρατεί γαλήνη και ησυχία. Εξίσου γαλήνη και ησυχία επικρατεί σε ένα τοπίο μετά την έκρηξη ατομικής βόμβας. Πόσο διαφορετική όμως είναι αυτή η ησυχία!
Κάπως έτσι είναι και η παγκοσμιοποίηση που προωθείται σήμερα στο όνομα της ειρήνης και δικαιοσύνης. Είναι μάλλον ένας οδοστρωτήρας, που ισοπεδώνει όχι μόνο πολιτισμούς αλλά και συνειδήσεις. Πρόκειται για μια κατασκευασμένη ενότητα. Μιά ενότητα φόβου και οικονομικών συμφερόντων.
Υπάρχει και μια άλλου είδους παγκοσμιότητα. Το Άγιον Όρος είναι ένα πανορθόδοξο προσκύνημα, αλλά και τόπος που ελκύει πλήθος ανθρώπων από όλο τον κόσμο. Θα λέγαμε ότι είναι ένας τόπος παγκόσμιος. Η παγκοσμιότητα της Εκκλησίας, της Ορθοδοξίας, και εν προκειμένω του Αγίου Όρους, είναι διαφορετικό πράγμα.
Ποιός είναι ο παγκόσμιος άνθρωπος; Μήπως είναι ο διάσημος; Αυτός που έχει αποκτήσει φήμη, εύσημα, κοινωνική αναγνώριση, δύναμη, κοινωνικές διασυνδέσεις; Αντιθέτως, τέτοιοι άνθρωποι είναι συνήθως κλεισμένοι στον ατομισμό και την υπερηφάνεια, οπότε κάθε άλλο παρά παγκόσμιοι είναι.
Παγκόσμιος είναι ένας άνθρωπος που μπορεί να χωρέσει μέσα του όλο τον κόσμο. Όλοι δηλαδή να χωράνε στην ψυχή του και στη ζωή του. Έτσι η παγκοσμιότητα ως χαρακτηριστικό ενός προσώπου η τόπου είναι η αποδοχή κάθε ανθρώπου και η αξιοποίηση των προσωπικών του χαρισμάτων μέσα στην κοινή φύση και χάρη. Είναι η αγάπη, που αγκαλιάζει τα πάντα.
Παγκόσμιος είναι ο άνθρωπος της αγάπης. Μιά και απευθύνομαι στη Χαλκίδα, δεν μπορώ να μη μνημονεύσω μαζί με τους αγίους της περιοχής, τον άγιο Ιωάννη τον Ρώσσο και τον άγιό μου, τον Όσιο Δαβίδ το γέροντα, και δύο αληθινούς επισκόπους, που ενσάρκωσαν το ιδεώδες της αγάπης, της αυταπάρνησης: τον μητροπολίτη Γρηγόριο (από το 1922 μέχρι το 1968), και τον διάδοχό του μητροπολίτη Νικόλαο, ο οποίος έφυγε πολύ νέος, ίσως γιατί άξιζε περισσότερο για τον ουράνιο κόσμο. Μαζί του επισκέφθηκα για πρώτη φορά το Περιβόλι της Παναγίας. Καί εκείνος ήταν η αφορμή να βρεθώ και να αγωνίζομαι εδώ. Σ’ αυτούς λοιπόν είδα στην πράξη τι σημαίνει άνθρωπος που συγχωρεί και αγκαλιάζει όλο τον κόσμο και που αισθάνεται ως διάκονος όλων.
Το Άγιον Όρος ως υπερεθνική μοναστική πολιτεία δεν είναι παγκόσμιο απλώς επειδή έχει στα όριά του μοναχούς από διαφορετικές εθνότητες. Είναι παγκόσμιο γιατί σφυρηλατεί τον άνθρωπο που έχει καρδιά οικουμενική. Καρδιά που χωράει όλο τον κόσμο, όλη τη δημιουργία. Αυτή η καρδιά είναι η καθαρμένη από τις κακίες, την ιδιοτέλεια και φιλαυτία.
Το αντίθετο της παγκοσμιότητας είναι η διάσπαση. Αυτή δεν είναι απλώς κοινωνικό σύμπτωμα, ένα ρήγμα στο σώμα μιάς κοινωνίας. Πριν εκδηλωθούν τα συμπτώματα, η διάσπαση συντελείται μέσα στον άνθρωπο. Έχει δηλαδή υπαρξιακό, εσωτερικό χαρακτήρα.
Ο δρόμος για τη θεραπεία αυτής της κατάστασης, δηλαδή ο δρόμος προς την αληθινή ενότητα είναι αντίθετος προς αυτόν που ακολουθεί ο σύγχρονος κόσμος. Ο κόσμος επιδιώκει την ενότητα με τις εξωτερικές αλλαγές, κοινωνικές, θεσμικές. Στην Ορθόδοξη και εμφανέστερα στη μοναστική παράδοση η αφετηρία βρίσκεται στην καρδιά του ανθρώπου. Εκεί σφυρηλατείται η ενότητα.
Ο Πολιτισμός μας έχει ως βασική αρχή την ιδιοτέλεια. Το προσωπικό όφελος. Αυτή η αρχή έχει επηρεάσει και εμάς τους πιστούς. Βλέπετε ότι είμαστε καλοί Χριστιανοί μέχρι να θιγεί το συμφέρον μας.
Η άσκηση στην Ορθοδοξία και ειδικώτερα στο μοναχισμό αποβλέπει στην καταστολή της φιλαυτίας και ιδιοτέλειας. Στο να πάψουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας ως το κέντρο του κόσμου. Στη θέση αυτή καλλιεργεί την αυταπάρνηση, την κένωση, την αγάπη για τον πλησίον.
Τώρα, τίθεται το ερώτημα: Πως χωράει το άβατο του Αγίου Όρους σ’ αυτή την καρδιά που χωράει την οικουμένη; Μα ακριβώς, το άβατο συμπεριλαμβάνεται μέσα στην άσκηση που θα βοηθήσει την καρδιά να χωρέσει όλη την οικουμένη, χωρίς διακρίσεις. Θα εξηγήσουμε παρακάτω πως συμβαίνει αυτό.
Το άβατο δεν είναι μόνο μια αρχαία παράδοση του Αγίου Όρους. Είναι αρχή και στον ανδρικό και στο γυναικείο μοναχισμό. Στην αρχαία εποχή τα γυναικεία μοναστήρια ήσαν άβατα για τους άνδρες, τα ανδρικά για τις γυναίκες. Αυτή η τάξη ισχύει ακόμη σε μερικές μονές και εκτός του Αγίου Όρους, όπως είναι η μονή του Αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη.
Το άβατο του Αγίου Όρους ξεκινά εθιμικά, αφού η συγκέντρωση μονών και αναχωρητών στη χερσόνησο του Άθω ήδη από τον 8ο αιώνα έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή απομάκρυνση των λιγοστών κτηνοτρόφων που είχαν απομείνει μετά την παρακμή των αρχαίων οικισμών. Γιά πρώτη φορά αναφέρεται σε χρυσόβουλλο του Βασιλείου του Μακεδόνος το 885, το πρώτο έγγραφο που κατοχυρώνει και το αυτοδιοίκητο και το άβατο του Αγίου Όρους. Αργότερα υπάρχει η διήγηση που συνδέει το ίδιο το πρόσωπο της Παναγίας με το άβατο. Η θετή μητέρα του Μωάμεθ του Πορθητή φθάνει με τη συνοδεία της στο Άγιον Όρος, στο λιμάνι της Μονής του Αγίου Παύλου, για να προσφέρει στο μοναστήρι τα τεμάχια των Τιμίων Δώρων. Εκεί παρουσιάζεται η Παναγία και της λέει ότι θα είναι η μοναδική γυναίκα στο Άγιον Όρος. Τέλος, το άβατον, μαζί με το καθεστώς του Αγίου Όρους, κατοχυρώνεται με τη συνθήκη του Λονδίνου.
Αυτά που μερικές φορές ακούγονται σήμερα είναι περίεργα. Το άβατο ερμηνεύεται σαν έκφραση ανισότητας, υποτίμησης της γυναίκας η ακόμη και μισογυνισμού. Αυτά είναι επιπόλαια η, πολύ φοβάμαι, έχουν κάποια σκοπιμότητα.
Σκοπός του αβάτου είναι η διαφύλαξη του ησυχαστικού χαρακτήρα ενός τόπου, προκειμένου οι μοναχοί να ασκούν απρόσκοπτα, με περισυλλογή, με όσο το δυνατόν λιγότερους περισπασμούς, το έργο της προσευχής και γενικά της εσωτερικής εργασίας. Ένας άγιος βέβαια μπορεί να προσευχηθεί το ίδιο και στην πλατεία Ομονοίας, γιατί έχει φθάσει σε κατάσταση εσωτερικής ειρήνης και καθαρότητας, και ο νούς φέρεται κατά ένα φυσικό τρόπο προς τον Θεό.
Όμως, οι άνθρωποι που προσέρχονται στο μοναστικό βίο, δεν είναι γεννημένοι άγιοι. Έρχονται από την κοινωνία με τα πάθη τους, τον εγωισμό τους, τις αδυναμίες τους. Προσέρχονται σε ένα αγωνιστικό στάδιο, και έχουν να πολεμήσουν με προσωπικά τους πάθη, παλιές συνήθειες, την ενθύμηση των κοσμικών πραγμάτων που είχαν η που θα μπορούσαν να έχουν. Οι συνθήκες λοιπόν, και το περιβάλλον, πρέπει να βοηθούν στην απελευθέρωση του ανθρώπου από όλα αυτά που τον τραβούν προς τα πίσω.
Όταν ο μοναχός φεύγει από τον κόσμο, αποτάσσεται όλα αυτά που κατείχε και απολάμβανε, αλλά ακόμη αποτάσσεται και τη μικρή του οικογένεια, τους συγγενικούς δεσμούς. Καί έτσι μπορεί να κατηγορηθεί για σκληρότητα, περιφρόνηση προς τους οικείους, εγωισμό. Αυτή όμως η έξοδος, η απεξάρτηση από κτήματα, θελήματα, απολαύσεις, είναι που ανοίγει την καρδιά του ανθρώπου, τη γεμίζει με τη χάρη του Θεού.
Μιά κοινωνία είναι σε διάσπαση και ταραχή όταν κυριαρχούν τα εγωκεντρικά θελήματα. Θελήματα, πάθη, επιθυμίες, βρίσκονται σε μάχη, πρώτα απ’ όλα μέσα στην ψυχή ενός ανθρώπου. Καταλαβαίνει κανείς ότι μια κοινωνία από τέτοιους ανθρώπους δεν μπορεί να είναι ούτε ειρηνική ούτε ενωμένη.
Ο μοναχός λοιπόν αποτάσσεται πρώτα απ’ όλα το εγωιστικό του θέλημα. Με ποιό τρόπο; Με το να παραδοθεί ολοκληρωτικά στον Θεό. Με το να αρνηθεί την ατομική περιουσία. Με το να κάνει υπακοή σε όλη την αδελφότητα, με το να προσεύχεται για όλους. Έτσι, δεν αποτάσσεται τη μικρή οικογένεια και τη σαρκική συγγένεια για να κλειστεί στο εγώ του και να ενδιαφερθεί μόνο για τον εαυτό του. Αφήνοντας τη μικρή οικογένεια, μπαίνει στη μεγάλη οικογένεια, την εκκλησία ολόκληρη, όπου οι δεσμοί που δένουν τους ανθρώπους είναι πνευμα-τικοί –είναι ο ίδιος ο Χριστός. Έτσι, όλοι γι’ αυτόν είναι πατέρες, μητέρες, αδελφοί, αδελφές και παιδιά του. Ελευθερώνεται όχι μόνο από τον ατομικό εγωισμό, αλλά και από το συλλογικό εγωισμό, τον οικογενειακό, κοινωνικό, εθνικό.
Αυτό δε σημαίνει ότι ο μοναχός παύει να αγαπά και να μεριμνά για το σπίτι του, τη γη που του έδωσε ο Θεός. Σημαίνει ότι όπως αγαπά το σπίτι του και τη γη του, αγαπά και όλο τον κόσμο. Όταν η καρδιά γεμίσει με τη χάρη του Θεού, τότε μέσα της χωρούν -ή μάλλον περιχωρούνται – όλοι και όλα.
Γι’ αυτό λέει ένας πατέρας της ερήμου ότι μοναχός είναι αυτός που χωρίζεται από όλα και είναι ενωμένος με όλα. Φαίνεται οξύμωρο αλλά είναι αληθινό. Πρέπει να φύγουμε από τις μικρές αγάπες προκειμένου να φθάσουμε στη μεγάλη και πλατειά αγάπη. Ο άνθρωπος πρέπει να χωρισθεί από τα δικά του, να ασκηθεί στην εσωτερική εργασία, να σταθεί ψηλότερα από τους στενούς κοινωνικούς δεσμούς. Καί τότε θα μπορέσει να νιώσει την παγκόσμια οικογένεια, που έχει αρχή της την οικογένεια του ουρανού, την ίδια την Αγία Τριάδα.
Τώρα, για να κατανοήσουμε τη σχέση των γυναικών –έστω κι από μακριά– με το Άγιο Όρος, ας λάβουμε υπόψιν μας, ότι η κοινωνία του δεν είναι πατριαρχική. Είναι μητριαρχική. Το Άγιον Όρος ανήκει σε μια γυναίκα. Είναι η μητέρα του Θεού: οικονόμος, ηγουμένη, βηματάρισσα, φοβερά προστασία, είναι παντού, ορίζει τα πάντα, και ο κάθε ηγούμενος και γέροντας, νέος μοναχός η προσκυ-νητής, προς Αυτήν στρέφεται. Προς αυτήν στρέφονται και πολλές γυναίκες που ζητούν την προσευχή των μοναχών. Αυτή εκπροσωπεί ολόκληρο το γένος των γυναικών. Καί ο μοναχός –πάντα μιλάμε για το σωστό μοναχό– με αυτήν έχει πάρε δώσε, και καταλήγει να βλέπει στο πρόσωπό της τη γυναίκα, και σε κάθε γυναίκα να βλέπει την Παναγία. Αυτό βέβαια δε γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, προς τα εκεί όμως κατευθύνει η σωστή καλογερική, η αυθεντική μοναστική ζωή.
Ένας μεγάλος πατέρας της Εκκλησίας, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, κάνει μια πολύ σημαντική παρατήρηση.
Επισημαίνει πέντε μεγάλες διαιρέσεις στη φύση:
Πρώτη είναι η διαίρεση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, δηλ. μεταξύ Θεού και δημιουργίας.
Δεύτερη, η διαίρεση της κτίσεως σε νοητά και αισθητά. Μετά η διαίρεση μεταξύ ουρανού και γης.
Ακολουθεί η διαίρεση της γης σε οικουμένη και παράδεισο.
Τέλος, η διαίρεση του ανθρώπου σε άρσεν και θήλυ.
Ο Χριστός ήρθε να άρει τις διαιρέσεις, αφού ενώνει στον εαυτό Του τον Θεό και τον άνθρωπο. Στον εαυτό του συνάγει τα διεστώτα, συνδέει τα πάντα με φιλία και ομόνοια. Την τελευταία διαίρεση, μεταξύ άνδρα και γυναίκας, την αίρει με το να γεννηθεί από μητέρα παρθένο, χωρίς δηλαδή τη συνεύρεση ανδρός και γυναικός. Κι όπως λέει ο σύγχρονός μας άγιος, ο γέρων Πορφύριος, “Ο Χριστός ένωσε το σώμα της Εκκλησίας με τον ουρανό και τη γη. Με τους αγγέλους, τους ανθρώπους και όλα τα δημιουργήματα, με όλη τη κτίση του Θεού, με κάθε μικρό αγριολούλουδο.”
Ο άνθρωπος καλείται να μιμηθεί τον Χριστό. Συνενώνει και αυτός τις διαιρέσεις με το να ενώνεται με τον Χριστό, με το να καλλιεργεί αρετές του Θεού, και κυρίως την αγάπη, που περιέχει όλες τις αρετές. Στον εαυτό του ο Χριστός μας αναδεικνύει αληθινά ανθρώπους, οι οποίοι φέρουν μέσα τους ο ένας τον άλλο.
Κάθε άνδρας και κάθε γυναίκα είναι εικόνα του ίδιου ενσαρκωμένου Θεού, και καλούνται να μορφωθούν σύμφωνα με αυτήν την εικόνα. Έτσι και ο Παύλος καταλήγει ότι “Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ. Πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού”.
Το ευαγγέλιο κηρύσσει την ενότητα και ισότητα ανδρός και γυναικός. Καί πράγματι, στη χριστιανική κοινωνία η θέση της γυναίκας ανυψώθηκε, αφού στον αρχαίο κόσμο εθεωρείτο κατώτερο ον, χωρίς δικαιώματα, κοινωνική θέση και δυνατότητες ανάπτυξης. Αλλά παρά την θεωρητική ομοτιμία, η γυναίκα πάλι ήταν καταπιεσμένη. Δεν είχε προσωπικές επιλογές, νόμοι και συνήθειες ευνοούσαν πολύ περισσότερο τους άνδρες. Έμεναν δηλαδή παγιωμένες αντιλήψεις και προκαταλήψεις αιώνων.
Η παρουσία του γυναικείου μοναχισμού ήταν μια μεγάλη καινοτομία, που ανύψωνε ακόμη περισσότερο τη γυναίκα. Η ενότητα και ισότητα έγινε πιο εμφανής, πιο ουσιαστική στον μοναχισμό. Ίδιο σχήμα, ενδυμασία, υποσχέσεις, καθήκοντα, δικαιώματα, κανόνες ασκήσεως, πνευματικές αρχές, δυνατότητες πνευματικής ζωής. Μιά ασκήτρια αποδείκνυε στην πράξη ότι δεν υστερούσε καθόλου μπροστά στους μεγάλους πατέρες της ερήμου. Οι άνδρες στον ίδιο στίβο τιμούσαν την εφάμιλλή τους γυναίκα, που γινόταν πνευματική μητέρα του κόσμου. Αλλά και κάθε γυναικεία μονή ήταν ένας κόσμος αυτοδιοίκητος, ένα άγιον όρος, με το δικό του πνευματικό οδηγό, την ηγουμένη και πνευματική μητέρα.
Τελικά η αγιότητα ήταν αυτό που έδειχνε την ομοτιμία και ενότητα. Η αγιότητα λοιπόν φανέρωνε την πραγματικά ελεύθερη γυναίκα. Αγιότητα όμως σημαίνει ότι δεν υπήρχε ανταγωνιστική διάθεση, έπαρση η αντιπαλότητα από την πλευρά των μοναχών. Αφού δεν υπήρχε ούτε πόθος αναγνώρισης και επιβράβευσης. Οι γυναίκες αυτές υψώθηκαν γιατί επεδίωξαν την αφάνεια.
Οι φωνές που ακούγονται σήμερα περί του αβάτου –ευτυχώς λιγοστές– δεν προέρχονται από χριστιανικές συνειδήσεις, αλλά από ένα πνεύμα που ζητάει να εξομοιώσει και να αφανίσει. Είναι κι αυτό στο πλαίσιο της κακώς νοουμένης παγκοσμιοποίησης. Μάλιστα φοράει το προσωπείο του ανθρωπισμού και της δικαιοσύνης.
Καί αναρωτιέται κανείς, “μα καλά, στην απαξίωση της γυναίκας σήμερα συμβαλλει η διατήρηση του αβάτου του Αγίου Όρους; Δεν βλέπουμε όλοι την κοινωνική αδικία και την εκμετάλλευση της γυναίκας ανά τον κόσμο; Τα άπειρα κοινωνικά προβλήματα, τον άνομο πλουτισμό και την εξαθλίωση, τον ευτελισμό του ανθρώπινου προσώπου; Δεν βλέπουμε όλοι τι συμβαίνει στις πολιτισμένες κοινωνίες μας;” Η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι πολύ συνηθισμένο πρόσχημα στην υποκρισία της εποχής μας. Φαίνεται όμως ότι πίσω από τέτοιες φωνές, σαν αυτές που μιλάνε περί του αβάτου, δεν είναι η γυναικεία συνείδηση, αλλά κάποια διεθνή κέντρα που θα έχουν συμφέρον από την αλλοίωση του Αγίου Όρους και του μοναχισμού γενικώτερα.
Το να καταργήσουμε παραδόσεις και δοκιμασμένους θεσμούς δεν είναι κατόρθωμα. Το σπουδαίο είναι, όπως λέει ο άγιος Πορφύριος, “να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νιώθουμε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για τη σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνουμε το παν γι’ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας… Εκεί βρίσκεται το μυστήριο: να ενωθούν όλοι σαν ένας άνθρωπος εν Θεώ.”
Επιστρέφουμε όμως και τελειώνουμε με το πιο ουσιώδες. Το Άγιον Όρος είναι ένας τόπος παγκόσμιος, γιατί σφυρηλατεί τον παγκόσμιο άνθρωπο, τον άνθρωπο με την οικουμενική συνείδηση, που είναι ενωμένος με όλους τους ανθρώπους και όλη τη δημιουργία. Η Ορθόδοξη πνευματική ζωή έχει ένα δρόμο προς αυτή την ενότητα και παγκοσμιότητα. Είναι η θεραπεία της καρδιάς από τον εγωισμό, την ιδιοτέλεια, τη φιλαυτία. Μόνο έτσι ο άνθρωπος βρίσκει την ενότητα μέσα του και με τους γύρω του.
Γιά να γίνει αυτό, ο νούς πρέπει να επιστρέφει συνεχώς στην καρδιά –δεν μπορώ να εξηγήσω τι ακριβώς σημαίνει αυτό– πάντως πραγματοποιείται με το συνειδητό έργο της προσευχής και με τις καθημερινές πράξεις αγάπης και θυσίας.