Back to top

Η Μαρία η Μαγδαληνή, η γυναίκα στην οποία εμφανίστηκε ο Αναστημένος Χριστός ήταν πόρνη;

19/01/2018 - 17:54

Μαρία η Μαγδαληνή. Μια από τις μυροφόρες, στην οποία η σύγχρονη διεστραμμένη μυθιστορηματική σκέψη ορισμένων, την βάφτισε πόρνη.

Η πρώτη εμφάνιση του Αναστάντος

Μαρία η Μαγδαληνή

Ο πρώτος άνθρωπος που είδε τον αναστημένο Κύριο είναι η Μαρία η Μαγδαληνή, μία μαθήτρια του Κυρίου που πολύ έχει παρεξηγηθεί. Οι ερμηνευταί της Δύσεως έχουν πέσει σε φοβερές παρανοήσεις σχετικά με το πρόσωπο αυτό. Την ταύτισαν με τη Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, και αργότερα με την πόρνη που αναφέρεται στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο ότι μετανόησε και άλειψε με μύρα τον Ιησού (7,36-50). Τέλος, είπαν ότι τα επτά δαιμόνια από τα οποία την ελευθέρωσε ο Ιησούς είναι τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Πάρα πολλά έχουν γραφεί για τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Υπάρχει μια ολόκληρη φιλολογία στη Δύση σχετική μ ΄ αυτήν, η λεγομένη Μαγδαληνολογία.

Στις μαρτυρίες που έχουμε από την Καινή Διαθήκη για τη Μαρία τη Μαγδαληνή φαίνεται ολοκάθαρα ότι η Μαρία είχε το επίθετο Μαγδαληνή, διότι καταγόταν από μια περιοχή της Γαλιλαίας που λεγόταν Μάγδαλα. Επίσης τα Ευαγγέλια μας δίνουν την πληροφορία ότι η Μαρία βασανιζόταν από επτά δαιμόνια από τα οποία την ελευθέρωσε, την θεράπευσε ο Κύριος. Μετά τη θεραπεία της η Μαρία έμεινε παρθένος και ακολούθησε τον Κύριο. Είναι μία από τις πιο πιστές, τις πιο ζηλώτριες μαθήτριές του. Αναφέρεται ότι διακονούσε μαζί με άλλες γυναίκες τον Κύριο κι έμεινε κοντά του σ ‘ όλη τη δράση του, ακόμη και στη σταύρωση και στην ταφή του.

Όσο για την ηλικία της, θα πρέπει να ήταν περίπου 60 χρόνων. Βέβαια αυτό δεν αναφέρεται στα Ευαγγέλια, εύκολα όμως μπορεί να το συμπεράνει κανείς ως εξής• η Μαρία πάντοτε αναφέρεται ως αρχηγός των μαθητριών του Κυρίου, πολλές από τις οποίες ήταν μητέρες μαθητών του, ήταν δηλαδή οπωσδήποτε πάνω από 50 η 60 ετών. Άρα η αρχηγός τους θα ήταν τουλάχιστον της ηλικίας τους, αν δεν ήταν μεγαλύτερη.

Χαράματα στον τάφο

Η Μαρία, η πιστή και αφοσιωμένη μαθήτρια του Κυρίου, «τη μια των σαββάτων», δηλαδή την πρώτη μέρα της εβδομάδος, που λόγω της αναστάσεως του Κυρίου ονομάστηκε από τότε Κυριακή, ενώ ακόμη ήταν σκοτάδι, ήρθε να δει τον τάφο του Κυρίου. Ήταν γύρω στις 16 του εβραϊκού μηνός Νισάν, δηλαδή αρχές Απριλίου. Την εποχή αυτή στην Παλαιστίνη ο ήλιος ανατέλλει κατά τις 5.30 π.μ. Η Μαρία ήρθε στον τάφο του Ιησού λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος, δηλαδή τουλάχιστον στις 5 το πρωί, όταν το σκοτάδι δεν είχε ακόμη εντελώς διαλυθεί.

Για ποιο λόγο ήρθε από τα χαράματα στον τάφο του Διδασκάλου; Ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αναφέρει το σκοπό της επισκέψεώς της• οι άλλοι όμως ευαγγελισταί λένε ότι ήρθε κι αυτή όπως και οι άλλες μυροφόρες για ν αλείψουν με μύρα το σώμα του Κυρίου. Η μύρωση ήταν νεκρικό έθιμο των ιουδαίων. Επειδή οι τάφοι δεν έκλειναν καλά τότε, ανέδιδαν άσχημες μυρωδιές, γι αυτό οι συγγενείς των νεκρών πήγαιναν και τούς μύρωναν. Η πράξη αυτή ήταν έθιμο ανάλογο με το δικό μας τρισάγιο.

Με πόνο η Μαρία έρχεται στον τάφο να δείξει την αγάπη της προς το νεκρό σώμα του Διδασκάλου της. Μπορούμε να φαντασθούμε πόσο μεγάλη θα ήταν η έκπληξή της όταν είδε «τον λίθον ηρμένον εκ του μνημείου», το λίθο κυλισμένο από το μνημείο. Τι είχε συμβεί;

Η Ανάσταση

Οταν έφθασε στον τάφο η Μαρία, ο Κύριος είχε ήδη αναστηθεί. Βέβαια, τα Ευαγγέλια δεν περιγράφουν την Ανάσταση, διότι δεν την είδε κανείς. Περιγράφουν μόνο τις εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού. Συνδυάζοντας όμως τις σχετικές ευαγγελικές πληροφορίες μπορούμε να καταλάβουμε πως περίπου έγινε η Ανάσταση.

Ο τάφος ήταν κατάκλειστος. Οι Φαρισαίοι, όπως εξιστορεί ο ευαγγελιστής Ματθαίος (27,62-66), την άλλη μέρα μετά την ταφή του Κυρίου, παρουσιάστηκαν στον Πιλάτο και ζήτησαν να τους επιτρέψει να βάλουν φρουρά στον τάφο, διότι φοβούνταν μήπως κλέψουν το σώμα του Κυρίου οι μαθηταί του. Έβαλαν λοιπόν φρουρά για να φυλάγη τον νεκρό. Αλλά επειδή δεν είχαν εμπιστοσύνη στους φρουρούς και φοβούνταν μήπως κανείς απ αυτούς πληρωθεί από τους μαθητές και κλέψει το νεκρό σώμα, ασφάλισαν τον τάφο με σφραγίδες από βουλοκέρι, για να μη μπορούν να τον πειράξουν οι φρουροί.

Ο Ιησούς έγινε άφαντος μέσα από τον τάφο χωρίς κανείς να καταλάβει ότι αναστήθηκε, και βγήκε χωρίς να μετακινηθεί καθόλου η πλάκα, χωρίς να πειραχτούν οι σφραγίδες. Βγήκε αοράτως ο Κύριος από τον τάφο. Γι αυτό ψάλλουμε το Πάσχε• «Φυλάξας τα σήμαντρα σώα, Χριστέ, εξηγέρθης του τάφου», που σημαίνει• «Χριστέ, αναστήθηκες και βγήκες από τον τάφο διατηρώντας τις σφραγίδες σώες», χωρίς να πειράξεις τούς σπάγγους και το βουλοκέρι.

Επίσης τα Ευαγγέλια δεν αναφέρουν τίποτε για την ώρα της Αναστάσεως. Υποθέτω πως θα έγινε μερικές ώρες μετά τα μεσάνυχτα, ίσως στις 3 το πρωί• έτσι το σώμα του Ιησού έμεινε στον τάφο καί μερικές ώρες από την τρίτη ημέρα, για να εκπληρωθεί η προφητεία της τριημέρου ταφής του, η οποία βέβαια δεν εννοεί τρία ολόκληρα εικοσιτετράωρα. Ο τάφος λοιπόν ήταν για ώρα πολλή ή για ώρες άδειος και οι στρατιώτες φύλαγαν άδειο τάφο νομίζοντας ότι ο νεκρός είναι μέσα.

Το κενό μνήμα

Έτσι είχαν τα πράγματα, όταν κατά τις 5 το πρωί πλησίασαν στον τάφο οι γυναίκες για να ρίξουν τα αρώματα. Στο δρόμο αναρωτιούνταν• «τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον;»(Μρ 16,3), ποιός θα μας κυλίσει τη βαριά πλάκα; Δεν ήξεραν ότι οι φαρισαίοι είχαν βάλει φρουρά. Στο μεταξύ έγινε σεισμός και άγγελος Κυρίου έρριξε κάτω την πλάκα, για να φανεί ο άδειος τάφος. Οι στρατιώτες λιποθύμησαν από το φόβο τους και έντρομοι έτρεξαν να ειδοποιήσουν τούς αρχιερείς.

Έφυγαν οι στρατιώτες, γι αυτό οι γυναίκες δεν βρήκαν κανένα στον τάφο. Η Μαρία που είχε φθάσει πριν από τις άλλες μαθήτριες, μόλις είδε τον τάφο άδειο, ταράχτηκε, διότι υπέθεσε ότι κάποιος είχε κλέψει το σώμα του αγαπημένου της νεκρού. Ποτέ δεν φαντάστηκε ότι ήταν δυνατόν ν ΄ αναστήθηκε ο Χριστός. Την αγωνία και το φόβο της αυτό τρέχει ν ΄ ανακοινώσει στον Πέτρο και τον Ιωάννη.

Τρέχουν κι αυτοί στο μνήμα και πείθονται ότι πράγματι το σώμα του Κυρίου λείπει• κάποιος το πήρε. Αυτό σημαίνουν τα λόγια του ευαγγελιστού Ιωάννου «είδε και επίστευσεν» ( Ιω 20,8), δηλαδή πίστεψε ότι πράγματι το σώμα του Κυρίου λείπει από τον τάφο.

Και στη συνέχεια ο ευαγγελιστής εξηγεί• «ουδέπω γαρ ήδεισαν την γραφήν ότι δει αυτόν εκ νεκρών αναστήναι» (20,9). Τα ολοκάθαρα και ανέπαφα οθόνια, και το καλοδιπλωμένο χωριστά σουδάριο έκραζαν, βοούσαν ότι το νεκρό σώμα του Κυρίου δεν το απέσπασαν άλλοι μέσα από τα οθόνια, αλλά βγήκε μόνος του ο Κυριος, ως νικητής, ως εξουσιαστής του θανάτου• αναστήθηκε, σηκώθηκε, δίπλωσε τα ρούχα του, τα σκεπάσματά του και τ άφησε τακτοποιημένα. Εν τούτοις οι μαθηταί εξακολουθούν να απορούν. Αυτό δείχνει ολοφάνερα ότι δεν είχαν καμιά υπόνοια, ούτε ίχνος προσδοκίας της Αναστάσεως.

Μετά την επίσκεψη του Πέτρου και του Ιωάννου η Μαρία επιστρέφει στο μνήμα. Θέλει να ξαναδεί, να βεβαιωθεί. Δεν μπορεί να το πιστέψει πως δεν θάχει ούτε την ελάχιστη ικανοποίηση να προσφέρει τις νεκρικές τιμές στον Διδάσκαλο. Κι εκεί, έξω από το κενό μνήμα, αφήνει να ξεχυθεί σε θρήνο όλος ο πόνος της για την εξαφάνιση του σώματος του Διδασκάλου της.

Ο «κηπουρός»

Καθώς έκλαιγε ρίχνει ένα βλέμμα στο εσωτερικό του τάφου και βλέπει εκεί δύο λευκοφορεμένους αγγέλους. Εκείνοι την ρωτούν• «Γύναι, τι κλαίεις;». Και η Μαρία τούς απαντά• « Ότι ήραν τον Κύριον μου, και ουκ οίδα που έθηκαν αυτόν» ( Ιω 20,13). Λέγοντας αυτά παρατηρεί μια ξαφνική έκπληξη να ζωγραφίζεται στα πρόσωπα των αγγέλων. Στρέφει κι αυτή πίσω το βλέμμα της να δει τι βλέπουν οι άγγελοι και βλέπει τον Ιησού. Δεν τον γνώρισε.

Ο Ιησούς και ως άνθρωπος ακόμη μετά την Ανάσταση μόνο αν θέλει είναι ορατός και γνώριμος στους ανθρώπους. Η Μαρία τον βλέπει αλλά δεν τον γνωρίζει. Ούτε την όψη του αλλά ούτε και τη φωνή του γνωρίζει, όταν ο Κύριος την ρωτά• « Γύναι , τι κλαίεις; τίνα ζητείς;». Νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός του κήπου που βρίσκεται γύρω από τον τάφο του λέει• «Κύριε, ει συ εβάστασας αυτόν, ειπέ μοι που έθηκας αυτόν, καγώ αυτόν αρώ» (20,15).

Ο τρόπος με τον οποίο μιλά, δείχνει πόσο ισχυρά συναισθήματα την διακατέχουν. Η βαθιά θλίψη και η μεγάλη αγάπη δεν την αφήνουν να σκεφθεί ότι μιλά σ ‘ έναν άγνωστο και ότι είναι φυσικό να μην ξέρει ο άνθρωπος για τι πράγμα του μιλάει. Δεν σκέπτεται να δώσει πρώτα κάποια εξήγηση στον άγνωστο, να του πει ποιός είναι αυτός για τον οποίο κλαίει, για τον οποίο ρωτά. Κι έπειτα, πως θα σηκώσει αυτή, μια γυναίκα, ένα νεκρό; Η αγάπη όμως δεν τα υπολογίζει αυτά.

«Μη μου άπτου»

Τότε ο Ιησούς, επιτρέποντας να γνωρισθεί και η μορφή του και η φωνή του, την προσφωνεί «Μαρία». Η Μαρία μετά την απάντησή της προς το δήθεν κηπουρό είχε στραφεί πάλι προς τον τάφο, αφήνοντάς τον πίσω της. Μόλις ακούει τη φωνή του Κυρίου στρέφεται αμέσως πίσω, τον βλέπει και οπωσδήποτε προσπίπτοντας στα πόδια του φωνάζει « Ραββουνί», που σημαίνει «Διδάσκαλέ μου!» ( Ιω 20,16). Όχι πια Κύριε, αλλά Ραββουνί. Ο άγνωστος που την πλησίασε, που πονετικά την ρώτησε γιατί κλαίει, δεν είναι άγνωστος, είναι πολύ γνωστός της, είναι ο αγαπημένος της Διδάσκαλος. Ένας κεραυνός χαράς την συγκλονίζει και ορμά ασυγκράτητη να πιάσει, να φιλήσει τα πόδια του. Αλλά ο Κύριος σοβαρά την εμποδίζει λέγοντας• «Μη μου άπτου• ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον πατέρα μου• πορεύου δε προς τούς αδελφούς μου και ειπέ αυτοίς• αναβαίνω προς τον πατέρα μου και πατέρα υμών, και Θεόν μου και Θεόν υμών» (20,17).

Στο χωρίο αυτό, ένα από τα δυσκολότερα της Καινής Διαθήκης, δόθηκαν ποικίλες ερμηνείες, τις οποίες δεν θεωρώ σκόπιμο να εκθέσω εδώ. Κατ αρχήν, ορισμένοι ερμηνευταί κακώς απέκοψαν το λόγο του Κυρίου «μη μου άπτου» από την υπόλοιπη συνάφεια και διατύπωσαν την απορία• Γιατί ο Κύριος απαγορεύει στη Μαρία να τον εγγίζει; Την ορθή ερμηνεία δίνει ο αυθεντικότερος ερμηνευτής της Εκκλησίας μας, ο ιερός Χρυσόστομος. Η απαγόρευση «μη μου άπτου», που εκφέρεται σε ενεστώτα χρόνο, φανερώνει ότι η Μαρία είχε ήδη περιπτυχθεί τα άχραντα πόδια του Κυρίου, όταν αυτός της μιλά. Εξ άλλου λίγο αργότερα ο Κύριος συναντά τις μυροφόρες και τις επιτρέπει ν αγκαλιάσουν και να φιλήσουν τα πόδια του (Μθ 28,9). Ο ίδιος επίσης παρότρυνε το Θωμά και τούς άλλους μαθητές να τον ψηλαφήσουν ( Ιω 20,27• Λκ 24,39). Με το «μη μου άπτου», λοιπόν, ο Κύριος αποτρέπει τη Μαρία, όχι διότι δεν πρέπει να τον εγγίσει, αλλά διότι θέλει να της διδάξει ορισμένα πράγματα.

Η Μαρία, όταν βλέπει τον αγαπημένο Διδάσκαλο, νομίζει ότι αυτός αναστήθηκε, όπως ανέστησε και τόσους άλλους νεκρούς, και ότι θ ‘ αρχίσει πάλι την παλιά συναναστροφή με τούς μαθητές και τις μαθήτριές του, ότι θα κηρύττει, θα έχη ανάγκη της διακονίας της, πράγμα που της δίνει ιδιαίτερη χαρά. Νομίζει ότι η νίκη του και η δόξα του ήταν ν ‘ αποδείξει στους Φαρισαίους ότι άδικα τον δολοφόνησαν. Δεν μπορεί να συλλάβει τον παγκόσμιο, τον αιώνιο, τον πνευματικό χαρακτήρα της νίκης του κατά του θανάτου. Δεν γνωρίζει ότι η κατάσταση της ανθρώπινης φύσεως του Κυρίου δεν είναι πλέον η κατάσταση της φθοράς, των φυσικών αναγκών, της ταπεινώσεως. Δεν τον είδε ακόμη να παρουσιάζεται «κεκλεισμένων των θυρών», αλλά μόνο να πλησιάζει σαν ταπεινός κηπουρός. Χαίρεται όπως ακριβώς χάρηκαν οι αδελφές του Λαζάρου, όταν είδαν αναστημένο τον αδελφό τους. Τίποτε περισσότερο δεν κατάλαβε. Πρέπει όμως να τα μάθη όλα.

Ο Κύριος, λοιπόν, θέλει να την διδάξει ότι είναι πλέον στη δόξα του, ότι αυτός είναι ο Θεός και ανήκει τόσο σ ‘ αυτήν όσο και σ ‘ ολόκληρο τον κόσμο, ότι πρέπει να πλησιάζει μ’ ένα άλλο φρόνημα. Επειδή όμως ήταν υπεροπτικό και αντιπαιδαγωγικό να της πει κατευθείαν όλα αυτά, υψώνει το νου της στα υψηλότερα, έμμεσα και σιγά-σιγά, λέγοντας ότι «δεν ανέβηκε ακόμη στον Πατέρα του». Έτσι, επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος, δείχνει ότι εκεί, στον Πατέρα, σκοπεύει και σπεύδει να πάει. «Τον δε εκεί μέλλοντα απιέναι και μηκέτι μετά ανθρώπων στρέφεσθαι, ουκ έδει μετά της αυτής οράν διανοίας, ης και προ τούτου» (Εις Ιωάννην, Ομιλ. 86,2• ΕΠΕ 14,704).

Γι αυτό και τούς μαθητές του κατά καιρούς μόνο τούς πλησιάζει. Η σχέση του με τούς μαθητές του και με τούς πιστούς του στο εξής δεν θα είναι όπως πριν. Θα είναι εντελώς πνευματικές. Για να μη λυπηθεί όμως από την απαγόρευση η Μαρία και αρχίσει να συλλογίζεται ότι περιφρονήθηκε, την καθιστά ο Κύριος πρώτη ευαγγελίστρια της αναστάσεώς του, παραγγέλλοντας να πει στους μαθητές ό,τι της είπε Αυτός.

Το νόημα των λόγων του είναι• «Μη μ εγγίζης, Μαρία, διότι δεν ανέβηκα ακόμη στον Πατέρα μου. Εκεί όμως πρόκειται να πάω και δεν θα συναναστρέφομαι πλέον με ανθρώπους, γι αυτό δεν πρέπει να με βλέπεις έτσι όπως μ’ έβλεπες μέχρι τώρα».

Η συμπεριφορά του Κυρίου προς τη Μαρία τη Μαγδαληνή είναι ανάλογη με τη συμπεριφορά του προς τη μητέρα του, όταν στο γάμο της Κανά πήγε να τον πλησιάσει. Τότε στην προτροπή της μητέρας του να κάνη κάτι διότι «οίνον ουκ έχουσι», ο Κύριος απήντησε σοβαρά• «τι εμοί και σοι, γύναι;». Της έδειξε έτσι ότι ο Διδάσκαλος Ιησούς δεν ανήκει πλέον στην ταπεινή οικογένεια της Ναζαρέτ, αλλά στην πνευματική οικογένεια των μαθητών του. Και τώρα στη Μαγδαληνή ο Κύριος λέει «μη μου άπτου». Δεν ανήκει πλέον στην πνευματική έστω αλλά περιορισμένη οικογένεια των μαθητών• μπήκε τώρα στην παγκόσμια οικογένεια που έχει πατέρα τον Θεό . Αλλάζουν οι σχέσεις του με τούς μαθητές και τις μαθήτριές του. Μετά την Ανάσταση, λοιπόν, ο Κύριος κηρύττει τη νέα κατάσταση του, ενημερώνει το στενό του περιβάλλον για τις νέες μεταβολές και τα αποτελέσματα της νίκης του. Και αρχίζει από τη Μαρία με το «μη μου άπτου».

Η πρώτη ευαγγελίστρια

Το γεγονός ότι ο Κύριος εμφανίστηκε πρώτα στη γυναίκα αυτή, έχει ορισμένα βαθύτερα νοήματα.

* Η Μαρία απολαμβάνει πρώτη τη χαρά της συναντήσεως με τον Κύριο κι αυτό για να βραβευθεί η αφοσίωση, η πίστη της στον Διδάσκαλο, η αγάπη της ευγνώμονης καρδιάς της.

*Το ότι ο Κύριος εμφανίζεται πρώτα σε μαθήτρια και όχι σε μαθητή του, είναι κι αυτό επιβράβευση της ταπεινής αφοσιώσεως των Γύναικών, που δεν σκανδαλίσθηκαν καθόλου από το θάνατό του, ενώ οι μαθηταί κάπως σκανδαλίσθηκαν. Και φαίνεται ο σκανδαλισμός τους τόσο από το διασκορπισμό τους κατά τη σύλληψη όσο και από την απελπισία των πορευομένων προς Εμμαούς.

*Τέλος, το ότι εμφανίσθηκε πρώτα σε γυναίκα και έπειτα σε άνδρα, καθώς λέγουν και οι αρχαίοι ερμηνευταί, έγινε για να ενθαρρυνθεί η γυναίκα, η οποία πρώτη και περισσότερο από τον άνδρα αμάρτησε στον Παράδεισο. Η γυναίκα έδειξε κατά την αποκατάσταση πίστη που βραβεύθηκε στο πρόσωπο της Μαρίας Μαγδαληνής, για να αποπλύνει το όνειδός της στον Παράδεισο, όπου πρώτη παρέβη την εντολή του Θεού.

(Από το βιβλίο του κ. Στ. Σάκκου «Αληθώς ανέστη ο Κύριος», το οποίο μπορείτε να βρείτε σε όλα τα ορθόδοξα χριστιανικά βιβλιοπωλεία ) Αγιογραφικές, αγιοπατερικές, ιστορικές, εμπειρικές μαρτυρίες και αποδείξεις για την ιστορικότητα της Αναστάσεως του Χριστού, που άλλαξε την πορεία του κόσμου. Σελίδες208, έκδοση Δ΄ Πηγές : ( http://www.apolytrosis.gr/web/guest/home )

( http://www.apolytrosis.gr/web/guest/magdalini )

Αντωνίου Κραποβίτσκυ (1863-1936), Μητροπολίτου Κιέβου:
Οι τρεις επισκέψεις της Μαρίας της Μαγδαληνής στον Τάφο του Κυρίου