Καθημερινά ο π. Σωφρόνιος [το όνομα που έλαβε στην κουρά του ο μετέπειτα ιερομόναχος π. Ευμένιος] έδινε αγώνα σε όλα τα διακονήματα, σε όλες τις εργασίες: να ανοίξουν καλύτερου δρόμους για να διευκολυνθή η έλευσι των προσκυνητών στο μοναστήρι, να καλλιεργούνται τα κτήματα, να φέρνουν νερό από μακρυά, γιατί δεν επαρκούσε το υπάρχον.
Ο Γέροντάς του, έλεγε ότι δεν προλάβαινε να τελειώση τον λόγο του, και ο πατήρ Σωφρόνιος έτρεχε και εκτελούσε την εντολή. Ποτέ δεν έλεγε “είμαι κουρασμένος” ή “ας το κάνη κάποιος άλλος”.
Ήταν ταπεινός, πράος, ολιγομίλητος, και έβαζε μετάνοια σε όλους.
Αυτά έβλεπε ο διάβολος και εμηχανεύετο τρόπους για να ρίξη τον αγωνιστή. Δεν αρκείτο μόνον στον πόλεμο των λογισμών, αφού μόνον αυτούς δεν μπορούσε να ανακόψη την αγωνιστικότητα του πατρός Σωφρονίου.
Γι’ αυτό του παρουσιαζόταν και αισθητώς και οφθαλμοφανώς, και του μιλούσε. Κάποια μέρα, μάλιστα, καθώς ο ίδιος ο Παππούλης μας έλεγε, ο διάβολος εμφανίστηκε μπροστά του και του είπε:
– Εγώ είμαι άγγελος και πέσε κάτω να με προσκυνήσης.
Όταν, όμως, εκείνος τα έλεγε αυτά, ο πατήρ Σωφρόνιος πρόσεξε, ότι του έλειπε ένα δόντι, και του λέει, γελώντας και κοροϊδευτικά:
– Δεν είσαι άγγελος, δεν είσαι άγγελος, γιατί σου λείπει ένα δόντι!
Από το βιβλίο του Μοναχού π. Σίμωνος “Πατήρ Ευμένιος, ο ποιμήν ο καλός και θαυματουργός”.