«. Τίς ἠμύνθη περὶ πάτρης; Καὶ τί πταίει ἡ γλαῦξ, ἡ θρηνοῦσα ἐπὶ ἐρειπίων; Πταίουν οἱ πλάσαντες τὰ ἐρείπια. Καὶ τὰ ἐρείπια τὰ ἔπλασαν οἱ ἀνίκανοι κυβερνῆται τῆς Ἑλλάδος.
. Αὐτοὶ οἱ πολιτικοί, αὐτοὶ οἱ βουλευταί, ἐκατάστρεψαν τὸ ἔθνος, ἀνάθεμά τους. Κάψιμο θέλουν ὅλοι τους! Τότε σ’ ἐξεθέωναν οἱ προεστοὶ κ’ οἱ «γυφτοχαρατζῆδες», τώρα σὲ «ἀθεώνουν» οἱ βουλευταὶ κ’ οἱ δήμαρχοι.
. Αὐτοὶ ποὺ εἶχαν τὸ λύειν καὶ τὸ δεσμεῖν εἰς τὰ δύο κόμματα, τοὺς ἔταζαν «φούρνους μὲ καρβέλια», δώσαντες αὐτοῖς οὐχὶ πλείονας τῶν εἴκοσι δραχμῶν μετρητά, ἀπέναντι, καθὼς τοὺς εἶπαν, καὶ παρακινήσαντες αὐτοὺς νὰ ἐξοδεύσουν κι ἀπ’ τὴ σακκούλα τους ὅσα θέλουν ἄφοβα, διότι θὰ πληρωθοῦν μέχρι λεπτοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν λογαριασμόν, ὂν ἤθελαν παρουσιάσουν.
. Τὸ τέρας τὸ καλούμενον ἐπιφανὴς τρέφει τὴν φυγοπονίαν, τὴν θεσιθηρίαν, τὸν τραμπουκισμόν, τὸν κουτσαβακισμόν, τὴν εἰς τοὺς νόμους ἀπείθειαν. Πλάττει αὐλὴν ἐξ ἀχρήστων ἀνθρώπων, στοιχείων φθοροποιῶν, τὰ ὁποῖα τὸν περιστοιχίζουσι, παρασίτων τὰ ὁποία ἀποζῶσιν ἐξ αὐτοῦ…
. Μεταξὺ δύο ἀντιπάλων μετερχομένων τὴν αὐτὴν διαφθοράν, θὰ ἐπιτύχει ἐκεῖνος ὅστις εὐπρεπέστερον φορεῖ τὸ προσωπεῖον κ’ ἐπιδεξιώτερον τὸν κόθορνον.
. Ἄμυνα περὶ πάτρης θὰ ἦτο ἡ εὐσυνείδητος λειτουργία τῶν θεσμῶν, ἡ ἐθνικὴ ἀγωγή, ἡ χρηστὴ διοίκησις, ἡ καταπολέμησις τοῦ ξένου ὑλισμοῦ καὶ πιθηκισμοῦ, τοῦ διαφθείροντος τὸ φρόνημα καὶ ἐκφυλίσαντος σήμερον τὸ ἔθνος, καὶ ἡ πρόληψις τῆς χρεωκοπίας».
Ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα Ἀκρόπολη τὸ 1896