Σήμερα, Πέμπτη 23 Νοεμβρίου, σύμφωνα με το εορτολόγιο του 2023 τιμάται η μνήμη του Οσίου Αμφιλοχίου επισκόπου Ικονίου και Οσίου Ελένου επισκόπου Ταρσού.
- Αμφιλόχιος, Αμφιλοχία
- Έλενος, Λένος
Άγιος Αμφιλόχιος Επίσκοπος Ικονίου
Ο Αμφιλόχιος Ικονίου ήταν χριστιανός Μικρασιάτης επίσκοπος στο Ικόνιο και εκκλησιαστικός συγγραφέας. Έζησε τον 4ο αιώνα. Ήταν Καππαδόκης, σύγχρονος του Μεγάλου Βασιλείου και φίλος του.
Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Το 374 έγινε επίσκοπος Ικονίου, άρα πρέπει να ήταν 30 ετών. Επομένως πρέπει να γεννήθηκε γύρω στα 344. Ο πατέρας του λεγόταν και αυτός Αμφιλόχιος και ήταν ένας επιτυχημένος ρήτορας. Καταγόταν από τη Διοκαισάρεια ή τη Ναζιανζό. Είχε ως συγγενικά πρόσωπα σημαντικούς εκκλησιαστικούς άνδρες της εποχής του. Ήταν εξάδελφος του Γρηγόριου του Θεολόγου. Οι Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος Θεολόγος αποκαλούν τον Αμφιλόχιο τον νεώτερο υιό και τέκνο, πράγμα που σημαίνει, πως ήταν δεκαπέντε έτη νεώτερός τους. Σπούδασε στην Αντιόχεια κοντά στον Λιβάνιο και σταδιοδρόμησε ως νομικός στην Κωνσταντινούπολη. Το 371 διέκοψε την ενασχόλησή του με τα νομικά, όταν κατηγορήθηκε για δωροδοκία. Αλλά, παρά την απαλλαγή του από την κατηγορία με τη μεσολάβηση του Γρηγόριου Θεολόγου, εκείνος εγκατέλειψε το επάγγελμα του δικηγόρου. Το μοναστήρι της Αγίας Θέκλας στη Σελεύκεια, ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνηματικά κέντρα της βυζαντινής Μικράς Ασίας.
Επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και ακολούθησε την παρότρυνση του εξαδέλφου του Γρηγόριου να αναπαυθεί στην Μονή της Αγίας Θέκλης στη Σελεύκεια. Μετά από ένα χρόνο ανάπαυσης, γύρισε και εμόνασε σε κτήμα στο βουνό Οζίζαλα κοντά στον πατέρα του. Μαζί με ένα φίλο του ονόματι Ηρακλείδη θέλησαν να μονάσουν. Ο Ηρακλείδης προηγήθη του Αμφιλόχιου και ο πρώτος προσκάλεσε τον δεύτερο στην μοναστική κοινότητα του Μεγάλου Βασιλείου, τη Βασιλειάδα.
Ο Βασίλειος εκτιμώντας την θεολογική κατάρτιση, που είχε αρχίσει να καλλιεργεί κατά την παραμονή του εκεί, θέλησε να τον προωθήσει σε επισκοπική θέση, όμως ο Αμφιλόχιος αρνήθηκε. Τελικά το 374 έγινε επίσκοπος Ικονίου, της νέας επαρχίας της Λυκαονίας. Οι σχέσεις του με τον Μέγα Βασίλειο είναι ιδιαιτέρως στενές, καθώς ο Αμφιλόχιος τον επισκέπτεται συχνά στην έδρα του. Επίσης σχετίζεται με τον Γρηγόριο Νύσσης και τον Όπτιμο Αντιοχείας, μαζί με τον οποίο συνέταξε τη διαθήκη του Γρηγόριου Θεολόγου. Παράλληλα συγκρότησε την άρτι συσταθείσα επισκοπή του. Το 376 συμμετέχει ως προεδρεύων σε Σύνοδο επισκόπων της επαρχίας του, εξ ονόματος της οποίας συνέταξε επιστολή, με την οποία αναγνώριζε την Α' Οικουμενική Σύνοδο.
Υπάρχει μια ιστορία σχετική με τον ρόλο που διαδραμάτισε στο να εξωθήσει τον Θεοδόσιο Α' να λάβει μέτρα κατά των Αρειανών: συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια πανηγυρικών εκδηλώσεων για την αναγόρευση του δεκαεξαετούς υιού του Αρκαδίου σε αύγουστο, ένας ιερέας απέδωσε τιμές στον Θεοδόσιο Α΄ ενώ για τον υιό απηύθηνε απλό χαιρετισμό χαίρε τέκνον προκαλώντας την οργή του πατέρα. Τότε ο ιερέας, που για τον Θεοδώρητο Κύρου δεν ήταν άλλος από τον Αμφιλόχιο, του απάντησε: ούτω δη νόμισον, ω βασιλεύ, και τον ουράνιον Πατέρα αγανακτείν προς τους ανομοιούς τον Υιόν τιμώντας και ήττονα τολμώντας αποκαλείν του γεννήσαντος. Τότε ο αυτοκράτορας του ζήτησε συγγνώμη και κινητοποιήθηκε κατά των Αρειανών. Με διάταγμα του Θεοδοσίου Α΄ ορίστηκε μαζί με τον Όπτιμο Αντιοχείας τύπος ορθοδοξίας στην διοίκηση της Μικράς Ασίας. Ασχολήθηκε με την καταπολέμηση αιρέσεων, όπως των Μεσσαλιανών και των Δυαρχικών. Τελευταία φορά τον εντοπίζουμε σε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη κατά το 394, η οποία ασχολήθηκε με θέμα ειρηνεύσεως της Εκκλησίας της Αραβίας. Πέθανε ειρηνικά την ίδια χρονιά.