Κάποτε ζούσε μια γυναίκα στην Οσία της Καππαδοκίας πλούσια και ευγενής, που ήταν αρραβωνιασμένη με ένα νέο. Μετά από λίγο καιρό η γυναίκα μετάνιωσε για τον αρραβώνα της και για να μην την ενοχλεί ο νέος, πήγε στο μοναστήρι της Αγίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου να γίνει μοναχή.
Ο δε διάβολος την φθόνησε γι αυτό που έκανε και άναψε στον μνηστήρα μία παράφορη αγάπη και έναν ξέφρενο έρωτα. Μη μπορώντας ο νέος να την βγάλει από το μοναστήρι κατέφυγε σε έναν μάγο μάντη και αστρολόγο και του έταξε πολλά χρήματα να φέρει την γυναίκα με τις μαγείες του στο θέλημά του. Έπραξε λοιπόν ο μάγος, τις τέχνες του διαβόλου του εκεί στην Καππαδοκία. Τα μάγια έπιασαν στην γυναίκα και έχασε τα λογικά της και άρχισε να ουρλιάζει και να φωνάζει το όνομα του πρώην αρραβωνιαστικού της γυρίζοντας πέρα δώθε μέσα στο μοναστήρι. Φοβέριζε δε, ότι αν δεν της ανοίξουν τις πύλες του μοναστηριού να φύγει, θα πνιγεί και θα κάνει και άλλα κακά.
Βλέποντας και ακούγοντας η Αγία Ειρήνη όλα αυτά, έκλαιγε και θλιβότανε λέγοντας: «Αλίμονό μου την άθλια ότι για την αμέλειά μου γίνονται όλα αυτά και ο πονηρός διάβολος επιβουλεύεται τα πρόβατα του Χριστού». Αλλά παίρνοντας μέσα της δύναμη από τη χάρη του Θεού επιτίμησε τον διάβολο λέγοντάς του: «Πονηρέ διάβολε ο Χριστός δεν σ’ αφήνει να καταπιείς την αδελφότητά μου». Τότε μάζεψε την αδελφότητα και αφού δίδαξε και νουθέτησε πως να φυλάγονται από τις πανουργίες του διαβόλου, πρόσταξε να νηστέψουν όλη την εβδομάδα και να προσευχηθούν κάνοντας και χίλιες μετάνοιες ημερησίως για τη σωτηρία της αδελφής που βίωνε τον πειρασμό. Μετά από αυτό την τρίτη νύχτα βλέπει η Αγία Ειρήνη μπροστά της εκεί που προσευχότανε τον Μέγα Βασίλειο να της λέει: «Γιατί Ειρήνη μας επιπλήτεις ότι αφήνουμε και γίνονται στην πατρίδα μας τα μιαρά και τα σκοτεινά των οργάνων του Σατανά; Μόλις ξημερώσει παράλαβε την άρρωστη δόκιμη και οδήγησέ την στην Παναγία των Βλαχερνών και εκεί θα έλθει η Μητέρα του Δεσπότη Χριστού να την θεραπεύσει».
Αυτά είπε ο Άγιος και έγινε άφαντος.
Το πρωί η Αγία Ειρήνη πήρε την πάσχουσα μαζί με δυο αδελφές συνοδεία και αφού έφθασαν στο Ναό των Βλαχερνών προσευχήθηκαν όλη την ημέρα και τη νύχτα. Στα μέσα της νυκτός όμως από την κούραση κοιμήθηκαν. Βλέπει τότε στον ύπνο της η Αγία Ειρήνη λαό πολύ, ο οποίος ετοίμαζε το δρόμο χρυσοφορεμένο και πάμφωτο ραντίζοντάς τον με ευωδιαστά άνθη και θυμιάζοντας.
Τότε η Αγία Ειρήνη ρώτησε γιατί γίνονται όλα αυτά. Ακούει δε εκείνη τη στιγμή να της λένε: «Έρχεται η Μητέρα του Θεού, ετοιμάσου και συ να την υποδεχθείς και να αξιωθείς να την προσκυνήσεις». Σε λίγο η Παντάνασσα με πλήθος αστραπηφόρων αγγέλων εμφανίσθηκε. Το πρόσωπό της ήταν τόσο λαμπερό που δεν μπορούσε κανείς να δει. Αφού η Παναγία είδε όλους τους αρρώστους ήλθε και στη μαθήτρια της Ειρήνης. Τότε έπεσε στα άχραντα πόδια της Παναγίας η Αγία Ειρήνη έμφοβη και έντρομη άκουσε δε να μιλάει η Θεοτόκος στον Άγιο Βασίλειο και να τον ρωτάει τι χρειάζεται η Ειρήνη. Ο Άγιος ανέφερε την ιστορία της νέας. Τότε είπε πάλι η Παναγία: «Καλέστε και την Αγία Αναστασία» και όταν ήλθε είπε και προς αυτήν: «Υπάγετε μαζί με τον Βασίλειο στην Καισαρεία εξετάστε με επιμέλεια και θεραπεύστε την κόρη γιατί ο Θεός και ο Υιός μου την χάρη αυτή σας έδωσε να θεραπεύετε αρρώστους».
Τότε προσκύνησαν οι Άγιοι την Θεοτόκο και έφυγαν για να πράξουν το θέλημα του Θεού. Η δε Αγία Ειρήνη άκουσε φωνή που της έλεγε να επιστρέψουν στο μοναστήρι τους και θα γίνει καλά η νέα. Πράγματι γύρισαν στο μοναστήρι χαρούμενες. Ήταν μέρα Παρασκευή και μαζεύτηκαν όλες οι αδελφές στον Εσπερινό και η Αγία Ειρήνη είπε σ’ όλες τις αδελφές να παρακαλέσουν τον Θεό μετά δακρύων. Μέσα σ’ όλη αυτή την κατάνυξη ξαφνικά εμφανίστηκαν η Αγία Αναστασία και ο Άγιος Βασίλειος δίνοντας στην Ειρήνη ένα δέμα. Μόλις το έλυσαν οι μοναχές βρήκαν μέσα διάφορες μαγείες με σπάγγους, τρίχες, μολύβια καταδέσματα γραμμένα ονόματα δαιμόνων, είδωλα από μόλυβδο, ένα ομοίωμα άνδρα και το άλλο της νέας κολλημένα και άλλες βρωμιές.
Οι μοναχές ευχαριστούσαν τον Θεό για αυτό το μέγα θαύμα και η Αγία Ειρήνη έστειλε στην Παναγία των Βλαχερνών λάδι για τη Θεία Λειτουργία και όλα τα μαγικά στον Ιερέα να τα κάψει. Έτσι και έγινε, μετά από τη Θεία Λειτουργία ο Ιερέας έχρισε τη μαγεμένη νέα με λάδι από την καντήλα της Παναγίας και όση ώρα καίγονταν στη φωτιά τα μάγια ακούγονταν φωνές σαν από γουρούνια που τα σφάζουν. Μ’ αυτό τον τρόπο λύθηκε η νέα από τον διάβολο και τα έργα του μάγου και παρέμεινε μοναχή πλάι στην Αγία Ειρήνη τη Χρυσοβαλάντου.