Σήμερα Κυριακή Α΄ Λουκά και ημέρα Συνάξεως της Παναγίας της «Μυρταριώτισσας», όπως λέγεται στην Σύμη, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύμης, Τήλου, Χάλκης και Καστελλορίζου κ. Χρυσόστομος χοροστάτησε στον Όρθρο και τέλεσε την Θεία Λειτουργία στο ομώνυμο Ι. Εξωκκλήσιο, που βρίσκεται σε περίοπτη θέση στην ενδοχώρα της Νήσου.
Συλλειτουργούς του είχε τον π. Στέφανο Μακρή Γεν. Αρχιερατικό Επίτροπο και τον Ιεροδιάκονο π. Παύλο Τερεζάκη, ενώ το Ι. Αναλόγιο διακόνησαν οι Ιεροψάλτες κ. Δημοσθένης Γιανναράς και κ. Ελευθέριος Ξηράκης.
Ο Σεβασμιώτατος δραττόμενος της ευλογημένης αυτής ευκαιρίας, ομίλησε προς τους ευαρίθμους εκκλησιαζομένους πιστούς, λαμβάνοντας αφορμή από το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα της Α΄ Κυριακής Λουκά, περί της κλήσεως των τεσσάρων πρώτων Αποστόλων, γεγονός το οποίο συνέβη ως εξής:
Ο Χριστός βρέθηκε δίπλα στη λίμνη της Γεννησαρέτ, που ονομαζόταν και θάλασσα της Τιβεριάδος, έχοντας γύρω Του πολύ κόσμο, ο οποίος ήθελε να ακούσει τους θείους Του λόγους. Στην άκρη της λίμνης είχαν αράξει δυό ψαροκάικα και οι ψαράδες, μετά από ολονύχτια άκαρπη προσπάθεια, καθάριζαν τα δίχτυα τους.
Για να βλέπουν τον Κύριο όλοι οι άνθρωποι, Εκείνος ανέβηκε σε ένα από τα πλοιάρια και τους μιλούσε. Όταν τελείωσε, είπε στον Πέτρο, έναν απ’ τους ψαράδες εκείνους, να ξαναρίξει τα δίχτυα του στη θάλασσα. Εκείνος υπάκουσε και το ανέλπιστο αποτέλεσμα ήταν να πιαστούν τόσα ψάρια, που γέμισαν και τα δυό πλοία, σε βαθμό που παραλίγο να βουλιάξουν από το υπερβολικό βάρος. Τότε ο Χριστός κάλεσε τους ψαράδες να γίνουν μαθητές Του και εκείνοι αμέσως άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν.
Εν συνεχεία ο Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος ανεφέρθη στο ιστορικό της σημερινής Θεομητορικής συνάξεως και στο προσωνύμιο της Παναγίας μας ως «Μυρτιδιώτισσα», το οποίο ως γνωστόν προέρχεται από την Εικόνα Της που ευρέθη στη νήσο των Κυθήρων ανάμεσα σε μυρτιές. Από εκεί προφανώς σε παλαιότερες εποχές, οι Συμαίοι σπογγαλιείς που κατά τα ταξίδια τους προς τα βόρεια παράλια της Αφρικής επισκέπτονταν τα Κύθηρα, γνώρισαν το θαυμαστό γεγονός και έφεραν την τιμή της «Μυρταριώτισσας», κατά την ντοπιολαλιά της Σύμης και στο νησί τους, ανεγείροντας εδώ και τον ομώνυμο Ναό. Του λόγου το αληθές μάλιστα, αποδεικνύει και η εύρεση του μηχανισμού των Αντικυθήρων, από Συμαίους σφουγγαράδες στην ευρύτερη περιοχή το έτος 1900.
Η δε εικόνα της Θεοτόκου, ευρέθη συγκεκριμένα από κάποιον βοσκό σε μία κοιλάδα νοτιοδυτικά του νησιού των Κυθήρων γεμάτη από μυρτιές, που ονομάζεται Μυρτίδια, πιθανότατα τον 13ο αιώνα. Λόγω των συχνών πειρατικών επιδρομών η εικόνα μεταφέρθηκε στο φρούριο της πρωτεύουσας των Κυθήρων από όπου και επανήλθε στα Μυρτίδια μεταξύ του 1824 και του 1855.
Η αγάπη των Κυθηρίων φύλαξε την εικόνα μέσα σε μία ολόχρυση επένδυση, αληθινό αριστούργημα φτιαγμένο από τον κρητικό καλλιτέχνη Νικόλαο Θεόφιλο Σπαθάκη κατά το έτος 1837 (Μαρτίου 12 όπως είναι χαραγμένο). Στο κάτω μέρος της χρυσής επένδυσης απεικονίζονται τρία θαυμαστά γεγονότα-θαύματα: η εύρεση της εικόνας από τον βοσκό, το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου την 24η Σεπτεμβρίου (αρχές του 17ου αιώνα) και το θαύμα της διάσωσης του φρουρίου των Κυθήρων από τους κεραυνούς (22 Ιανουαρίου 1829).
Προ της Απολύσεως ετελέσθη Αρτοκλασία και η περιφορά της Ι. Εικόνος της Θεομήτορος. Τέλος η ευλαβής οικογένεια των Επιστατούντων τον Ναό προσέφερε σ’ όλους τους πιστούς φρεσκοψημένο καφέ και εκλεκτά παραδοσιακά κεράσματα.