Ένα γνήσιο αντίγραφο του απόκρυφου γνωστικού Ευαγγελίου του Ιάκωβου του αδελφόθεου, του αδελφού του Ιησού Χριστού, ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν Αμερικανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.Το χειρόγραφο γραμμένο στα ελληνικά προέρχεται από τη λεγόμενη βιβλιοθήκη του Ναγκ Χαμαντί, δηλαδή μια συλλογή 13 Γνωστικών βιβλίων ή κωδίκων, που ανακαλύφθηκαν στην Άνω Αίγυπτο το 1945.
Μέχρι σήμερα μόνο ένας μικρός αριθμός κειμένων είχαν βρεθεί στα ελληνικά, την αρχική γλώσσα της συγγραφής τους, καθώς τα περισσότερα ήταν μεταφρασμένα στα αιγυπτιακά της ελληνιστικής περιόδου (κοπτικά).
«Ποτέ δεν φανταζόμασταν ότι είχαν επιβιώσει από την αρχαιότητα ελληνικά αποσπάσματα από την Πρώτη Αποκάλυψη του Ιακώβου, κι όμως βρίσκονταν ακριβώς μπροστά στα μάτια μας» δήλωσε ο καθηγητής Τζόφρι Σμιθ από το Πανεπιστήμιο του Τέξας, που μαζί με τον επίσης καθηγητή Μπρεντ Λαντάου βρήκαν αποσπάσματα στα ελληνικά της «Πρώτης Αποκάλυψης του Ιακώβου», η οποία μέχρι σήμερα θεωρείτο ότι υπήρχε μόνο σε κοπτική μετάφραση.
«Η νέα ανακάλυψη είναι σημαντική, εν μέρει επειδή δείχνει ότι οι Χριστιανοί διάβαζαν ακόμη και μελετούσαν κείμενα που οι ηγέτες τους θεωρούσαν αιρετικά» πρόσθεσε.
Στο κείμενο αυτό, που δεν συμπεριλήφθηκε στην Καινή Διαθήκη και ήταν ανάμεσα στα απαγορευμένα από την εκκλησία κείμενα, όπως τονίζει το ΑΜΠΕ, ο Ιησούς εμφανίζεται να συζητά και να δίνει συμβουλές στον αδελφό του πώς θα είναι καλός δάσκαλος μετά τον θάνατό του.
Οι ερευνητές θεωρούν πως είναι πιθανό το χειρόγραφο να χρησίμευε για εκπαιδευτικούς λόγους καθώς είναι γραμμένο με προσεγμένο και ομοιόμορφο γραφικό χαρακτήρα, ενώ οι λέξεις χωρίζονται με σημεία στίξης σε συλλαβές.
Οι Σμιθ και Λαντάου έκαναν την ανακοίνωση στο ετήσιο συνέδριο της Εταιρείας Βιβλικής Φιλολογίας στη Βοστώνη.
Τι είναι η Βιβλιοθήκη Ναγκ Χαμαντί
Με τον γενικό όρο Ναγκ Χαμαντί, Χειρόγραφα Ναγκ Χαμαντί και Bιβλιοθήκη Ναγκ Χαμαντί εννοείται ένα συντηρημένο σύνολο Γνωστικών κειμένων που ανακαλύφθηκε στην Αίγυπτο το 1945.
Αυτή η ανεκτίμητη ανακάλυψη παρέχει μια εντελώς διαφορετική και γόνιμη ματιά στον χριστιανικό Γνωστικισμό, ιδιαίτερα στο σύνθετο μυθολογικό του σύστημα, απαλλαγμένη από την οπτική γωνία των δογματικών εχθρών του.
Οι 13 κώδικες που βρέθηκαν στο Ναγκ Χαμαντί της Αιγύπτου, κοντά στο αρχαίο Χηνοβόσκιο, αποτελούνται από 1.130 σελίδες και τουλάχιστον 53 έργα συνολικά, για κάποια από τα οποία βρέθηκαν αντίγραφα σε έναν ή περισσότερους κώδικες.
Τι είναι ο Γνωστικισμός
Με τον όρο γνωστικισμός εννοείται ένα προχριστιανικής καταγωγής φιλοσοφικό και θρησκευτικό κίνημα, δείγμα του σύντονου συγκρητισμού της ρωμαϊκής εποχής ο οποίος είχε τις ρίζες του στα μεσογειακά ήθη της ελληνιστικής περιόδου.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε επίσης για να περιγράψει διάφορες θρησκευτικές ομάδες των πρώτων τεσσάρων μεταχριστιανικών αιώνων.
Ο γνωστικισμός αποτελούσε ένα σωτηριολογικό θρησκευτικό σύστημα, βασισμένο στην ημιδιαισθητική μυστικιστική έννοια της Γνώσης, το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις αποδεχόταν ως λυτρωτική θεότητα τον χριστιανικό Ιησού Χριστό, προσδίδοντάς του όμως διαφορετικές ιδιότητες απ’ ό,τι ο χριστιανισμός.
Οι γνωστικοί, διεσπαρμένοι σε διάφορες αυτόνομες κοινότητες και χωρίς κεντρικό συντονισμό ή συγκεντρωτικό ιερατείο, ουσιαστικά εκριζώθηκαν ως τον πέμπτο αιώνα από την επίσημη χριστιανική Εκκλησία και τον ρωμαϊκό Στρατό (αν και γνωστικά συστήματα επέζησαν στην Ευρώπη μέχρι και τα τέλη του Μεσαίωνα), καθώς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε θεσπίσει πλέον ως κρατική και μόνη αποδεκτή θρησκεία τον ορθόδοξο χριστιανισμό.
Εξίσου σημαντικός λόγος για την εξάλειψή τους απέβη η συστηματική περιφρόνηση του φυσικού κόσμου, με την ιδιαίτερη μετάθεση του βάρους της διδασκαλίας τους προς την αρχή και δημιουργία του Σύμπαντος, καθώς και ο συνήθως αυστηρός ασκητικός βίος που δίδασκαν, συνοδευόμενος από περιφρόνηση του σώματος.
Η έρευνα για τον γνωστικισμό βρίσκεται σε μεγάλη άνοδο μετά την ανακάλυψη της γνωστικής βιβλιοθήκης του Ναγκ Χαμαντί και την εύρεση του γνωστικού Ευαγγελίου του Ιούδα.
Οι γνωστικές ομάδες διαιρούνται συχνά στην ανατολική ή περσική σχολή και τη συροαιγυπτιακή σχολή.
Η συροαιγυπτιακή σχολή είναι η πρώτη που εμφανίστηκε ιστορικά κατά τον πρώτο αιώνα π.Χ. και άκμασε ως τα τέλη του δευτέρου αιώνα μ.Χ.
Ακολούθησε μία υποχώρηση του γνωστικισμού στην ανατολική Μεσόγειο προς όφελος άλλων θρησκευτικών κινημάτων, ώσπου κατά τα τέλη του τρίτου αιώνα εμφανίστηκε με νέα ορμή η περσική σχολή (μανδαϊσμός και μανιχαϊσμός).
Αυτή εμφάνιζε έναν καθοριστικό διαχωρισμό ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, το Καλό και το Κακό, ως αποτέλεσμα των επιδράσεων του ζωροαστρικού δυαρχικού δυϊσμού, ενώ αντιθέτως η συροαιγυπτιακή σχολή, η συνδεόμενη συνήθως με τον χριστιανικό γνωστικισμό, ήταν περισσότερο πλατωνική ως προς τον χαρακτήρα της.
Η ομάδα των οφιτών φαίνεται πως είχε δεχθεί επιδράσεις και από τις δύο σχολές. Περί τα μέσα του Μεσαίωνα έλαβαν χώρα διαδοχικές αναγεννήσεις του γνωστικισμού στη χριστιανική Ευρώπη (Παυλικιανοί, Βογόμιλοι, Καθαροί) οι οποίες χτυπήθηκαν συντονισμένα από κοσμικές και εκκλησιαστικές Αρχές.
Απομεινάρια του Γνωστικισμού θεωρούνται οι Αλεβίτες στην Τουρκία, οι Αλαουίτες στη Συρία, οι Δρούζοι της Μέσης Ανατολής, ενώ μια ολιγομελής κοινότητα «καθαρών» Γνωστικών έχει διασωθεί και στο Ιράκ.