Ήταν αργά και μόλις είχε σουρουπώσει.
Μεγάλη εβδομάδα , Μεγάλη Τετάρτη.
Μουντό σκοτεινό απόγευμα και η υγρασία της Ιερουσαλήμ, τρυπούσε τα ρούχα μας και διαπερνούσε το σώμα μας. Περπατούσα μαζί με δυο συνεργάτες μου στην παλιά πόλη των Ιεροσολύμων. Ήταν η πρώτη φορά που πατούσαμε το πόδι μας στα Ιεροσόλυμα.
Στο πλακόστρωτο της παλιάς πόλης ακουγόταν μόνο τα δικά μας βήματα και ίσως τα βήματα κανά δυο Αράβων και ίσως λίγων προσκυνητών που περπατούσαν σιωπηλοί μετά το προσκύνημά τους.
Σκεφτήκαμε ότι ήταν σιωπηλοί διότι ακόμη είχαν μέσα τους αυτή την αναστάτωση που νιώθουν μέσα τους όσοι προσκυνούν τον Πανάγιο Τάφο.
Δεν είχαμε ποτέ προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο, ούτε είχαμε επισκεφθεί ποτέ τα Πανάγια Προσκυνήματα.
Ήταν η πρωτή φορά …. Η πρώτη φορά αλλά όχι η τελευταία.
Τα Ιεροσόλυμα ήταν για μας μια στάση λίγων ωρών. Ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός για άλλο ταξίδι.
Φτάσαμε λίγο αργά αλλά θέλαμε οπωσδήποτε να έχουμε κάποια πλάνα από τον Πανάγιο Τάφο για να τα στείλουμε στο κανάλι μας για τις ανάγκες του ρεπορτάζ. Όμως δεν ξέραμε ούτε που να πάμε, ούτε που ποιον να ρωτήσουμε.
Μέσα στο σκοτάδι με έπιασε απόγνωση ότι δε θα έχουμε το χρόνο απόψε να κάνουμε αυτό το ρεπορτάζ ή έστω να τραβήξουμε αυτά τα πλάνα που χρειαζόταν απόψε κιόλας για να προβληθούν το πρωί.
Περπατώντας βλέπουμε στο βάθος του στενού πλακόστρωτου δρόμου την Ελληνική Σημαία και την Σημαία του Ελληνορθόδοξου Πατριαχείου.
Πήρα θάρρος προς στιγμή αλλά αμέσως ήρθε η απογοήτευση. Όλες οι πόρτες κλειστές. Ησυχία απόλυτη. Μόνο τα βήματά μας ακούγαμε.
Κοντοστάθηκα μπροστά στην πόρτα του Πατριαρχείου που μετέπειτα έμαθα πια ότι οδηγούσε στα κελιά των Αγιοταφιτών και στο Ναό Κωνσταντίνου και Ελένης, άγγιξα την πόρτα και το μεγάλο χαλκά που κρεμόταν, το χερούλι. Το χέρι μου μύριζε σίδερο μετά από αυτό.
Αρκετή ώρα το βλέμμα μου ήταν καρφωμένο στην ξύλινη πόρτα αυτή που αργότερα περιδιάβηκα πολλές φορές… αμέτρητες …αλλά σήμερα ήταν κλειστή για μας.
Τι κάνουμε; ρωτάνε οι δυο νεαροί συνεργάτες που είχα μαζί μου με τα μηχανήματα στα χέρια.
Τι κάνουμε ; δεν απαντώ ούτε στην ερωτησή τους, ούτε στη δική μου ερώτηση.
Μόνο ένα πάθος με έπνιγε, μια λαχτάρα, να μπορούσα να γονατίσω κι εγώ στον Πανάγιο Τάφο. Αύριο θα φεύγαμε και ποιος ξέρει πόσο θα με βάραινε που σε αυτή τη στάση που κάναμε σε αυτή την Πόλη των Ιεροσολύμων δεν θα είχα την ευλογία να αγγίξω την Πλάκα του Πανάγιου Τάφου, τον βράχο που σφράγισε τον τάφο Του….δεν θα είχα την ευκαιρία να δω….να νιώσω;
Μια συγκίνηση ανεξήγητη με σκέπασε και μια ανατριχίλα από το ταρακούνημα των συναισθημάτων της αποψινής αποτυχίας …..
Τρεις ξένοι στη μέση του πλακόστρωτου, έτσι νιώθαμε . Τρεις ξένοι.
Ξαφνικά ένα χέρι με ακουμπάει στον ώμο ….μαλακά τρυφερά αλλά με ξύπνησε από το λήθαργο των σκέψεών μου….
Γυρνάω βλέπω μια γυναίκα λεπτή με μακριά μαύρα ρούχα και μια ζώνη φαρδιά δερμάτινη στην λεπτή της μέση.
Πως βρέθηκε ξαφνικά εδώ αυτή η γυναίκα …. αναρωτήθηκα ;
Είστε Έλληνες….. μας είπε με μια γλυκιά φωνή γεμάτη θαλπωρή σιγουριά .
Θέλετε να προσκηνύσετε τον Πανάγιο Τάφο;
Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας χωρίς κανείς να μιλά.......
Τέλος πρώτου Μέρους
(η συνέχεια αυτής της ιστορίας θα απλωθεί αυτές τις μέρες στις σελίδες του iellada.gr με αφορμή τη Σαρακοστή , το Άγιο Πάσχα και την Ανάσταση για όσους θα ήθελαν να ταξιδέψουν στο θαύμα της ανθρώπινης επαφής με τους τόπους που περπάτησε ο Ιησούς, προσευχήθηκε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε…)
ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΧΝΑΚΗ