Σαν σήμερα 14 Ιουνίου του 1864 γεννήθηκε ο Αλοΐσιος Άλτσχαϊμερ (Aloysius " Alois" Alzheimer). Ήταν Γερμανός ψυχίατρος και νευροπαθολόγος, συνάδελφος και μαθητής του Emil Kraepelin. Ο Άλτσχαϊμερ παρουσίασε την πρώτη δημοσιευμένη περίπτωση πρo-γεροντικής άνοιας, την οποία ο Kraepelin θα προσδιόριζε αργότερα ως ασθένεια του Αλτσχάιμερ.
Ο Άλτσχαϊμερ γεννήθηκε στο Μαρκτμπράιτ (Marktbreit) της Κάτω Φραγκονίας στην Βαυαρία. Ο πατέρας του υπηρέτησε σε γραφείο συμβολαιογράφων .
Ο Άλτσχαϊμερ φοίτησε στα πανεπιστήμια Ασάφενμπουργκ, Τύμπινγκεν, Βερολίνου, και Βίρτσμπουργκ. Αποφοίτησε σαν γιατρός από το πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ το 1887. Το επόμενο έτος πέρασε πέντε μήνες σε ίδρυμα με διανοητικά άρρωστες γυναίκες, προτού προσληφθεί στην Φρανκφούρτη σε ένα άσυλο διανοητικώς καθυστερημένων, το Städtische Anstalt für Irre und Epileptische (άσυλο για φρενοβλαβείς και επιληπτικούς), του οποίου κοσμήτορας ήταν τότε ο Γερμανός ψυχίατρος Σιόλι (Emil Sioli, 1852-1922).
Ένας άλλος νευρολόγος, ο Φραντς Νισλ (Franz Nissl, 1860-1919), άρχισε να εργάζεται στο ίδιο άσυλο με τον Άλτσχαϊμερ, με τον οποίο γνωρίζονταν. Ο Άλτσχαϊμερ ήταν ο συνιδρυτής και ο συνεκδότης του περιοδικού Zeitschrift für die gesamte Neurologie und Psychiatrie. Πέρα από δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά δεν συνέγραψε δικό του βιβλίο.
Η Αουγκούστε Ντέτερ
Το 1901 ο Άλτσχαϊμερ παρατήρησε μία ασθενή στο άσυλο της Φρανκφούρτης που ονομαζόταν Αουγκούστε Ντέτερ (Auguste Deter). Η ασθενής, 51 ετών, είχε παράξενα συμπτώματα συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένης απώλειας βραχυπρόθεσμης μνήμης και προσανατολισμού τόπου και χρόνου. Αυτή η ασθενής θα γινόταν το πάθος του Άλτσχαϊμερ κατά τη διάρκεια των ερχομένων ετών. Τον Απρίλιο του 1906 η Ντέτερ πέθανε και ο Άλτσχαϊμερ παρήγγειλε το αρχείο της ασθενούς και τον εγκέφαλό της στο Μόναχο, όπου εργαζόταν ο Kraepelin σε εργαστήριο. Μαζί με δύο Ιταλούς παθολόγους χρησιμοποίησε τις τεχνικές χρώσης για να προσδιορίσει τις πλάκες βήτα αμυλοειδούς και τις συσσωρεύσεις της χαρακτηριστικής για την νόσο Αλτσχάιμερ πρωτεΐνης Tau. Σε ομιλία του στις 3 Νοεμβρίου 1906 παρουσίασε για πρώτη φορά την βιοπαθολογία και τα κλινικά συμπτώματα της νόσου.[7]. Το 1907 δημοσίευσε τα συμπεράσματά του σε άρθρο με τίτλο "Περί μιας ιδιόμορφης νόσου του εγκεφαλικού φλοιού" (Über eine eigenartige Erkrankung der Hirnrinde). Λόγω ευτυχών συγκυριών οι αρχικές προετοιμασίες μικροσκοπίων, στις οποίες ο Άλτσχαϊμερ βάσισε την περιγραφή της ασθένειας του, είχαν ανακαλυφθεί πριν μερικά χρόνια στο Μόναχο και τα συμπεράσματά του μπόρεσαν έτσι να επαναξιολογηθούν.
Από το 1911 η νεοπεριγραφείσα νόσος οδήγησε Ευρωπαίους παθολόγους στη διάγνωσή της σε ασθενείς στις ΗΠΑ.
Το τέλος
Τον Αύγουστο του 1912 ο Άλτσχαϊμερ αρρώστησε στο τραίνο καθ' οδόν για το πανεπιστήμιο του Μπρεσλάου, όπου είχε μόλις διοριστεί ως καθηγητής της ψυχιατρικής τον Ιούλιο 1912. Πιθανότατα υπέστη μόλυνση από στρεπτόκοκκο, που εκδηλώθηκε ως ρευματικός πυρετός και οδήγησε βαθμιαία σε καρδιακή και νεφρική ανεπάρκεια, που έφεραν το 1915 ραγδαία επιδείνωση της υγείας του. Πέθανε από καρδιακή ανακοπή σε ηλικία μόλις 51 ετών στο Μπρέσλαου (τωρινό Βρότσλαβ) της Πολωνίας και κηδεύτηκε στο κοιμητήριο της Φραγκφούρτης (Μάιν).