Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ κατήγγειλε σήμερα για μία ακόμη φορά τις αμερικανικές κυρώσεις εναντίον της κεντρικής τράπεζας της χώρας του ως απόπειρα να στερήσουν από τον μέσο Ιρανό πρόσβαση σε τρόφιμα και φάρμακα, ενώ πρόσθεσε ότι η κίνηση αυτή είναι ένδειξη της απελπισίας των ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν χθες Παρασκευή νέο γύρο κυρώσεων εναντίον του Ιράν, με κάποιες από τις οποίες να έχουν στόχο την κεντρική του τράπεζα, μετά τις επιθέσεις εναντίον πετρελαϊκών στόχων στη Σαουδική Αραβία, για τις οποίες το Ριάντ και Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν κατηγορήσει την Τεχεράνη.
«Είναι ένδειξη της αμερικανικής απελπισίας (…) Όταν επιβάλλουν επανειλημμένα κυρώσεις εναντίον του ίδιου θεσμού, αυτό σημαίνει ότι έχει αποτύχει η απόπειρά τους να γονατίσουν το ιρανικό έθνος υπό “τη μέγιστη πίεση”», δήλωσε ο Ζαρίφ.
«Όμως αυτό είναι επικίνδυνο και απαράδεκτο ως απόπειρα να εμποδίσουν (…) την πρόσβαση του ιρανικού λαού σε τρόφιμα και φάρμακα», πρόσθεσε λίγη ώρα μετά την άφιξή του στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Στο μεταξύ ανεπιβεβαίωτες αναφορές στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης αναφέρουν ότι ένας αριθμός ιρανικών ιστότοπων, ανάμεσά τους και αυτοί πετροχημικών εταιρειών, έχουν πέσει θύμα κυβερνοεπιθέσεων. Προς το παρόν δεν υπάρχει επίσημη ανακοίνωση σχετικά, αν και ο κεντρικός ιστότοπος της πετρελαϊκής εταιρείας NIOC λειτουργεί κανονικά.
Ο Ιρανός υπουργός επεσήμανε ότι θα συναντηθεί την Τετάρτη με τους ομολόγους του των υπόλοιπων χωρών που έχουν υπογράψει τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης --τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Κίνα και τη Ρωσία.
«Όπως έχουμε πει στο παρελθόν, οι ΗΠΑ μπορούν να έχουν προσδοκίες μόνο αν επιστρέψουν στην πυρηνική συμφωνία (…) και τερματίσουν τον οικονομικό τους πόλεμο εναντίον του Ιράν», τόνισε ο Ζαρίφ.
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν Αμπάς Μουσαβί δήλωσε: «ελπίζω η αμερικανική κυβέρνηση να κατανοήσει ότι δεν είναι πλέον η μοναδική οικονομική υπερδύναμη στον κόσμο και ότι υπάρχουν πολλές χώρες που θέλουν να επωφεληθούν από την ιρανική αγορά».