Στις 29 Μαρτίου 2018 η Βρετανία αποχωρεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξάρτητα της ύπαρξης ή μη μιας συμφωνίας αποχώρησης. Η αποχώρηση αυτή (γνωστή ως Brexit) σηματοδοτεί μια νέα εποχή για την ΕΕ, η οποία προβληματίζει, σχετικά με την πορεία πλέον της Ένωσης, τους ορθολογικά σκεπτόμενους Ευρωπαίους πολίτες.
Στην Ελλάδα, εγκλωβισμένοι στην πολυπλοκότητα (υπαρκτή και επικοινωνιακή) των γεγονότων που διαδραματίζονται στο εσωτερικό της χώρας και επηρεάζουν την καθημερινότητά μας, φαίνεται ότι δεν έχουμε αποδώσει την απαιτούμενη προσοχή και μελέτη στην αποχώρηση αυτή και τις συνέπειες της.
Μετά από 524 ημέρες διαπραγματεύσεων, οι ηγέτες των 27 εναπομεινάντων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου κατέληξαν στο τελικό κείμενο της Συμφωνίας για το Brexit, η οποία θα τεθεί για επικύρωση στα εθνικά κοινοβούλια, πριν την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ.
Η Συμφωνία αποτελείται από δύο έγγραφα. Το πρώτο, 585 σελίδων, είναι η συμφωνία αποχώρησης, η οποία θα αποτελέσει την βάση της νομικά δεσμευτικής σύμβασης. Το δεύτερο, 26 σελίδων, χωρίς να έχει τυπικά νομική ισχύ, είναι η πολιτική διακήρυξη/δήλωση που αφορά στην σχέση ΗΒ και ΕΕ στο μέλλον και πολιτικά δεσμεύει τις δύο πλευρές επί των βασικών παραμέτρων για τις συνομιλίες που θα ακολουθήσουν.
Τι όμως έχει συμφωνηθεί στις Βρυξέλλες και πρόκειται να ισχύσει, εφόσον η Συμφωνία επικυρωθεί;
Συμφωνία αποχώρησης
Οι τρεις βασικότερες ενότητες της συμφωνίας αποχώρησης αφορούν στα δικαιώματα των πολιτών (Ευρωπαίων στη ΗΒ και Βρετανών στην ΕΕ), στην “Συμφωνία Διαζυγίου” κόστους 39δισ. λιρών και στο πρόβλημα της αποφυγής ύπαρξης συνόρων στο νησί της Ιρλανδίας την επαύριο της αποχώρησης.
Η Συμφωνία εγγυάται τα δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών (άνω των 3 εκατομμυρίων) που ζουν και δραστηριοποιούνται στο ΗΒ και ομοίως των Βρετανών (άνω του 1 εκατομμυρίου) που διαμένουν σε κ-μ της ΕΕ. Η Τερέζα Μέη είχε προσπαθήσει να περιορίσει το συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας σε όσους έφτασαν στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από τις 29 Μαρτίου 2019, αλλά δεν το κατόρθωσε και ως χρονικό όριο καθορίσθηκε το τέλος του 2022.
Το ύψος του ποσού που θα πρέπει να καταβάλλει η Βρετανία στην ΕΕ αποτέλεσε αντικείμενο σκληρής διαπραγμάτευσης. Η Βρετανική πλευρά υποστήριζε ότι στις Συνθήκες της ΕΕ δεν υπάρχει κάποιος όρος που δεσμεύει το ΗΒ για οφειλές προς την Ένωση. Στον αντίποδα, η ΕΕ απαιτούσε την ανταπόκριση στις δεσμεύσεις δαπανών που πραγματοποίησε η Βρετανία ως κ-μ της Ένωσης, κυκλοφορώντας ακαθάριστες υποχρεώσεις που ανέρχονταν στα 100 δισ. λίρες. Τελικά, τον περασμένο Νοέμβριο επιτεύχθηκε συμφωνία ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα αυξήσει κατά περίπου 39 δισ. λίρες στερλίνες, για να καλύψει τη συνεισφορά του στον προϋπολογισμό της ΕΕ μέχρι το 2020 και να συσσωρεύσει άλλες εκκρεμείς αναλήψεις υποχρεώσεων (όπως οι συντάξεις των υπαλλήλων της ΕΕ).
Το (τελωνιακό) σύνορο μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας (Έire)και της Βόρειας Ιρλανδίας υπήρξε το δυσκολότερο πρόβλημα στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Ακόμη και μετά την προσέγγιση των δύο πλευρών και την συμφωνία με πυρήνα το αποκαλούμενο "backstop - αναστολέας", εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη δυσαρέσκεια τόσο στην Βρετανική πλευρά όσο και από τους ηγέτες των κ-μ της ΕΕ.Ο αναστολέας σημαίνει ότι το σύνολο του Ηνωμένου Βασιλείου θα παραμείνει στην τελωνειακή ένωση της ΕΕ, ενώ η Βόρεια Ιρλανδία θα πρέπει να ακολουθήσει τους κανόνες της ενιαίας αγοράς.Οι επικριτές της Τερέζα Μέη υποστηρίζουν ότι η εν λόγω συμφωνία δυναμιτίζει την Βρετανική κυριαρχία, και οι ηγέτες των κ-μ της ΕΕ θεωρούν ότι η συμφωνία λειτουργεί προς όφελος του ΗΒ και επιμένουν για σεβασμό των κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών κανόνων της Ένωσης, ώστε να αποφευχθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός των εταιρειών τους.
Πολιτική διακήρυξη
Το ΗΒ ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις για το Brexit προσδοκώντας να επιτύχει μια πολιτική δήλωση, η οποία θα ήταν άμεσα μετατρέψιμη σε μια πλήρη εμπορική συμφωνία επί όλων των θεμάτων την επόμενη ημέρα της αποχώρησής του από την ΕΕ. Τελικά, μετά την σκληρή στάση της ηγεσίας της ΕΕ, συμφωνήθηκε μια κοινή πολιτική διακήρυξη 26 σελίδων που περιγράφει τις παραμέτρους της μελλοντικής σχέσης, με τους δύο βασικούς πυλώνες να είναι το εμπόριο και η ασφάλεια, αλλά και πολλές ιδέες (με λίγα όμως συγκεκριμένα σχέδια) για το τι μπορεί να συζητηθεί και συμφωνηθεί στο μέλλον.
Η Βρετανίδα Πρωθυπουργός στόχευε να εξασφαλίσει τη δέσμευση για ένα εμπόριο αγαθών μεταξύ ΗΒ και ΕΕ χωρίς εμπόδια μέσω ενός κοινού εγχειριδίου (το κεντρικό στοιχείο του προταθέντος σχεδίου της Μέη “Checkers”). Όμως η πολιτική διακήρυξη που τελικά συμφωνήθηκε ναυάγησε όλες τις Βρετανικές επιδιώξεις, δηλώνοντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ θα είναι "ξεχωριστές αγορές και ξεχωριστές νομικές οντότητες" μετά το Brexit. Η Βρετανική πρόσβαση στις Ευρωπαϊκές αγορές εξασφαλίζεται εφόσον το ΗΒ σέβεται τα πρότυπα της ΕΕ στον τομέα του ανταγωνισμού, του φόρου, του περιβάλλοντος, καθώς και της κοινωνικής προστασίας και της προστασίας της απασχόλησης.
Φυσικά, το ΗΒ επιμένει (για εσωτερική κατανάλωση) ότι αυτό δεν δεσμεύει τη Βρετανική κυβέρνηση σε τελωνειακή ένωση. Επιπλέον,στη διακήρυξη προβλέπεται ότι το ΗΒ θα αντιμετωπιστεί όπως και οποιαδήποτε άλλη χώρα εκτός ΕΕ. Αντί για τα "διαβατήρια" που επιτρέπουν στο Λονδίνο να λειτουργεί σε ολόκληρη την ΕΕ, οι τραπεζίτες και οι έμποροι θα πρέπει να βασίζονται στην "ισοδυναμία", επιτρέποντας την ανάκληση της πρόσβασης στην αγορά από τις Βρυξέλλες με προειδοποίηση 30 ημερών.
Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας
Το ΗΒ επιθυμούσε όχι απλά να διατηρήσει το σημερινό επίπεδο ασφάλειας και αστυνομικής συνεργασίας, αλλά και να επιλέξει επιπλέον τομείς συνεργασίας σε δομές της ΕΕ που είχε αρνηθεί να συμμετέχει ως κ-μ στο παρελθόν. Η απάντηση της ΕΕ μέσω του Πρωθυπουργού του Λουξεμβούργου ξεκαθάρισε ότι "Η ΕΕ προσφέρει μόνο συνεργασία, και όχι μέλος της αστυνομικής υπηρεσίας Europol και της υπηρεσίας δικαστικής συνεργασίας Eurojust”.
Όμως, παρά την άρνηση της Βρετανίας, στο παρελθόν ως κ-μ, για αμυντική συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ, έχει διαπραγματευθεί ρήτρες που θα της επιτρέψουν, στο μέλλον, να συμμετάσχει σε κοινά αμυντικά έργα της ΕΕ. Ωστόσο, οι διαφορές που υπάρχουν είναι αρκετές (πχ η συμμετοχή της Βρετανίας σε ευαίσθητα ασφαλείας ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως στο δορυφορικό πρόγραμμα της ΕΕ Galileo) και με την πολιτική διακήρυξη να είναι αρκετά ασαφής.
Πλέον “η μπάλα βρίσκεται στο τερέν” των εθνικών κοινοβουλίων των κ-μ της ΕΕ και του ΗΒ, με τελεσίγραφο της ΕΕ ότι “Αυτή είναι η μοναδική συμφωνία”. Τα γεγονότα τρέχουν και σύντομα θα γνωρίζουμε τις εξελίξεις. Το κρίσιμο ερώτημα που απαιτεί πλέον απάντηση είναι (όπως τέθηκε από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν) ότι το Brexit δείχνει το πόσο εύθραυστη είναι η ΕΕ και ότι είναι απολύτως αναγκαία η επανίδρυσή της.
πηγή: liberal