Γυναικεία μονή στην Ίμερα της περιφέρειας Κρώμνης, αφιερωμένη στην αποτομή του Τιμίου Προδρόμου, γνωστή και ως «Γήμερας Αγιάννες». Γιόρταζε στις 29 Αυγούστου. Η παράδοση τοποθετεί την ίδρυση της μονής στα 1710 από τη μοναχή Παϊσία, αδελφή του μητροπολίτη Θεοδοσιουπόλεως Ιακώβου της οικογένειας Χρυσουλάντων από την Ίμερα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ήρθε στη μονή άλλη μια μοναχή από την Ίμερα, και μια τρίτη από τη Μόχωρα.
Έτσι, και αφού κατάφερε να προσελκύσει την προστασία και την ευεργεσία των πλουσίων της γύρω περιοχής και της Αργυρούπολης, εξελίχθηκε σε αξιόλογη πνευματική εστία.
Οι σημαντικότεροι ευεργέτες της μονής προέρχονταν από την οικογένεια των Σαρασιτών, με ουσιαστικό θεμελιωτή της τον αρχιμεταλλουργό Ιγνάτιο Σαρασίτη. Σύμφωνα με τον Κώδικα της μονής, όταν ο Ιγνάτιος επέστρεφε με τη γυναίκα του Βαρβάρα από μια επίσκεψη στη μονή της Παναγίας Σουμελά, ήρθε για να προσκυνήσει και στη μονή του Αγίου Ιωάννη, στην οποία έτυχε ευμενούς υποδοχής. Η γυναίκα του δώρισε στη μονή τη χρυσοποίκιλτη ενδυμασία της, ενώ ο ίδιος αποφάσισε την εκ βάθρου ανέγερση του ναού και των δωματίων της μονής, και για το λόγο αυτόn έστειλε εκεί τον γιο του Γεώργιο Σαρασίτη, πρωτονοτάριο της αρχιεπισκοπής Χαλδίας, ο οποίος ξαναέκτισε το ναό.
Τα εγκαίνια του ναού της μονής πραγματοποίησε το 1745 ο αρχιεπίσκοπος Χαλδίας Ιγνάτιος ο Κουθούρ. Το 1747 ο Γεώργιος Σαρασίτης με έξοδα του πατέρα του συνέταξε τον πρώτο Κώδικα της μονής, βάσει του οποίου συντάχθηκε το 1859 ο νεότερος Κώδικας. Το 1747 η αρχιεπισκοπή Χαλδίας αναγνώρισε τη μονή και την κατέταξε μεταξύ των υπόλοιπων ενοριακών μονών. Το 1780 αναφέρεται ότι ζούσαν εκεί είκοσι μοναχές.
Η μονή τιμήθηκε το 1808 με τη σταυροπηγιακή αξία και διατέλεσε σταυροπηγιακή μονή μέχρι το 1827, οπότε και μετατράπηκε πάλι σε κοινόβιο ενοριακή μονή.
Το 1859, επί ηγουμένης Ρωξάνης της Ιμεραίας, με προτροπή και συνδρομή του Αργυρουπολίτη διδασκάλου Γεώργιου Κ. Παπαδόπουλου αποφασίστηκε η ανακαίνιση του ναού. Με αφορμή την ανακαίνιση αυτή, τοποθετήθηκε πλάκα στη θύρα του ναού που έγραφε τα εξής:
«Ούτος ο θείος ναός του τιμίου ενδόξου προφήτου Προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου ήτο πάλαι ναΐσκος με θόλον, ου τα τείχη ήσαν εζωγραφισμένα παντοιοτρόπως, αλλ’ εκείνος ο ναός κατεδαφίσθη εις τα ερείπια του οποίου ανωκοδομήθη ο νέος ούτος ναός το 1859 έτος επί του αρχιεπισκόπου Χαλδίας κυρίου Θεοφίλου δι’ επιστασίας της καθηγουμενίσσης κυρίας Ρωξάνης μετά της συνοδείας αυτής συν τη βοηθεία των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, ων μνησθείη Κύριος ο Θεός εν τη βασιλεία αυτού εις αιώνα τον άπαντα».
Μια άλλη επιγραφή, περίπου όμοια με την παραπάνω, συνάντησε ο Anthony Bryer στις ερευνητικές του αποστολές και δημοσίευσε στις μελέτες του. Το 1859 ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ανήγειρε δύο μεγάλα δωμάτια στη μονή, κάτι που έπραξαν, αργότερα, και διάφοροι άλλοι πλούσιοι Αργυρουπολίτες. Το 1885 ο Αθανάσιος Παπαδόπουλος Κεραμέας, κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στις μονές του Πόντου, επισκέφτηκε τη βιβλιοθήκη της μονής του Αγίου Ιωάννη, μελέτησε σ’ αυτήν, και στην οποία, όπως αναφέρεται, ιεροσύλησε τον παλιό Κώδικα της μονής. Τη μονή επισκέφτηκε, επίσης, και ο Μηνάς Μηνωίδης το 1845, εφοδιασμένος με συστατικό γράμμα του μητροπολίτη Χαλδίας Θεόφιλου, και βρήκε εκεί ένα ανολοκλήρωτο χειρόγραφο σε περγαμηνή της Παλαιάς Διαθήκης.
Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι στη μονή αντιγράφονταν εκκλησιαστικά και άλλα συγγράμματα.
Η μονή είχε κυκλικό σχήμα, μέσα στο οποίο υπήρχε ο ναός του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου με λιθοστρωμένο προαύλιο, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα είχε δώδεκα μοναχές και είκοσι μεγάλα δωμάτια. Μέσα από τη μονή πήγαζε και η περίφημη πηγή της και τα καλοκαίρια συχνά παραθέριζαν εκεί πολλές πλούσιες οικογένειες της Τραπεζούντας.
Ο Bryer πιθανολογεί πως το 1914, χρονιά που επισκέφτηκε τη μονή ο Dawkins, οι μοναχές αντικαταστάθηκαν από μοναχούς, πληροφορία η οποία όμως είναι λάθος, επειδή με την Ανταλλαγή ήρθαν στην Ελλάδα οι μοναχές της μονής, και μάλιστα μετέφεραν τα κειμήλιά της. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών η μονή και ο ναός καταστράφηκαν, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τους Τούρκους ως στάβλος. Σώζονται μόνο κάποια ερείπια.
Πολλά κειμήλια της μονής, σημαντικής ιστορικής και θρησκευτικής αξίας, όπως βυζαντινές εικόνες, ιερά σκεύη, Ευαγγέλια και ιερά λείψανα διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν στην Ιερά Μονή της Αγίας Παρασκευής Δομήρου-Ροδολίβους στις Σέρρες.
Θεοδόσιος Κυριακίδης
Πηγή:pontos-news Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη.