Όπως λοιπόν για να αντιμετωπίσουμε μια ασθένεια, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάποια φαρμακευτική αγωγή, κάτι ανάλογο απαιτείται και για τις ψυχικές ασθένειες των πολλών μας παθών.
Άρα, δεν επιτυγχάνεται η κάθαρσις από την τυραννία των παθών και από την εξουσία του διαβόλου χωρίς την βοήθεια του Ιησού Χριστού, αφού ο Ίδιος το λέει: «Χωρ?ς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Γι αυτό: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», παντού και πάντοτε.
Θυμώνεις; Νευριάζεις; Ταράζεσαι; Χάθηκε η προσευχή.
Κατακρίνεις, ιδίως το ράσο; Τότε όχι μόνο αχρηστεύεται η προσευχή σου, αλλά και μολύνεται θανάσιμα και κολάζεται η ψυχή σου.
Ζηλεύεις; Φθονείς; Θυμάσαι το κακό που σου έκανε ο συγγενής σου, ο φίλος, ο γείτονας, ο συνάδελφος και μνησικακείς; Τα έχασες όλα.
Εκδηλώνεις κάθε στιγμή τον εγωισμό σου; Υπερηφανεύεσαι; Ματαιοδοξείς; Η προσευχή σου δεν εισακούεται.
Έχεις κρίσεις και ορέξεις λαιμαργίας , φιλαργυρίας, φιληδονίας; Τότε ψυχραίνεται η καρδιά σου και σ εγκαταλείπει η Χάρις του Θεού. Και χωρίς την θεία Χάρι, προσευχή αληθινή δεν γίνεται.
Έτσι λοιπόν,
οι σαρκικές και βλάσφημες σκέψεις
η απερίσκεπτη μέριμνα και το άγχος
η αγάπη για τα εγκόσμια
ο πολύς ύπνος
η ακράτεια της γλώσσης
η βλασφημία των θείων και οι κατάρες
η ραθυμία και η ακηδία
η ασυδοσία των πέντε αισθήσεων
η κατάκρισις
και άλλα πολλά πολλά, απομακρύνουν την Χάρι, αρρωσταίνουν την ψυχή, εξασθενούν την θέλησι, σκοτίζουν τον νου. Και αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι δεν μπορούμε να πούμε ούτε καν μια μικρή προσευχή ούτε το «Πάτερ ημών»!
Τότε πώς θα κάνουμε Νοερά Καρδιακή προσευχή; Πώς θα πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», αφού «ουδε?ς δύναται ε?πείν Κύριον Ιησούν ε? μ? εν Πνεύματι αγίω »; Άρα προηγείται η κάθαρσις απ όλα τα πάθη ή τουλάχιστον θα πρέπει να βρισκώμαστε στο δρόμο της προσπαθείας προς αυτήν και ύστερα ακολουθεί σιγά-σιγά και προοδευτικά η θέρμη της καρδιάς και η νοερά ενέργεια της Ευχούλας.
Τότε αυτού του είδους η προσευχή μαζί με την θεία Κοινωνία γίνονται φάρμακο αθανασίας και γεύσις αιωνιότητος, γεύσις παραδείσου και θείας μακαριότητος
Του πρωτοπρεσβύτερου Στέφανου Κ. Αναγνωστόπουλου Από το βιβλίο «Η «ευχή» μέσα στον κόσμο».