Ένα μυστήριο, την αξία του οποίου πολλοί δεν κατανοούν, είναι αυτό της μετανοίας και εξομολογήσεως. Πολλοί το συγχέουν με την κοσμική ψυχοθεραπεία.
Ακόμη κι αν αισθάνονται ότι ο ιερέας δεν είναι ψυχολόγος, εντούτοις, οι περισσότεροι που μετέχουν στο μυστήριο τον θεωρούν υποψήφιο ακροατή των προβλημάτων και των παθημάτων τους, και όχι ως τον πνευματικό πατέρα, ο οποίος ακούει την εξαγόρευση των αμαρτιών, βοηθά στην πνευματική αναγέννηση του εξομολογουμένου και την ίδια στιγμή προσπαθεί να τον βοηθήσει να σηκώσει τους σταυρούς του εντός του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας.
Έτσι και οι νέοι. Όσοι εξομολογούνται, συνήθως έχουν επίγνωση της ανάγκης για κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη εφόσον έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον που έχει επαφή με την Εκκλησία. Πολλοί νέοι επισκέπτονται τον πνευματικό όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα, ιδιαιτέρως στις σχέσεις τους ή στην οικογένειά τους, και αναζητούν μία συμβουλή. Άλλοι αναζητούν απαντήσεις σε αγωνίες που ανακύπτουν μέσα από διάφορες δοκιμασίες, όπως η αρρώστια ή ο θάνατος. Άλλοι προσελκύονται από το πρόσωπο του πνευματικού, ιδίως όταν αυτός μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους. Άλλοι πάλι επηρεάζονται από κάποιους φίλους τους, όταν συμβεί να συμμετέχουν στην ενοριακή ζωή.
Είναι κρίσιμη η εξέταση αυτών των λόγων, διότι το κυριότερο ερώτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσον ο Θεός μιλά στις καρδιές των νέων που προσέρχονται στο μυστήριο. Η απάντηση φαντάζει αυτονόητα καταφατική. Δεν είναι όμως πάντοτε έτσι. Κάποιοι νέοι μπορεί να απογοητευτούν είτε από την αδιάκριτη αυστηρότητα είτε από την στενά θρησκευτική αντιμετώπιση των προβληματισμών τους. Ο πνευματικός καλείται να συζητά με τους νεώτερους περισσότερο, διότι αυτοί θα χτίσουν σχέση με τον Θεό και την Εκκλησία διά του μυστηρίου. Ο Θεός δίνει την χάρη της αφέσεως. Το πρόσωπο όμως του πνευματικού είναι σημαντικό.
Σε βάθος χρόνου βεβαίως ο Θεός, ο οποίος βλέπει την προαίρεση των νέων που προστρέχουν στη εξομολόγηση, θα μιλήσει σ’ αυτούς. Όμως η εξομολόγηση είναι σπουδαία δωρεά, ιδίως αν το όλο μυστήριο έχει εκκλησιοκεντρικό χαρακτήρα. Αν ο νέος κατανοήσει, με τη βοήθεια του πνευματικού, ότι η μετοχή του δεν έχει σκοπό ούτε την αυτοδικαίωσή του ούτε την καταδίκη του, αλλά την αποκατάσταση της σχέσης του με το σώμα του Χριστού. Η αμαρτία μάς χωρίζει από τον Θεό και τον συνάνθρωπο και διχοτομεί τον εαυτό μας σε παλαιό και νέο άνθρωπο. Γι’ αυτό και το μυστήριο αποκαθιστά την τραυματισμένη ενότητα. Διότι κάνει τον άνθρωπο να συνειδητοποιεί την έλλειψη της αγάπης και την επικράτηση ενός ψεύτικου εαυτού, τον βοηθά να διακρίνει την αλήθεια για τη ζωή και να δει πού υποκύπτει στον πονηρό. Ακόμη κι αν ο πολιτισμός δεν επιτρέπει την στόχευση σε ιδιαίτερες εναλλακτικές, εντούτοις η αντίσταση στο κακό και η πρόταξη της αγάπης αποτελούν σημεία-κλειδιά για την ένταξη στην εκκλησιαστική ζωή.
Γι’ αυτό και τελικά οι νέοι χρειάζονται την εξομολόγηση. Χρειάζονται ένα σταθερό σημείο πνευματικής αναφοράς που είναι ο εξομολόγος-πνευματικός, αλλά και το σώμα του Χριστού στο οποίο να ανήκουν. Χρειάζονται όμως και αυτό που η ψυχοθεραπεία δεν μπορεί να δώσει: την άφεση των αμαρτιών, την απάλειψη των ενοχών και την ελευθερία που η σχέση με τον Χριστό προσφέρει. Τα υπόλοιπα είναι του Θεού!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»