Ορισμένοι θα αναρωτηθούν: Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ταξιδεύει τόσο συχνά στην Ευρώπη, τη στιγμή που στην Ελλάδα βρίσκονται τόσα μέτωπα ανοιχτά και η πολιτική αντιπαράθεση χτυπάει κόκκινο;
Η απάντηση είναι απλή, αν και κάποιοι ακόμα και σήμερα δεν δείχνουν να την αντιλαμβάνονται. Η Ευρώπη αλλάζει. Αλλάζει καθημερινά με την περίοδο που μεσολαβεί μέχρι τις ευρωεκλογές του 2019, να χαρακτηρίζεται κρίσιμη για τη νέα αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Μεταναστευτικό, κοινή πολιτική για την άμυνα και την ασφάλεια και ασφαλώς ο κρίσιμος τομέας των οικονομικών αποτελούν μόνο μερικά από τα ζητήματα που θα μονοπωλήσουν την ατζέντα της γηραιάς ηπείρου το προσεχές διάστημα. Με την Γερμανία να αναζητά ακόμα κυβερνητικό σχήμα και τη Γαλλία να εποφθαλμιά τα ευρωπαϊκά “πρωτεία” η Ευρωπαϊκή Ενωση αναζητά νέες πυξίδες και οράματα.
Στη συζήτηση αυτή που ήδη βρίσκεται στα πρώτα της στάδια, ο πρόεδρος της ΝΔ δεν επιθυμεί το κόμμα του να απουσιάζει, αφού οι περισσότερες πολιτικές που θα διαμορφωθούν έμμεσα ή άμεσα θα αφορούν και τη χώρα μας.
Αν και δεν έχει το αξίωμα του πρωθυπουργού, το οποίο θα του έδινε ευκολότερη πρόσβαση (σε θεσμικό επίπεδο) στις ευρωπαϊκές δομές, ο κ. Μητσοτάκης έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο του για τη δημιουργία όλων εκείνων των απαραίτητων “συμμαχιών” που θα του επιτρέψουν να συμμετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση των νέων ευρωπαϊκών ισορροπιών.
Το ενδιαφέρον στοιχείο που βγαίνει ως συμπέρασμα από τις μέχρι σήμερα επαφές του κ. Μητσοτάκη με ευρωπαίους αξιωματούχους είναι πως κανείς δεν έχει ταχθεί υπέρ της εξάντλησης της τετραετίας από τον Αλέξη Τσίπρα, απευθύνοντας δηλαδή εμμέσως πλην σαφώς “σύσταση” προς τον πρόεδρο της ΝΔ να εξαφανίσει το αίτημα του για πολιτική αλλαγή. Είναι φανερό λοιπόν ότι η “νουθεσία” Dijsselbloem περί πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα, δεν αποτελεί παρά μία μεμονωμένη φωνή και μάλιστα από έναν αξιωματούχο που αποχωρεί...
Το ευρωπαϊκό σχέδιο του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι χωρισμένο σε τρεις φάσεις και έχει ως κεντρικό άξονα την σύσφιξη των σχέσεων της ΝΔ με τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Πρώτη φάση: Στα μέσα Οκτωβρίου ο πρόεδρος της ΝΔ επισκέφτηκε τις Βρυξέλλες. Για δύο μέρες ο κ. Μητσοτάκης πραγματοποίησε σειρά επαφών με αξιωματούχους της ευρωπαϊκής επιτροπής.
Μεταξύ των άλλων παρουσίασε το κυβερνητικό του πρόγραμμα για τις επενδύσεις, τη διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας αλλά και την αποτελεσματικότητα του δημοσίου προς όφελος των πολιτών κατά την διάρκεια γεύματος εργασίας το οποίο διοργάνωσε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος και συμμετείχαν - εκτός από τον έλληνα επίτροπο - 10 ακόμα ευρωπαίοι επίτροποι. Κατά την παραμονή του στη Βελγική πρωτεύουσα είχε τετ α τετ και με τον πρόεδρο της ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean-Claude Juncker, ολοκληρώνοντας έτσι τις επαφές του με το ένα από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.
Δεύτερη φάση: Στο διάστημα 13-15 Νοεμβρίου ο κ. Μητσοτάκης επισκέπτεται το δεύτερο θεσμικό όργανο της ΕΕ. Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Στο πλαίσιο της μετάβασής του στο Στρασβούργο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα απευθυνθεί στην ευρωομάδα του ΕΛΚ, θα έχει τετ α τετ με τον πρόεδρο του ΕΚ Antonio Tajani, ενώ θα συναντήσει και τους επικεφαλής του ΕΛΚ και των Φιλελευθέρων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκεντρώνει η συνάντησή του με τον γ.γ. του συμβουλίου της Ευρώπης, μια και υπάρχουν “ανοιχτά” θέματα της χώρας με το συμβούλιο.
Τρίτη φάση: Στα μέσα Δεκεμβρίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα συμμετάσχει στην καθιερωμένη σύνοδο Κορυφής των ηγετών του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κλείνοντας έναν κύκλο συναντήσεων και επαφών με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Εκεί θα έχει την ευκαιρία να συνομιλήσει από κοντά αρκετούς από τους πρωθυπουργούς της οικογένειας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, μερικά 24ωρα πριν από το συνέδριο της ΝΔ στην Αθήνα.
Ενδεικτικό της πολιτικής “επένδυσης” του κ. Μητσοτάκη στην Ευρώπη ήταν και το ταξίδι αστραπή στο Παρίσι για να συναντήσει τον υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας Bruno Le Maire.
Ο κ. Le Maire δεν είναι μία τυχαία προσωπικότητα, δεν είναι ένας απλός υπουργός οικονομικών μιας χώρας της ευρωζώνης. Αποτελεί έναν από τους πιθανούς διαδόχους του Jeroen Dijsselbloem στην προεδρία του Eurogroup, στις αρχές του 2018.
του Γιάννη Τρουπή