Η Αγία ονομάστηκε Μυροφόρος γιατί μαζί με τις άλλες Μυροφόρες αγόρασαν αρώματα και μύρα και πήγαν να αλείψουν το σώμα του Διδασκάλου που βρισκόταν στον τάφο. Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, η Μαρία η Μαγδαληνή το βράδυ του Σαββάτου ξημερώματα προς Κυριακή ξεκινά με τις άλλες Μυροφόρες προς τον τάφο του Κυρίου «τη δε μια των σαββάτων όρθρου βαθέος ήλθον επί το μνήμα φέρουσαι α ητοίμασαν αρώματα, και τινες συν αυταίς ». Ηρωική, τολμηρή και θαρραλέα, δοσμένη στον ιερό της σκοπό, πρωτοπόρος της πίστεως θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την Αγία. Αυτό εξάγεται και με τον τρόπο που την ανάφερουν τα Ευαγγέλια. Και οι τέσσερις Ευαγγελιστές την αναφέρουν πρώτη από όλες τις άλλες Μυροφόρους. Ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει ότι η Μαγδαληνή Μαρία «πάνυ γαρ περί τον Διδάσκαλον φιλοστόργως έχουσα… ».
Αξιώθηκε από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ένδειξη της θεϊκής οικονομίας, και κατέστη αγγελιαφόρος του μηνύματος της Αναστάσεως στους Μαθητές του Κυρίου.
Μετά την ανάληψη του Κυρίου, η Αγία παρέμεινε με την Υπεραγία Θεοτόκο στα Ιεροσόλυμα όπου επιδόθηκε σε σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο, μοιράζοντας τα πλούτη της στους φτωχούς. Διδάσκει και κηρύττει, αρχίζοντας την μακρινή της οδοιπορία, καταφρονώντας τα εμπόδια και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε. Κήρυττε τα της «χαράς ευαγγέλια της Αναστάσεως του Χριστού».