Η σκέψη μας και πάλι στρέφεται στο πρόσωπο της Παναγίας. Άλλωστε, δεν έχουμε πού να καταφύγουμε γι’ αυτό, και μαζί με τον πολύπαθο Αυτοκράτορα της Νικαίας Θεόδωρο Δούκα τον Λάσκαρη, επαναλαμβάνουμε θρηνητικά και ικετευτικά:
«Και πού λοιπόν άλλην ευρήσω αντίληψιν; Πού προσφύγω; Πού δε και σωθήσομαι; Τίνα θερμήν έξω βοηθόν, θλίψεσι του βίου, και ζάλαις οίμοι! κλονούμενος; Εις σε μόνην ελπίζω, και θαρρώ και καυχώμαι και προστρέχω τη σκέπη σου, σώσον με»1.
Η Παναγία, καθώς την εγκωμιάζει ο θεοφόρος Δαμασκηνός, είναι :
«Ο νέος ουρανός», από τον οποίο ανέτειλε ο μέγας ήλιος και ανέσπερος2.
«Η διαυγής πηγή» από την οποία πηγάζει το φαιδρόν και καθαρότατον και αείζωον ύδωρ3.
«Ο ποταμός του Θεού ο ανεξάντλητος» από τον οποίον καταρδεύεται ολόκληρη η κτίσις4.
«Το εύωσμον θυμίαμα» και «το μύρον το πολύτιμον»5, που οσφραίνονται οι Χριστιανοί με απέραντη αγαλλίαση.
Γι’ αυτό και εμείς, μέσα στη δυσοσμία που επικρατεί γύρω μας, και μάλιστα στις ημέρες μας, όπου έχουμε θέσει ως κανόνα της ζωής μας την απιστία, την αθεΐα, την έκπτωση από την αρετή και την ανατριχίλα του θανάτου, απευθυνόμαστε στη Θεοτόκο και την χαιρετίζουμε μαζί με τον ιερό υμνογράφο: «Χαίρε, οσμή του Χριστού ευωδίας».
Ευωδία Χριστού. Η θαυμαστή καθαρότητα της Θεοτόκου, που ανέδειξε την πάναγνη ψυχή της ευωδία Χριστού, δεν είναι τόσο εύκολο να περιγραφεί, ούτε να συλληφθεί από το νου του ανθρώπου. Ήταν τόσο αμόλυντη και άσπιλη, ώστε ο Αρχάγγελος εξεπλάγη την ημέρα του Ευαγγελισμού της, όταν της μετέφερε τα χαροποιά μηνύματα του Ουρανού. Γι’ αυτό και ψάλλουμε, «Την ωραιότητα της παρθενίας Σου, και το υπέρλαμπρο το της αγνείας Σου, ο Γαβριήλ καταπλαγείς εβόα Σοι, Θεοτόκε»6.
Είναι χαρακτηριστικός στο σημείο αυτό ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας, ο οποίος αναφέρεται στην πολιτεία της Παναγίας γράφοντας τα εξής συγκλονιστικά :
«Βίος πανάμωμος, ζωή πάναγνη, άρνηση κάθε κακίας, άσκηση όλων των αρετών, ψυχή από το φως καθαρότερη, σώμα εντελώς πνευματικό, λαμπρότερο από τον ήλιο, από τον ουρανό καθαρότερη, από τους χερουβικούς θρόνους ιερότερη, φτερούγισμα νου, που δεν δειλιάζει μπροστά σε κανένα ύψος, που ξεπερνά ακόμη και τα φτερά των αγγέλων• θείος έρωτας, που απορρόφησε και αφομοίωσε κάθε άλλη επιθυμία της ψυχής. Κτήμα του Θεού, ένωση με τον Θεό, που δεν χωρεί σε καμιά ανθρώπινη σκέψη. Έτσι, έχοντας στολίσει με τέτοιο κάλλος και το σώμα και την ψυχή της, κατορθώνει να ελκύσει πάνω της το βλέμμα του Θεού. Και αναδεικνύοντας, χάρη στη δική της ωραιότητα, τίμια και ευγενή ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, κατέκτησε τον Απαθή. Και έγινε άνθρωπος εξαιτίας της Παρθένου Εκείνος, που εξαιτίας της αμαρτίας ήταν στους ανθρώπους μισητός»7.
Πόσο συγκλονιστική είναι, ακόμη, η ρύση του ουρανοφάντορος Βασιλείου για την γενεά εκείνη που έζησε η ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ: «ομότιμον της καθαρότητος Μαρίας ουκ είχεν η κατ’ εκείνην γενεά των ανθρώπων, ώστε ενέργειαν του Πνεύματος υποδέξασθαι»8, δηλαδή, δεν είχε εκείνη η γενεά των ανθρώπων κανέναν ισάξιο της Μαρίας ως προς την καθαρότητα, ώστε να δεχθεί την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Γι’ αυτό κι αυτή η καθαρή και αγνή ζωή της Θεοτόκου την κατέστησε «ευρύχωρο σκήνωμα», ώστε να φιλοξενήσει στα πανάχραντα σπλάχνα της τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού.
Ευωδία Χριστού. Όχι μόνο η καθαρότητα, όπως την περιγράφουν τα πάγχρυσα στόματα του λόγου, οι θεοφόροι Πατέρες, αλλά και οι αρετές τις οποίες με σπουδή καλλιέργησε, την ανέδειξαν «θυμιατήριον εύοσμον» του Θεού Λόγου και «ψαλτήριον τερπνόν» του Αγίου Πνεύματος.
Πώς να μην εγκωμιάσει κανείς την αγάπη της και την αφοσίωσή της στο Θεό;
Πώς να μην επαινέσει την πίστη της;
Πώς να μην παρουσιάσει την υψοποιό ταπείνωσή της;
«Κεχαριτωμένη»9 την ονομάζει ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. «Δούλη Κυρίου»10, ονομάζει εκείνη τον εαυτό της. Τόσο ήταν το ύψος της ταπεινοφροσύνης της, που και ο ουράνιος απεσταλμένος εξεπλάγη.
Γι’ αυτό και γεμάτος θαυμασμό ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης θα προσθέσει : «Ιδού η δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου• ως δούλη βρίσκομαι ενώπιον του δεσποτικού νεύματος• ως χώμα υπόκειμαι στα χέρια του κεραμέα, καθώς θέλει εξουσιαστικά ας πράξει σε μένα η θέλησή Του. Καθώς επιθυμεί με φιλανθρωπία σε μένα ας θαυματουργήσει την παράδοξη κυοφορία• γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου• είθε να γίνουν σε ένα πραγματικότητα τα λόγια Σου»11.
Στην ίδια συχνότητα κινείται και ο Άγιος Ανδρέας Επίσκοπος Κρήτης, που σημειώνει τα εξής, «Η δε Παρθένος άφησε χαροποιό φωνή : Ιδού η δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου, εκείνο καθαρώς λέγουσα• είμαι έτοιμη προς τούτο, και κανένα εμπόδιο δεν υπάρχει• η ψυχή πρόθυμη, η κοιλία κατάλληλη … ιδού η δούλη Κυρίου, ευπειθής σε υπακοή• προς εξυπηρέτηση ευπρεπής• προς υποδοχή έτοιμη• είθε να γίνει σε μένα σύμφωνα με αυτό που είπες»12.
Συνδεδεμένη με την ταπείνωση είναι και η υπακοή. Στο πρωτάκουστο και παράξενο μήνυμα της υψίστης διακονίας της δεν αντιτάσσεται στο θέλημα του Θεού, αλλά πειθαρχεί ως ταπεινή δούλη. Από τότε γίνεται για όλους τους ανθρώπους υπόδειγμα υπακοής στο θέλημα του Θεού.
Αποκαλυπτικός είναι στο σημείο αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ο οποίος συγκρίνει το πρόσωπο της Εύας της Παλαιάς Διαθήκης με την νέα Εύα της Καινής Διαθήκης : «Αφού η Εύα, του φιδιού το μήνυμα ν’ ακούση που έστερξε και που τη συμβουλή του εχθρού εδέχτη, κι η αίσθηση μαγεύτηκε απ’ τ’ άγγιγμα της ψεύτικης κι απατηλής χαράς, κέρδισε την απόφαση του πόνου και της θλίψης, γεννά μ’ ωδίνες τα παιδιά, και καταδίκη παίρνει εις θάνατον μαζί με τον Αδάμ, και μες στου κόλπους του Άδη κατοικεί. Κι αυτήν εδώ, που αλήθεια είναι μακαριστή, που έκλινε μ’ υποταγή το αυτί στο λόγο του Θεού, και απ’ τις ενέργειες γέμισε του Πνεύματος, και στην κοιλιά της κράτησε με τη φωνή του αγγέλου εκείνον που είναι η ευδοκία του Πατρός, αυτήν που δίχως ηδονή κι ανέγγιχτη από άνδρα συνέλαβε του Θεού Λόγου την υπόσταση που γεμίζει τα πάντα, και δίχως πόνους γέννησε ως έπρεπε, κι ενώθηκε με τον Θεό ολάκερη»13.
Έτσι αναδείχθηκε ευωδία Χριστού. Έγινε η μητέρα του Θεού, που σκορπίζει αυτή τη θεϊκή ευωδία ως οσμή μύρου μοναδική, προκειμένου οι άνθρωποι να ελκύονται στον καθαρότατο Κύριο και να αποκτούν τη λύτρωση και τη σωτηρία.
Έχουμε ανάγκη, λοιπόν, αυτής της ευωδίας γιατί βρισκόμαστε κάτω από την επήρεια της δυσοσμίας των παθών.
Έχουμε ανάγκη της Παναγίας για να γίνουμε κι εμείς ευωδία Χριστού.
Όποιος πλησιάζει την Παναγία γεμίζει από πνευματική χαρά. Ευωδιάζει το πρόσωπό του, ευωδιάζει η καρδιά του, ευωδιάζει ολόκληρη η ύπαρξή του. Αλλάζει η Παναγία όλη την ψυχοσωματική οντότητα του ανθρώπου. Τον γεμίζει με την χάρη του Υιού και Θεού της. Γι’ αυτό κι όταν ασπαζόμαστε τις ιερές εικόνες, τα χαριτόβρυτα και ευωδιάζοντα ιερά λείψανα αποκομίζουμε όχι μόνο ευλογία και χάρη αλλά και ευωδία Χριστού.
Έχουμε ανάγκη της Εκκλησίας, που είναι τύπος της Παναγίας, γιατί χρειαζόμαστε στη ζωή μας την παρουσία των ιερών μυστηρίων.
Μόνο δι’ αυτών και ιδιαιτέρως διά της Θείας Ευχαριστίας ο πιστός ενωμένος με τον Κύριο Ιησού, γίνεται και ο ίδιος ευωδία Χριστού.
Στο χέρι μας είναι να πλησιάσουμε την Παναγία ώστε και η ζωή μας να γίνει θυμιατήριο του Χριστού, που θα σκορπά το άρωμα της πίστεως και της ευλαβείας στην ταραγμένη εποχή μας.
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
1 Ακολουθία του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος, Ωδή δ΄
2 Νικοδήμου Αγιορείτου, Θεοτοκάριον, ήχος α΄, Παρασκευή εσπέρας, ωδή στ΄
3 αυτόθι
4 αυτόθι
5 Κανών του Ακαθίστου Ύμνου, Ωδή α΄
6 Τροπάριον της Ακολουθίας του Ακαθίστου Ύμνου.
7 Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Η Θεομήτωρ, σελ. 122-124.
8 Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία εις την αγίαν του Χριστού γέννησιν, κεφ. 3, PG 31,1464C
9 Λουκ. 1,28
10 Λουκ. 1,38
11 Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εορτοδρόμιον, τομ. Α΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, 447
12 αυτόθι
13 Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, Η Θεοτόκος, Αποστολική Διακονία, 1970, σελ. 154.