Για τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο μίλησε ο εκ των πνευματικών του τέκνων, Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως, ο οποίος ανέφερε ότι, «ο χρόνος κύλησε γοργά και η 28η Ιανουαρίου του 2018 έφερε και πάλι στο νου μνήμες και εμπειρίες ζωής, θύμισες και αναμνήσεις ανεξίτηλα χαραγμένες στη σκέψη, συνδεδεμένες με το πρόσωπο εκείνου που έφυγε νωρίς και πέρασε στην ιστορία ως ο Αρχιεπίσκοπος της αγάπης, της ευθύνης, της ρήξης, της συνέπειας σε αρχές και αξίες, ο Αρχιεπίσκοπος των αγώνων για μια ζωντανή Εκκλησία και μια αξιοπρεπή Ελλάδα. Κι εμείς, τα παιδιά του, που κρατάμε αναμμένη την δάδα της μνήμης, δέκα χρόνια τώρα, δέκα χρόνια εκκωφαντικής σιωπής, μαζευτήκαμε εδώ, που κάποτε αντηχούσε η μελωδική φωνή του, για να τελέσουμε το μνημόσυνό του, όχι ως μια τυπική ετήσια υποχρέωση, αλλ’ ως έκφραση βαθειάς ευγνωμοσύνης για όσα μας δίδαξε, όσα μας προσέφερε, που δε μετριούνται με μέτρα κοσμικά και ανθρώπινα…». Ο π. Επιφάνιος παρέθεσε τα μεγάλα οράματα του Μακαριστού, για τα οποία εργάστηκε αόκνως σ’ όλη του την ζωή: «Οραματίστηκε μια Εκκλησία ζωντανή, ανοικτή στον κόσμο… μια Εκκλησία ουδεμία σχέση έχουσα με τα στεγανά και τα τείχη του στείρου και ανερμήνευτου συντηρητισμού… εργάστηκε για μια Εκκλησία δίπλα στον άνθρωπο, διακόνισσα των πάσης φύσεως αναγκών του, αληθινή μητέρα παιδιών σε απόγνωση διαρκείας… οραματίστηκε μια Ελλάδα περήφανη και αξιοπρεπή, με συνείδηση της αποστολής της στο παρόν και στο μέλλον… Άνοιξε τις πόρτες, αλλά κυρίως την καρδιά της Εκκλησίας, στους νέους, ζητώντας να επιστρέψουν στο σπίτι τους, στην Εκκλησία, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, γιατί η Εκκλησία είναι μάνα και η μάνα δεν έχει όρια στην αγάπη, στην ανοχή, στην εγκαρτέρηση, στην υπομονή και στην ελπίδα… Για όλα τα παραπάνω ο λαός αυτής της πατρίδας τον αγάπησε με πάθος, έστω κι αν κάποιες στιγμές έδειξε να κλονίζεται υπό το βάρος μιας, άνευ προηγουμένου και γκεμπελικής μαεστρίας, πλύσης εγκεφάλου. Ο απλός λαός και η νεολαία αυτού του τόπου τον έκλαυσαν όσο λίγους και ακούμπησαν στο φέρετρό του μ’ ευγνωμοσύνη, αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του τον χαμένο πατέρα, τον τελευταίο γνήσιο ηγέτη, τον χαμογελαστό Δεσπότη».
Δεδομένου ότι η Τοπική μας Εκκλησία τιμά και προσεύχεται σήμερα και για τις ψυχές των Ορθοδόξων Ελλήνων, που δολοφονήθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, όσο κι εκείνων που χάθηκαν στην Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής, ο ομιλητής αναφέρθηκε στην προσφορά του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου στην ανάδειξη της προσφοράς της Εκκλησίας την μαύρη εκείνη περίοδο, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «με ποικίλους τρόπους υπηρέτησε το έργο της αναγνώρισης και ιστορικής αποκατάστασης της Εκκλησίας και της ηγεσίας Της, εκείνη την εποχή, η οποία διεδραμάτισε ρόλο προστατευτικό του απλού και δοκιμαζόμενου λαού, και ενήργησε μεγάλα και θαυμαστά στην μεγάλη υπόθεση της ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας».
Προ της τελέσεως του ιερού Μνημοσύνου, ο Σεβ. Μητροπολίτης μας τόνισε ότι «κρατούμε την μνήμη του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου ζωντανή, εδώ και είκοσι χρόνια, που αναχώρησε από τον Βόλο, εδώ και δέκα χρόνια, που αναχώρησε για τους ουρανούς. Ήταν αυτός που μας ενέπνευσε και μας εμπνέει, μας καθοδήγησε και μας καθοδηγεί και πιστεύουμε ότι η ψυχή του χαίρεται και αγάλλεται, γιατί συνεχίζουμε ένα έργο που εκείνος ξεκίνησε. Μνημονεύουμε, επίσης, τα θύματα της θηριωδίας του Ναζισμού, για μην ξαναγίνει κάτι παρόμοιο ποτέ ξανά! Ο Χριστόδουλος γι’ αυτό έγραψε, κήρυξε και την δική του παράδοση εμείς συνεχίζουμε, για να μη χαθεί η ιστορία και να σταθεί οδηγός για να μην κάνουμε λάθη, ιδίως στις κρίσιμες μέρες που διανύουμε και να διεκδικήσουμε σωστά τα δίκαια της πατρίδας μας. Ας προσευχηθούμε και για την δική του ψυχή, που είμαστε βέβαιοι ότι δικαιώνεται στον ουρανό, αλλά και για τις ψυχές των ομοδόξων μας, που θυσιάστηκαν από τον Ναζισμό. Και ας κηρύξουμε, στο όνομα του Χριστού, τί σημαίνει αληθινή ειρήνη, σεβασμός στον άνθρωπο, όποιος κι αν είναι, τί σημαίνει ο λόγος του Χριστού και του Ευαγγελίου. Ας είναι αιώνια η μνήμη τους!».