Τα συμπεράσματα της ελληνικής αποστολής στη χώρα όπου ξεπέρασαν τους 2.000 τα θύματα της τεράστιας φυσικής καταστροφής.
Η περίπτωση της καταστροφής στην Ινδονησία προβληματίζει ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα. Αυτό επισήμαναν οι Έλληνες επιστήμονες που συμμετείχαν σε αποστολή στη χώρα για να μελετήσουν τις συνέπειες από το σεισμό μεγέθους 7,5 Ρίχτερ της 28ης Σεπτεμβρίου, στο βόρειο τμήμα του νησιού Σουλαβέζι και το τσουνάμι που ακολούθησε και έπληξε κυρίως την πόλη Πάλου, προκαλώντας περισσότερους από 2.000 νεκρούς, καθώς επίσης τεράστιες κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Στην αποστολή συμμετείχαν οι Ευθύμης Λέκκας (καθηγητής Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας και διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος «Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων»), Παναγιώτης Καρύδης (ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ) και Σπυρίδων Μαυρούλης (ερευνητής του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών).
«Σε κάθε μεγάλη καταστροφή συνειδητοποιούμε ότι εκδηλώνονται νέες μορφές κινδύνων και καταστροφών, τις οποίες δεν έχουμε προσδιορίσει και ερευνήσει ακόμα. Ταυτόχρονα, η σύμπλεξη νέων μορφών φαινομένων και κινδύνων μας κάνει ιδιαίτερα ανήσυχους, γιατί πλήττονται περιοχές όπου η τρωτότητα είναι υψηλή, με αποτέλεσμα να αυξάνονται με εκθετικό ρυθμό οι επιπτώσεις σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο», αναφέρουν οι επιστήμονες σε σχετική ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα το ΕΚΠΑ.
Επισημαίνουν επίσης ότι υπήρξε μία συγκεχυμένη εικόνα για τα αίτια της καταστροφής, η οποία δημιουργήθηκε από τις αντιφατικές δηλώσεις των επιστημόνων, τις αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες των αρχών, τις υπερβολικές εκτιμήσεις των μέσων ενημέρωσης και τις τοποθετήσεις των πολιτών υπό καθεστώς ψυχολογικής κατάρρευσης.
Μετά την επιτόπια μελέτη που έκαναν οι Έλληνες επιστήμονες, συμπέραναν ότι:
– Ο σεισμός, με εστιακό βάθος 15 χιλιομέτρων, δεν προκάλεσε -όπως θα ήταν αναμενόμενο- αντίστοιχα μεγάλες βλάβες. Κάποιες σημαντικές βλάβες προκλήθηκαν μόνο σε ψηλά κτήρια, στην πόλη Πάλου, που βρίσκεται σε απόσταση 85 χλμ. από το επίκεντρο, ενώ αντίθετα ο υπόλοιπος δομημένος ιστός, ακόμα και οι παλαιές κατασκευές, παρέμειναν ανέπαφες. Η εικόνα αυτή οφείλεται στο συντονισμό των ψηλών κτηρίων, που έχουν μεγάλη ιδιοπερίοδο, με το έδαφος το οποίο επίσης αποκτά υψηλή ιδιοπερίοδο. Οι μικρότερες ή μέσες περίοδοι της σεισμικής δόνησης απορροφούνται κατά την διαδρομή στην ενδιάμεση απόσταση μεταξύ του επικέντρου και της πληγείσας περιοχής, με αποτέλεσμα μικρά και μεσαίου όγκου κτήρια να παραμένουν ανέπαφα.
– Οι πολύ εκτενείς καταστροφές στη συνοικία Μπαλαόρα, στην οποία βρίσκονται ακόμα θαμμένοι κάτω από χιλιάδες τόνους λάσπης πιθανώς 5.000 άνθρωποι, οφείλονται σε φαινόμενα «πλευρικής επέκτασης» (lateral spreading), ένα κατολισθητικό φαινόμενο, με μεγάλη οριζόντια εξάπλωση των μετακινούμενων χαλαρών γεωλογικών σχηματισμών.
– Το τσουνάμι έχει καταστρέψει οικιστικές και ημιαστικές περιοχές στην παράκτια ζώνη του κόλπου του Πάλου, αφήνοντας πίσω του χιλιάδες θύματα. Έχει ωστόσο δημιουργηθεί σύγχυση για το χρόνο εκδήλωσής του, το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την στιγμή εκδήλωσης του σεισμού μέχρι τη στιγμή που έπληξε την παράκτια ζώνη, για το αν η γένεσή του οφείλεται σε υποθαλάσσια κατολίσθηση που συνέβη σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, καθώς επίσης και για την έκδοση και στη συνέχεια την άρση της προειδοποίησης του πληθυσμού, για τις ευθύνες των αρχών κ.λπ.
Σύμφωνα με τους Έλληνες επιστήμονες, που ανέλυσαν τα δεδομένα, στην πραγματικότητα το τσουνάμι προκλήθηκε από τον ίδιο το σεισμό λόγω της θραύσης του πυθμένα από το σεισμογόνο ρήγμα που έφτασε ως την πόλη Πάλου, την οποία στην κυριολεξία διχοτόμησε. Στη συνέχεια, μέσα σε χρόνο οκτώ έως δέκα λεπτών προσέβαλε τις παράκτιες οικιστικές περιοχές του κόλπου, φτάνοντας τα 14 μέτρα ύψος, αφήνοντας έτσι μηδενικά περιθώρια αντίδρασης στους κατοίκους. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει προειδοποίηση. Προκύπτει, δηλαδή, ότι είναι λανθασμένη η άποψη πως τα θύματα του τσουνάμι ήσαν πολλά, επειδή οι κάτοικοι πληροφορήθηκαν από τις αρχές την ακύρωση του υποτιθέμενου συναγερμού και έτσι επαναπαύτηκαν.