Ο κ. Στ. από την Καλαμάτα, κάτοικος Αθηνών, ταξίδευε με το αυτοκίνητό του προς τα Ιωάννινα. Καθ οδόνέπεσε θύμα ισχυρής μετωπικής συγκρούσεως, κατά την οποία το αυτοκίνητό του κυριολεκτικάδιαλύθηκε και ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι. Μεταφέρθηκε αναίσθητος στο Νοσοκομείο καιμπήκε στην εντατική.
Ενώ ευρίσκετο στην κατάσταση αυτή, είδε μία φωτεινή νεφέλη και στο μέσον έναν ηλικιωμένο μοναχό.Παρ ότι δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με την Εκκλησία, επειδή εκείνες τις ημέρες είχε ακούσει για τον Άγιο Παϊσιο από γνωστό του για κάποιον χαρισματούχο γέροντα Παϊσιο, μέσα στην έκπληξή του ρώτησε αυθόρμητατον άγνωστο μοναχό:
– Είσαι ο γέροντας ΠαΪσιος;
Ο Γέροντας δεν απάντησε. Χαμογέλασε, τον χάιδεψε ελαφρά στο κεφάλι και του είπε:
– Μη φοβάσαι θα γίνεις καλά!
Ο Στ. συνήλθε. Αν και σαστισμένος από το παράδοξο του πράγματος, και παρόλο που αγνοούσε τονθαυμαστό επισκέπτη του, πίστεψε στην διαβεβαίωσή του. Την διηγήθηκε μάλιστα με έντονο ύφος καιστους γιατρούς. Και αυτοί έκπληκτοι διαπιστώνοντας την ανθρωπίνως ανεξήγητη βελτίωσή του, ομολόγησαν:
– Όντως πρόκειται για θαύμα!
Αφού βγήκε από το Νοσοκομείο, στον δρόμο περνώντας μπροστά από ένα βιβλιοπωλείο έκπληκτοςαντίκρυσε στην βιτρίνα τον σωτήρα του. Ανεγνώρισε την μορφή του στο εξώφυλλο ενός βιβλίου. Έτσιανεκάλυψε τον ευεργέτη του και γεμάτος ευγνωμοσύνη το αγόρασε και το διάβασε.
Συγκινημένος ήλθε να προσκυνήσει στην «Παναγούδα» (Ιανουάριος 1998), όπου και διηγήθηκε ταανωτέρω. Εκτός του ότι τον διέσωσε από βέβαιο σωματικό θάνατο, η επέμβαση του Γέροντα άλλαξε καιριζικά την ζωή του. Ανεζήτησε πνευματικό και εξομολογήθηκε. Σταμάτησε την κοσμική ζωή παρά τιςέντονες πιέσεις των συγγενών. «Μου είναι αδύνατο να συνεχίσω τα ίδια, Στον νου μου έρχεται συνέχειατο χαμογελαστό φωτεινό πρόσωπο του Γέροντα», έλεγε με δάκρυα στα μάτια.