Πριν από 40 χρόνια, τον Μάιο του 1980, έφυγε από τη ζωή ο Γιόζιπ Μπροζ Τίτο, ηγέτης των Παρτιζάνων και της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας. Ο θάνατός του σηματοδότησε την αρχή του τέλους για το κράτος που ο ίδιος ίδρυσε.
Ήταν μία ημερομηνία που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά, όπως είχε γίνει και με την 11η Σεπτεμβρίου, μετά από πολλά χρόνια. Όλοι θυμούνται που βρίσκονταν και τι έκαναν το απόγευμα της 4ης Μαΐου του 1980, όταν ένας θλιμμένος κρατικός αξιωματούχος έβγαινε στην κρατική τηλεόραση της Γιουγκοσλαβίας για να ανακοινώσει τον θάνατο του Τίτο. Στο Σπλιτ της Κροατίας βρισκόταν σε εξέλιξη το ποδοσφαιρικό ντέρμπυ ανάμεσα στην τοπική Χάιντουκ και τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου. Στο 41ο λεπτό της αναμέτρησης η είδηση ανακοινώθηκε από τα μεγάφωνα του σταδίου, με αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες θεατές να ξεσπάσουν σε λυγμούς. Ένας ποδοσφαιριστής λιποθύμησε στον αγωνιστικό χώρο. «Σύντροφε Τίτο, σου ορκιζόμαστε ότι θα μείνουμε πιστοί στο μονοπάτι που διάλεξες», τραγουδούσαν τα πλήθη στις κερκίδες.
Η ιστορία έμελλε να τους διαψεύσει. Ωστόσο, σαράντα χρόνια αργότερα, είναι εμφανής η νοσταλγία για την ισχυρή προσωπικότητα του εκλιπόντος. Ο Μίτγια Βελίκονγια, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Λουμπλιάνα, κάνει λόγο για μία «Τιτοσταλγία», που εκδηλώνεται στις πιο απομακρυσμένες γωνιές της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Σε παλαιοπωλεία που προσφέρουν σουβενίρ από την εποχή εκείνη. Σε πορτραίτα του στρατάρχη με τη λευκή του στολή, που κοσμούν και σήμερα τα αγαπημένα μπαράκια της νεολαίας. Στον σερβικό σταθμό εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών, που έχει μετατραπεί σε χώρο προσευχής για τον Τίτο. Στις ανώνυμες δημοσκοπήσεις, αλλά και στις χαρούμενες παρέες που, μετά τις πρώτες μπύρες, αρχίζουν τα εμβατήρια εις μνήμην του θρυλικού στρατάρχη.
Έκδηλη, αλλά... η νοσταλγία για τον Τίτο
Ωστόσο, η νοσταλγία δεν συνοδεύεται από επίσημη μνεία. Ούτε μία από τις επτά χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας δεν έχει καταλήξει σε μία αποδεκτή ιστορική ανάγνωση για να τιμήσει τη μνήμη του Τίτο. Στην Κροατία, την ιδιαίτερη πατρίδα του, η κληρονομιά του παραμένει διαμφισβητούμενη. Το χωριό του Τίτο βρίσκεται στα σύνορα της Κροατίας με τη Σλοβενία. Μέχρι τη δεκαετία του ’90 αποτελούσε μνημείο και σημείο αναφοράς για τη δράση των Παρτιζάνων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά στη συνέχεια μετατράπηκε σε ανοιχτό μουσείο χωρίς συγκεκριμένο πολιτικό στίγμα. «Πλατεία Στρατάρχη Τίτο» ονομαζόταν ο ανοιχτός χώρος μπροστά στο Εθνικό Θέατρο του Ζάγκρεμπ και η ίδια ονομασία διατηρήθηκε την εποχή οι σοσιαλδημοκράτες είχαν την πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο. Ωστόσο το 2017 μία νέα, συντηρητική πλειοψηφία αποφάσισε να την μετονομάσει σε «Πλατεία της Κροατικής Δημοκρατίας». Μόνο στην πόλη Ριέκα, στις δαλματικές ακτές, έχει απομείνει μέχρι σήμερα μια μεγάλη πλατεία που φέρει το όνομα του Τίτο.
Η κυρίαρχη πολιτικά πλειοψηφία της «Κροατικής Δημοκρατικής Κοινότητας» (HDZ) θεωρεί τον στρατάρχη ανεπιθύμητο και προτιμά να τιμήσει τη μνήμη των θυμάτων του. Κάθε χρόνο ηγετικά στελέχη του κόμματος, ακόμη και η πρώην πρόεδρος της χώρας Κολίντα Γκραμπάρ-Κιτάροβιτς, προσέρχονται στο Μπλάιμπουργκ της Αυστρίας για να τιμήσουν τους χιλιάδες Κροάτες που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί και εκτελέστηκαν από τις δυνάμεις του Τίτο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό δεν εμπόδιζε τον ιδρυτή του κόμματος HDZ Φράνγιο Τούζμαν να μιμείται τον Τίτο ακόμη και στις λεπτομέρειες της στρατιωτικής στολής που φορούσε. ‘Ομως και σήμερα στις δημοσκοπήσεις, όταν τίθεται το ερώτημα για τον «μεγαλύτερο Κροάτη όλων των εποχών», οι περισσότεροι μνημονεύουν τον Τίτο και όχι τον Τούζμαν.
Μνημείο για τον Τίτο στα Σκόπια
Λίγο-πολύ άθικτος παραμένει ο θρύλος του Τίτο στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη αλλά και στη Βόρεια Μακεδονία. Μάλλον απρόθυμα οδηγήθηκαν και οι δύο χώρες στην ανεξαρτησία μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας. Ακόμη και σήμερα η μεγαλύτερη λεωφόρος του Σεράγεβο φέρει το όνομα του στρατάρχη, ενώ στα Σκόπια δεσπόζει ολόκληρο μνημείο για τον Τίτο. Η Σλοβενία, όπως άλλωστε και η Κροατία, εμφανίζεται διχασμένη στην προσπάθειά της να επεξεργαστεί το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν. Ωστόσο η πλειοψηφία τοποθετεί εαυτόν στον πολιτικό χώρο αριστερά του Κέντρου, επομένως διατηρεί θετική εικόνα για τον Τίτο. Στο Koσσυφοπέδιο οι νέες γενιές δεν θυμούνται καν την ενιαία Γιουγκοσλαβία, ωστόσο οι παλαιότεροι εκφράζουν σεβασμό για τον άνθρωπο που είχε παραχωρήσει καθεστώς αυτονομίας στην περιοχή, παρά τις αντιδράσεις των Σέρβων. Λέγεται ότι ο πρώην επικεφαλής του κομμουνιστικού κόμματος στο Κόσοβο, Μαχμούτ Μπακαλί, ο οποίος αργότερα προσχώρησε στο στρατόπεδο των εθνικιστών, είχε διακοσμήσει ακόμη και το σαλόνι του σπιτιού του με φωτογραφίες του Τίτο.
Αμηχανία επικρατεί στη Σερβία. Την εποχή της παντοδυναμίας του, στη δεκαετία του ΄90, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς αγνόησε την κληρονομιά του Τίτο, απέσυρε την τιμητική φρουρά από τον τάφο του, ενώ έκοψε ακόμη και τη σύνταξη που πλήρωνε το κράτος στη χήρα του στρατάρχη. Οι ακραίοι εθνικιστές μισούσαν τον Κροάτη Τίτο, γιατί πίστευαν ότι αποδυνάμωσε τη Σερβία προς όφελος των άλλων εθνοτήτων της Γιουγκοσλαβίας. Από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι Σέρβοι αισθάνονται θλίψη για την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, γι αυτό πολλοί εξακολουθούν να τιμούν τον επί δεκαετίες ηγέτη της. Στη μετά θάνατον δόξα συμβάλλει και το ότι κανένα από τα διάδοχα κράτη δεν κατάφερε να αποκτήσει την αίγλη που διέθετε η ενιαία Γιουγκοσλαβία, τόσο για τη διεθνή κοινότητα όσο και για ίδιους τους πολίτες της.
Η αίσθηση της «εθνικής αυτοπεποίθησης»
Ο Τίτο συμβόλιζε την εθνική αυτοπεποίθηση των Γιουγκοσλάβων, η οποία εξέλιπε μετά τον θάνατό του. Ήδη από τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο μυστηριώδης επαναστάτης, τον οποίο κανείς ποτέ δεν είχε δει και μόνο από το παρατσούκλι του μπορούσε να αναγνωρίσει, απέκτησε διαστάσεις θρύλου, όπως έγινε αργότερα με τον Τσε Γκεβάρα. Όλες οι εθνότητες της Γιουγκοσλαβίας αισθάνονταν υπερηφάνια όταν ο Τίτο διέσχιζε τις θάλασσες του κόσμου με το ιστιοφόρο του, όταν συνομιλούσε σαν φίλος με τον Βίλυ Μπραντ, τον Ναχρού, τον Νάσερ ή τον Σουκάρνο, όταν έπαιζε πιάνο για τη βασίλισσα Ελισάβετ. Ακόμη και όταν οι ισχυροί του κόσμου προσήλθαν στην κηδεία του, για να τιμήσουν τον εκλιπόντα. Με τον θάνατό του, το 1980, άρχισε η κατάρρευση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Στα διάδοχα κράτη δεν έχουν εύκολο έργο οι ιστορικοί που καλούνται να αποτιμήσουν την εποχή Τίτο. Ευπώλητη αποδεικνύεται μία εκτενής και αρκούντως επαινετική βιογραφία του στρατάρχη από τον Σλοβένο Γιόζε Πίργιεβετς. Στην επιστημονική έρευνα πάντως οι απόψεις διίστανται. Στα θετικά περιλαμβάνεται η σύγκρουση με τον Στάλιν το 1948, η στήριξη για το Κίνημα των Αδεσμεύτων και για τον Τρίτο Κόσμο, καθώς και ο σχετικά φιλελεύθερος χαρακτήρας του καθεστώτος. Στα αρνητικά προσμετρώνται οι μαζικές δολοφονίες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων και το στρατόπεδο συγκέντρωσης στη νήσο Γκόλι Οτόκ της Αδριατικής, όπου εξορίζονταν αρχικά οι φιλοσοβιετικοί αντίπαλοι του Τίτο και στη συνέχεια πολλοί ακόμη αντιφρονούντες. Βασικό πρόβλημα για την ιστορική αποτίμηση είναι ότι δεν έχουν απομείνει επαρκή στοιχεία για το έργο του. Ο ίδιος δεν φρόντισε να ορίσει τον διάδοχό του. Με τον θάνατό του άρχισαν να εκδηλώνονται διαλυτικές τάσεις στην Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία. Όση κι αν είναι η εκτίμηση για το πρόσωπό του, ο Γιόζπι Μπροζ Τίτο δεν μπορεί πλέον να προσφέρει έμπνευση και πολιτικό προσανατολισμό.
Πηγή:Deutsche Welle