Εναμιση χρόνο μετά το θάνατο της νεαρής ηθοποιού Γεωργίας Αποστόλου, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος με κείμενό του, αναφέρεται στη γνωριμία και την επαφή που είχε με την Γεωργία καθώς και για τις αναζητήσεις της.
Αναλυτικά το κείμενο:
Την 10η Ιουνίου 2016 απεβίωσε η ταλαντούχος ηθοποιός Γεωργία Αποστόλου, σε ηλικία 43 ετών, και δημιούργησε μεγάλη έκπληξη στο κοινό, ιδιαιτέρως στους δημοσιογράφους και τους νέους, διότι ήταν γνωστή από τον πρωταγωνιστικό ρόλο που είχε σε διάφορα σίριαλ στην τηλεόραση από το 1994 έως το 2005.
Δεν θέλησα αμέσως να ομιλήσω για την Γεωργία, αλλά άφησα τον χρόνο να περάση για να γράψω κάτι.
Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου: Γεωργία Αποστόλου μια ανήσυχη ηθοποιός και ΧριστιανήΤήν γνώρισα πριν από πολλά χρόνια από τις επισκέψεις της στην Ναύπακτο, όταν επιδίωκε να με συναντήση. Τότε πρωταγωνιστούσε σε σίριαλ της τηλεοράσεως. Είχε πολλές απορίες γύρω από θεολογικά θέματα και τα έθετε με γρήγορο τρόπο, το ένα μετά το άλλο, πριν λάβη απάντηση από το προηγούμενο, και κυρίως ενδιαφερόταν για την νηπτική παράδοση της Εκκλησίας, την νοερά προσευχή, την ησυχία, την αποκάλυψη του Θεού κ.α. Ήταν όντως ένα ανήσυχο πνεύμα και ενδιαφερόταν για τα θέματα αυτά, που συνήθως δεν απασχολούν πολλούς ανθρώπους. Είχε διαβάσει μερικά από τα βιβλία μου και ενδιαφερόταν για τα θέματα αυτά.
Ερχόταν συχνά στην Ναύπακτο και παρακολουθούσε τις ομιλίες που έκανα την Δευτέρα, και όταν δεν μπορούσε να έλθη, φρόντιζε να μαθαίνη το περιεχόμενο της ομιλίας και μου τηλεφωνούσε για να με ερωτήση διάφορες απορίες της.
Είχε πνευματικό πατέρα στην Αθήνα, αλλά εμένα με ρωτούσε για θέματα που σχετίζονταν με τα βιβλία μου και τις θεολογικές απορίες της. Μερικές φορές ερχόταν στην Ναύπακτο με διάφορες φίλες της, ώστε και εκείνες να με ερωτήσουν απορίες που δεν μπορούσε η ίδια να τους απαντήση.
Σε μια από τις επισκέψεις της θέλησε να εξομολογηθή. Επειδή είχε πνευματικό πατέρα στην Αθήνα, δικαιολόγησε αυτήν την επιθυμία της, ότι ήθελε να πη κάτι που χρειαζόταν την δική μου βοήθεια. Έτσι, μου εκμυστηρεύθηκε ένα βαθύτατο μυστικό της, που δεν μπορούσε να το πη αλλού. Φυσικά, αυτό που μου εμπιστεύθηκε στην εξομολόγηση παραμένει μέσα μου ως μυστικό και δεν πρόκειται να το αποκαλύψω, σύμφωνα με τον λόγο «ακήκοας λόγον; Συναποθανέτω σοι».
Καθώς περνούσαν τα χρόνια άλλαξε ο εσωτερικός της κόσμος. Χωρίς να με ερωτήση «έσπασε» το συμβόλαιο με ένα σίριαλ που έπαιζε την εποχή εκείνη, διότι όλα αυτά με τα οποία ησχολείτο τα θεωρούσε «βλακείες», όπως χαρακτηριστικά μου είπε. Την συμβούλευσα αν δεν θέλη να είναι πρωταγωνίστρια, γιατί την ενοχλούσε η αναγνωρισιμότητα και οι ευθύνες της εργασίας αυτής, έπρεπε να παίξη μικρούς ρόλους για να ζήση βιοποριστικά. Εκείνη αντιδρούσε. Την συμβούλευσα, αφού ήθελε να σταματήση ως ηθοποιός, να αναζητήση κάποια άλλη εργασία για να καλύπτη τα βασικά της έξοδα. Έκανε κάποιες προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά με διαφόρους λόγους δεν συνέχιζε.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου γιατί εξαφανίσθηκε, εκείνη απάντησε:
«Όχι, δεν εξαφανίστηκα, ούτε κρύφτηκα από κανέναν. Τη δουλειά μου την άφησα γιατί δεν την αγαπούσα πιά. Και όταν δεν αγαπάς κάτι, δεν μπορείς να το υποστηρίξεις. Καταπιέζεσαι. Η Εκκλησία με στήριξε να ασκήσω το επάγγελμα του ηθοποιού για δεκατρία συναπτά έτη. Αλλιώς θα τα είχα παρατήσει πολύ νωρίτερα».
Άρχισε να ζη με όσα οικονομικά είχε αποκτήσει έως τότε. Αλλά με τον καιρό πούλησε το αυτοκίνητό της, και δεν μπορούσε να μετακινηθή παρά μόνον με την βοήθεια άλλων, και γι’ αυτό μείωσε τις ελεύσεις της στην Ναύπακτο. Ξενοίκιασε ένα καλό διαμέρισμα που είχε και μετά φιλοξενείτο σε γνωστούς της, δηλαδή έπεσε σε μια οικειοθελή υλική πτωχεία.
Πολλές φορές επιδίωξα να την βοηθήσω οικονομικώς, αλλά δεν το ήθελε, στενοχωριόταν, το απέρριπτε με αποφασιστικότητα. Μου έλεγε: «Εσάς σας χρειάζομαι για να λύνω τις θεολογικές μου απορίες και να με βοηθάτε πνευματικά».
Παράλληλα, όμως, αύξησε τις μελέτες της στον άγιο Σιλουανό, τον Γέροντα Σωφρόνιο και άλλους αγίους, και δεχόμουν βροχηδόν ερωτήσεις για τα θέματα αυτά.
Όπως μου έλεγε, πολλά βράδυα αγρυπνούσε και προσευχόταν, συμμετείχε σε διάφορες αγρυπνίες και πρωινές θείες Λειτουργίες, παρακολουθούσε αθόρυβα διάφορες ομιλίες στην Αθήνα. Την έβλεπα στο ακροατήριο όταν τύχαινε να ομιλώ στην Αθήνα. Την ενοχλούσε αφόρητα όταν την αναγνώριζαν και κυρίως όταν την περίμεναν δημοσιογράφοι έξω από το σπίτι της, ή όταν της τηλεφωνούσαν για να μάθουν αν έγινε μοναχή.
Επιθυμούσε να γίνη μοναχή σε ένα ασκητήριο. Δεν ήθελε, όμως, να πάη σε ένα κοινόβιο με πολλές μοναχές, αλλά σε ένα μικρό ησυχαστήριο, ώστε σχεδόν να είναι μόνη της. Δεν το έβλεπα αυτό λογικό, δεν ήταν σύμφωνο με τον εκρηκτικό χαρακτήρα της, δεν το θεωρούσα ότι ήταν ώριμο και γι’ αυτό και την απέτρεπα να το κάνη.
Ζούσε πολύ φτωχικά και σχεδόν ερημικά στην Αθήνα. Δεν μπορούσε να έλθη στην Ναύπακτο. Κάποτε μου έστελνε μηνύματα με ειδικό περιεχόμενο και έπειτα για μήνες εξαφανιζόταν. Σε ένα μήνυμά της πριν λίγους μήνες από την κοίμησή της, την 23 Οκτωβρίου 2015, ώρα 21.22, μου έγραψε:
«Πάτερ, επειδή προχθές αναφερθήκατε στον άγιο Σιλουανό, έχω εδώ και χρόνια την απορία μέσα μου… Πως ενώ ήταν οικονόμος και είχε μέριμνες πολλές και συναναστροφές δεν «έχανε» την προσευχή -όπως ο ίδιος λέει στον συνασκητή του πατήρ Σπυρίδωνα- την ώρα της ασχολίας με άλλα… Του την έδωσε δώρο ο Θεός εξαρχής αυτήν την «δυνατότητα» ή έκανε άσκηση να το καταφέρει αυτό; Και γιατί ο π. Σωφρόνιος χρειάσθηκε να μένει τόσα χρόνια μόνος του; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν «μεγάλος άγιος» δηλ.; Δυσκολεύομαι τόσο πολύ όταν αναγκάζομαι να είμαι με ανθρώπους… Δώστε μου τα «φώτα σας» πάνω σ’ αυτό. Σας παρακαλώ… και συγγνώμη που ενοχλώ».
Ύστερα από δέκα λεπτά (21.32΄) μου έστειλε άλλο συμπληρωματικό μήνυμα:
«Θέλω να ζητήσω απ’ το Θεό να μπορώ, όταν είμαι με τους ανθρώπους πολλή ώρα, να είμαι όπως όταν είμαι μόνη μου και να μην με ταράζουν ούτε να με αποσπούν… Είναι θράσος να το ζητήσω αυτό; Δίνεται ως δώρο ή θέλει να κάνω αγώνα; Ή μήπως να συνεχίσω να αποφεύγω γιατί είμαι πολύ αδύναμη; Τι γνώμη έχετε; Γεωργία Αποστόλου».
Συνέχεια τέτοια θέματα την απασχολούσαν και με ερωτούσε. Της απαντούσα, όταν μπορούσα. Αλλά επειδή δεν ήταν δυνατόν να απαντώ με μηνύματα, όταν έπρεπε της τηλεφωνούσα για να της τα πω προφορικά. Πάντοτε προσπαθούσα να την εξισορροπώ για να μη φθάνη στα άκρα.
Το βράδυ εκείνο, επειδή δεν ήταν εύκολο να απαντήσω για τέτοιο θέμα με μήνυμα της έγραψα, στις 21.51΄. «Τα θέματα αυτά δεν απαντούνται με μηνύματα. Ρώτησε τον Γέροντά σου».
Αμέσως μετά, στις 22.15΄ μου απάντησε:
«Ο παπάς μας δεν μιλάει γι’ αυτά τα θέματα… Ούτε τολμώ να ρωτήσω… Πιστεύω ότι ο Χριστός θα είναι μαζί μου πιο επιεικής και προσηνής, όταν τον συναντήσω… Ζήτησα την άποψή σας τηλεφωνικώς δεδομένου ότι δεν μπορώ να έρχομαι τις Δευτέρες και δεδομένου ότι γνωρίζετε προσωπικά και αναλύετε στα βιβλία σας τέτοιου είδους θέματα που έχουν σχέση με την προσευχή. Ευχαριστώ που εύχεσθε. Θα απαντήση ο Κύριος διά των ευχών σας…».
Αυτά τα μηνύματα δείχνουν τον χαρακτήρα της Γεωργίας και τις αναζητήσεις της.
Τα Χριστούγεννα του 2015 μου έστειλε το τελευταίο μήνυμά της, την 26/12, 14.44΄. «Χρόνια πολλά! Καλή δύναμη!». Και η απάντησή μου αμέσως: «Ευχαριστώ για τις ευχές. Αντεύχομαι υγεία, ειρήνη και αγάπη».
Από τότε μέχρι την κοίμησή της, την 10 Ιουνίου 2016, δεν είχα κάποια άλλη επικοινωνία. Αργότερα έμαθα ότι επιθυμούσε να πεθάνη μόνη της.
Από χρόνια, ιδίως από τότε που σταμάτησε να παίζη στα σίριαλ, μου έλεγε ότι θα πεθάνη και μάλιστα θα πεθάνη από καρδιακό πρόβλημα. Την προέτρεπα να πάη στους γιατρούς, να κάνη εξετάσεις, και μάλιστα την παρακαλούσα να της καλύψω τα έξοδα. Δεν συνέχιζε την συζήτηση, δεν ήθελε να με επιβαρύνη οικονομικά, απλώς μου έλεγε: «Θα πεθάνω γρήγορα».
Έτσι, αισθάνθηκα μεγάλη έκπληξη όταν μου τηλεφώνησε μια γνωστή της κυρία, στην οποία προφανώς είχε πεί ότι συνδέεται πνευματικά μαζί μου, ότι πέθανε. Δεν έμαθα λεπτομέρειες για το θέμα, αλλά έμαθα ότι ήταν μόνη της και την βρήκαν πεθαμένη. Θυμάμαι ότι δεν μπόρεσα να κοιμηθώ όλη την νύκτα, γιατί την αφιέρωσα σε αυτήν, προσευχόμενος για την σωτηρία της ψυχής της.
Έχω στην μνήμη μου την Γεωργία Αποστόλου, ως μια γυναίκα με έντονες ανησυχίες, με μεγάλη δίψα για τον Θεό, ζούσε μέσα στην κοινωνία ως αναχωρήτρια, με ένα είδος κατά Χριστόν σαλότητος, αφού έκρυβε επιμελώς αυτά που είχε μέσα της, ακόμη και την ασθένειά της. Την θυμάμαι, ως έναν άνθρωπο που είχε μια διαρκή μνήμη θανάτου και τον αντιμετώπιζε με γενναιότητα, που εξαφανιζόταν ήρεμα, μυστικά, και εμφανιζόταν έντονα και εμφαντικά σαν την αστραπή και τον κεραυνό, την θυμάμαι ως μια γυναίκα που αναζητούσε το ξένο, το άγνωστο, το μυστήριο, την συνάντηση με τον «παράξενο Θεό»!
Δεν μπορώ να τα εξηγήσω όλα αυτά που συνέβαιναν μέσα της, αλλά σε κάθε θεία Λειτουργία την μνημονεύω μαζί με τις κεκοιμημένες μοναχές, και αν και δεν είχε καρεί μοναχή, νομίζω ότι παρουσιάστηκε στον Θεό ως μοναχή στην καρδιά.