Σήμερα θα αναφερθώ σε μια ιστορία μάλλον πρόσφατη, που αφορά ένα άλλο μοναστήρι του νησιού μας, την Ιερά Μονή Χρυσοπηγής και μια άλλη εικόνα της Παναγίας.
Μια ιστορία όμως, που όταν την πρωτοδιάβασα, μου ήρθε στο νου η δοκιμασία την οποία περνά σήμερα η Ιερά Μονή της Παναγίας της Καλυβιανής, μετά την κλοπή της θαυματουργής εικόνα της Παναγίας.
Η Ιερά Μονή της Παναγίας της Χρυσοπηγής στις Μουρνιές Χανίων, είναι μια πολύ παλιά και ιστορική Μονή της Κρήτης, όμως με το πέρασμα των χρόνων το μοναστήρι ερήμωσε, η περιουσία της στη δεκαετία του 1920 πέρασε στο «εφεδροταμείο» και χάθηκε, ενώ στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μετατράπηκε σε διοικητήριο των Ναζί.
Το 1976 το μοναστήρι μετατράπηκε με απόφαση της Ιεράς Συνόδου σε γυναικείο και συνεχίζει την παρουσία του μέχρι τις ημέρες μας.
Το τέμπλο του Ναού της Μονής κοσμούσε πάντα η εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Όμως κάποιο πρωινό οι λίγες μοναχές που προσπάθησαν να δώσουν ζωή στο εγκαταλελειμμένο μοναστήρι, βρήκαν την εικόνα της Παναγίας να λείπει από τη θέση της. (Ο λόγος από δω και κάτω σε σχετικό έντυπο, από το οποίο διάβασα το γεγονός):
«Γέμισε η καρδιά τους θλίψη.
Πώς έγινε τούτο το κακό;
Να τη χάσουν μέσα από τα χέρια τους;
Πιο βέβηλο χέρι τους άρπαξε τόσο άδικα την ελπίδα, την παρηγοριά, το στήριγμά τους, τη χαρά τους;
Ενημέρωσαν όλες τις σχετικές υπηρεσίες με επιστολές, αναφορές, δημοσιεύσεις.
Κι έπεσαν στα γόνατα. Με προσευχές και αγρυπνίες. Το ‘μαθε κι ο κόσμος της κοντινής πολιτείας. Πόνεσαν οι πιστοί, σαν να ‘χασαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό τους. Ενδιαφέρθηκαν κι εκείνοι. Άκαρπες οι προσπάθειες.
Ποιος όμως είπε πως η επίμονη προσευχή δεν κάνει θαύματα;
Πέντε μήνες αργότερα έφθασε η πληροφορία πως η εικόνα της Παναγίας, η Κοίμηση της Θεοτόκου, με τη μεγάλη αξία και τη μεγαλύτερη Χάρη, βρίσκεται στην Ολλανδία, σε κατάστημα έργων τέχνης.
Ο ουρανός είχε δώσει την πρώτη απάντηση στις θερμές ικεσίες των μοναχών. Μα η πίστη τους έπρεπε να δοκιμαστεί σε δυνατό καμίνι, για να λάμψει ο καθαρός χρυσός της.
Ο ιδιοκτήτης – συλλέκτης των σπανίων και πανάκριβων έργων, ζητούσε πολλά εκατομμύρια για να την επιστρέψει.
Τουλάχιστον όσα είχε δώσει για να την αγοράσει.
Να βρεθούν τόσα χρήματα ήταν αδύνατον.
Οι επικοινωνίες μαζί του με όλα τα μέσα και όλους τους τρόπους, δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.
Δεν τον συγκινούσε τίποτε, αφού είχε δηλώσει πως κανένα σεβασμό δεν τρέφει στο πρόσωπο της Παναγίας.
Η μεγάλη της υλική αξία τον ενδιέφερε κι τίποτε άλλο.
Οι προσευχές έγιναν πιο θερμές, πιο έντονες, ολονύχτιες.
Για να κάνει ο Θεός το θαύμα Του και να συγκεντρωθεί το υπέρογκο ποσό.
Μα το θαύμα ήρθε με άλλο τρόπο, απίστευτο και αδιανόητο.
Κατασυγκινημένες διάβαζαν οι μοναχές το γράμμα που ήλθε από την Ολλανδία.
Δεν πίστευαν στα μάτια τους που ασταμάτητα δάκρυζαν από χαρά και ευγνωμοσύνη:
«Αποφάσισα να επιστρέψω στη Μονή την εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Δεν μπορώ να βλέπω το θλιμμένο πρόσωπό της.
Όσες φορές περάσω μπροστά της αισθάνομαι να με κοιτάζει αυστηρά, ελεγκτικά.
Κι όσο περνάει ο καιρός τα πράγματα χειροτερεύουν. Είναι δε 4 ημέρες τώρα που βλέπω τα μάτια της συνεχώς δακρυσμένα.
Προβληματίστηκα αφάνταστα.
Συγκλονίστηκα βαθιά κι ερμήνευσα όσα έγιναν, σαν ένα θαύμα του Θεού στη ζωή μου.
Στη ζωή ενός έως τώρα άθεου, για ν’ αλλάξει πορεία ζωής. Λεπτομέρειες για την αποστολή και την παραλαβή της θα έχετε σε νεώτερη επιστολή μου…»
Δε χρειάστηκε να τη στείλει. Εκπρόσωπος της Τοπικής Εκκλησίας πήγε στην Ολλανδία, για να την παραλάβει και να τη συνοδεύσει.
Ο ιδιοκτήτης της όμως είχε προλάβει και της είχε βγάλει αεροπορικό εισιτήριο α΄ θέσης, για να ταξιδεύσει σαν επιβάτης στη δική της θέση και όχι σαν αποσκευή.
Μια μικρή μπάντα ειδοποιημένη και πληρωμένη από τον ίδιο, παιάνιζε στα αεροδρόμιο προς τιμή της Μεγάλης Κυρίας.
Έξω από την Μονή της, έγινε πάνδημη υποδοχή και μεγαλοπρεπή λιτανεία.
Οι καρδιές όλων σκιρτούσαν από αγαλλίαση, καθώς μιλούσαν για τις θαυμαστές ενέργειες της Αγάπης της.
Την τοποθέτησαν στην ίδια θέση.
Στο τέμπλο της βυζαντινής εκκλησίας που ήταν δική της εδώ κι εκατοντάδες χρόνια.
Κι έμειναν ώρες κοντά της για να την υμνήσουν και να την τιμήσουν.
Να συμπροφέρουν τη χαρά τους για το γυρισμό της. Να της αποθέσουν την ευγνωμοσύνη τους, που, χωρίς ποτέ να τους εγκαταλείψει, τους ξανάπαιρνε στην μητρική της αγκάλη και τους σκέπαζε με τη γλυκιά σκέπη της ελπίδα».
Πιστεύω ότι η παραπάνω ιστορία είναι επίκαιρη και στις ημέρες μας ακόμη πιο πραγματική.