Μιά νέα κοπέλα πήγε νά χειρουργηθεί σέ νοσοκομείο τής Συμφερούπολης.
Ή κατάσταση της ήταν πολύ σοβαρή καί ή εγχείρηση δύσκολη κι επικίνδυνη. Ή γιατρός πού θά τη χειρουργούσε κάλεσε τή μητέρα τής ασθενούς καί τής είπε:
– Ή εγχείρηση είναι πολύ δύσκολη κι επικίνδυνη. Δέν μπορώ νά σάς εγγυηθώ τίποτα. Δέν ξέρω άν ή κόρη σας βγεί ζωντανή.
Δέν υπήρχε άλλη επιλογή. Ή νέα οδηγήθηκε στό χειρουργείο.
Σ’ όλη τή διάρκεια τής εγχείρησης ή μητέρα καθόταν στην αυλή του νοσοκομείου καί μέ δάκρυα στά μάτια προσευχόταν στον άγιο Λουκά τον Ιατρό καί στον άγιο Παντελεήμονα νά βοηθήσουν.
Σέ κάποια στιγμή μπροστά στά μάτια τής μητέρας εκτυλίχθηκε ένα καταπληκτικό γεγονός:ό τοίχος του νοσοκομείου έγινε διάφανος, σάν τζάμι. Φάνηκε ή αίθουσα του χειρουργείου. Στό χειρουργικό κρεβάτι ήταν ή κόρη της καί γύρω ή γιατρός που τή χειρουργούσε μέ τους συναδέλφους της. Δίπλα της στεκόταν ή νοσοκόμα-έργαλειοδότρια πού κρατούσε τά χειρουργικά εργαλεία.
Καί τό ακόμα θαυμαστότερο: Δίπλα στή γιατρό είδε καί τους Αγίους γιατρούς στους οποίους η ίδια προσευχόταν. Αριστερά στεκόταν ο Άγιος Παντελεήμονας μέ μιά λαμπάδα αναμμένη. Δεξιά στεκόταν ο Άγιος Λουκάς, ό όποιος έπαιρνε κάθε τόσο τά εργαλεία από τη νοσοκόμα καί τά έδινε στη γιατρό!
Ή μητέρα έπεφτε από έκπληξη σε έκπληξη. “Ενιωσε ότι ή προσευχή της εισακούστηκε. Όταν τελείωσε ή εγχείρηση, ή γιατρός βγήκε χαρούμενη καί ενθουσιασμένη. Φώναξε τη μητέρα καί της είπε:
– Πήγαμε πολύ καλά, ανέλπιστα καλά!
Τότε ή μητέρα της διηγήθηκε τό θαυμαστό γεγονός πού έζησε. Ή γιατρός έμεινε αποσβολωμένη. Εκανε τό σταυρό της καί ομολόγησε:
– Τώρα κατάλαβα. Όση ώρα χειρουργούσα καί ήθελα κάποιο χειρουργικό εργαλείο, δέν προλάβαινα νά τό πω στη νοσοκόμα. Μέ τό πού σκεφτόμουν ποιο εργαλείο θέλω, τό είχα στά χέρια μου.
Από το βιβλίο: «Ταχύς εις βοήθειαν…» του Καθηγουμένου π.Νεκταρίου Αντωνοπούλου