Στις περιπτώσεις των εμφανίσεων αυτών που συμβαίνουν μόλις πεθάνη ο άνθρωπος, την ψυχή την συναπαντούν συνήθως δύο άγγελοι. Να πώς το περιγράφει αυτό ο συγγραφέας του βιβλίου. Απίστευτο για πολλούς και όμως πραγματικό γεγονός.
«Μόλις πρόφερε αυτές τις λέξεις η ηλικιωμένη νοσοκόμα ("Ας κληρονομήση την Βασιλεία των Ουρανών, ας εύρη αιώνια γαλήνη") εμφανίσθηκαν στο πλευρό μου δύο άγγελοι. Στο πρόσωπο του ενός ανεγνώρισα κατά κάποιον τρόπο τον προστάτη μου άγγελο άλλα ο άλλος άγγελος μού ήταν άγνωστος»[1]. Αργότερα κάποιος ευλαβής περιπλανώμενος προσκυνητής του είπε ότι αυτός ήταν ο «άγγελος της υποδοχής». Η αγία Θεοδώρα, της οποίας η διάβασις μέσα από τα εναέρεια «τελωνεία» εξιστορείται στον βίο του αγίου Βασιλείου του νέου[2], διηγείται ότι: «Όταν πια μ' εγκατέλειψαν εντελώς οι δυνάμεις μου είδα ξαφνικά δύο ακτινοβολούντες αγγέλους του Θεού που είχαν όψι λαμπρών νέων ανέκφραστου ωραιότητος. Τα πρόσωπά τους ήταν λαμπρότερα κι απ’ τον ήλιο, η ματιά τους γεμάτη αγάπη, τα μαλλιά τους ήταν λευκά σαν το χιόνι, γύρω από το κεφάλι τους ξεχυνόταν μία χρυσή ανταύγεια, τα ενδύματα τους αστραποβολούσαν και στο στήθος ήταν περιζωσμένοι σταυρωτά με οράρια»[3]. Ο άγιος Σάλβιος επίσκοπος Γαλατίας κατά τον 6ο αι. περιγράφει την δική του εμπειρία θανάτου κατά τον ακόλουθο τρόπο: «Όταν σειόταν το κελλί μου πριν από τέσσερις ημέρες και με είδατε να κοίτωμαι νεκρός, με σήκωσαν δύο άγγελοι και με μετέφεραν στο υψηλότερο σημείο του ουρανού»[4].
Η αποστολή των αγγέλων αυτών είναι να οδηγούν την ψυχή του αποθανόντος κατά την διάβασί της προς την άλλη ζωή. Δεν υπάρχει επάνω τους τίποτε το ασαφές και αόριστο ούτε ως προς την μορφή ούτε ως προς τις ενέργειές τους. Έχουν μορφή ανθρώπινη και πιάνουν σταθερά το «λεπτό σώμα» της ψυχής για να το μεταφέρουν. «Οι φωτοφόροι άγγελοι πήραν την ψυχή μου αμέσως στα χέρια τους»[5]. «Οι άγγελοι με πήραν από τα χέρια και μ' έβγαλαν από τον θάλαμο περνώντας μέσα από τον τοίχο»[6]. Τον άγιο Σάλβιο τον «σήκωσαν δύο άγγελοι». Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά.
Δεν μπορεί λοιπόν να υποστηριχθή ότι το «φωτεινό ον» που αναφέρεται στις σύγχρονες εμπειρίες και που δεν έχει συγκεκριμένη μορφή, που δεν οδηγεί τις ψυχές πουθενά, που στέκεται να συνομιλήση με την κάθε ψυχή και που της δείχνει με αστραπιαία αναδρομή σκηνές από την περασμένη της ζωή, είναι ο οδηγός άγγελος εις την μετά θάνατον ζωή. Όλα τα όντα που «φαίνονται» σαν άγγελοι δεν είναι αναγκαστικά και άγγελοι, αφού ακόμη και αυτός ο Σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός[7]· και συνεπώς αυτά τα όντα που δεν έχουν καν την όψι αγγέλων δεν μπορεί οπωσδήποτε να χαρακτηρισθούν σαν άγγελοι. Στις «μεταθανάτιες» εμπειρίες του καιρού μας φαίνεται ότι σχεδόν ποτέ δεν συμβαίνουν αδιαμφισβήτητες συναντήσεις με αγγέλους και τούτο για έναν λόγο που θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε κατωτέρω.
Είναι λοιπόν δυνατόν αυτά τα «φωτεινά όντα» να είναι στην πραγματικότητα δαίμονες μασκαρεμένοι σε άμορφους «αγγέλους φωτός», με σκοπό να εκπειράσουν τον ετοιμοθάνατο ακόμη και στις τελευταίες στιγμές, που η ψυχή αφήνει το σώμα του; Ο Δρ Μούντυ[8] και διάφοροι άλλοι ερευνητές θέτουν πράγματι αυτό το ερώτημα, αλλά μόνο και μόνο για να αποκλείσουν αυτήν την πιθανότητα, επειδή δήθεν ταιριάζει με τις «αγαθές» εντυπώσεις που δημιουργεί στον ετοιμοθάνατο η εμφάνισις τέτοιων όντων. Οι απόψεις βέβαια που έχουν αυτοί οι ερευνητές περί «πονηρού» είναι αφελείς στο έπακρον. Ο Δρ Μούντυ λ.χ. νομίζει ότι: «ο Σατανάς θα έλεγε προφανώς στους υπηρέτες του να ακολουθήσουν και σ' αυτήν την περίπτωσι ένα τρόπο δράσεως γεμάτο μίσος και καταστροφή»[9] και φαίνεται ότι του είναι εντελώς άγνωστα τα χριστιανικά κείμενα, όπου περιγράφεται η πραγματική φύσις του δαιμονικού πειρασμού, αυτού δηλαδή που παρουσιάζουν σταθερά οι δαίμονες στα θύματά τους σαν κάτι το «αγαθό».
Ποια είναι λοιπόν η ορθόδοξη διδασκαλία σχετικά με τον δαιμονικό πειρασμό κατά την ώρα του θανάτου; Ο Μέγας Βασίλειος ερμηνεύοντας τους λόγους του Ψαλτηρίου σώσόν με εκ πάντων των διωκόντων με και ρύσαί με, μη ποτέ αρπάση ως λέων την ψυχήν μου[10], δίδει την παρακάτω εξήγησι[11]: «Νομίζω δε ότι οι γενναίοι αθληταί του Θεού αφού ηγωνίσθησαν εις ολόκληρον την ζωήν των αξίως κατά των αοράτων εχθρών, όταν διαφύγουν από όλας τας καταδιώξεις αυτών και φθάσουν εις το τέλος της ζωής των, εξετάζονται από τον άρχοντα του αιώνος- και, εάν μεν ευρεθούν τραυματισμένοι από τους αγώνας των ή κάπως στιγματισμένοι, ή να έχουν αποτυπώματα της αμαρτίας, θα κρατηθούν αιχμάλωτοι- εάν όμως ευρεθούν απρόσβλητοι και ακηλίδωτοι θα τους αναπαύση ο Χριστός επειδή είναι ανίκητοι και ελεύθεροι.
Παρακαλεί λοιπόν ο ψαλμωδός και περί της παρούσης και περί της μελλούσης ζωής διότι λέγει, σώσε με εδώ από τους διώκτας- λύτρωσέ με εκεί εις τον καιρόν της εξετάσεως μήπως ως λέων αρπάξη την ψυχήν μου. Και αυτά δύνασαι να τα μάθης από τον ίδιον τον Κύριον που έλεγε κατά τον καιρό του πάθους Του: Νυν ο άρχων του κόσμου τούτου έρχεται και εν εμοί έξει ουδέν[12] ».
Δεν είναι όμως μόνο οι χριστιανοί αγωνιστές που έχουν να αντιμετωπίσουν τους πειρασμούς των δαιμόνων κατά την ώρα του θανάτου. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στις ομιλίες του στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον περιγράφει ζωντανά τι συμβαίνει συνήθως στους κοινούς αμαρτωλούς κατά το θάνατό τους: «Διά τούτο λοιπόν και είναι δυνατόν τότε ν' ακούσης πολλούς να διηγούνται φοβερές ιστορίες και οράματα φρικτά, που δεν ημπορούν ούτε καν να τα αντικρύσουν οι μελλοθάνατοι, και τινάσσονται με μεγάλη ορμή πάνω στο κρεββάτι που είναι εξαπλωμένοι και βλέπουν με τρόμο τους παρευρισκομένους, επειδή η ψυχή τους προσπαθεί να εισχώρηση βαθύτερα και διστάζει εξ αιτίας του φόβου ν' αποχωρισθή από το σώμα και δεν υποφέρει την θέα των αγγέλων που έρχονται. Πραγματικά, αν κυριευόμαστε από φόβο όταν αντικρύζωμε απλώς ανθρώπους φοβερούς, τι δεν θα πάθωμε όταν ιδούμε απειλητικούς αγγέλους και αδυσώπητους δυνάμεις να καταφθάνουν, ενώ η ψυχή μας θα αποχωρίζεται από το σώμα μας και θα σύρεται και θα οδύρεται συνεχώς άσκοπα και μάταια;»[13]
Στους βίους των αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας υπάρχουν πολλές αναφορές σε δαιμονικές οράσεις που παρουσιάζονται κατά την ώρα του θανάτου με τον απώτερο σκοπό συνήθως να εκφοβίσουν τον ετοιμοθάνατο και να τον κάνουν να χάση κάθε ελπίδα για την σωτηρία του. Επί παραδείγματι ο άγιος Γρηγόριος στους Διάλογους του κάνει λόγο για κάποιον πλούσιο που ήταν σκλάβος πολλών παθών: «Φθάνοντας στα τελευταία του..., με ανοιχτά τα μάτια είδε βδελυρά και κατάμαυρα πνεύματα να παραστέκονται μπροστά του και επίμονα να τον βιάζουν για να τον αρπάξουν στα κλείθρα του άδη... Με θορυβώδεις θρήνους συγκεντρώθηκε όλη η οικογένεια. Οι ίδιοι όμως δεν μπορούσαν να ιδούν τα πονηρά πνεύματα, των οποίων τις πιέσεις τόσον οδυνηρά εκείνος υπέμενε, αλλά έβλεπαν την παρουσία τους με την ομολογία, την χλωμάδα και τον τρόμο εκείνου που έσερναν. Από την φρίκη της βδελυράς μορφής εκείνων περιστρεφόταν πέρα-δώθε στο κρεββάτι. Ξάπλωνε στο αριστερό πλευρό- δεν μπορούσε να υποφέρη τη θέα τους. Γυρνούσε προς τον τοίχο- βρισκόντουσαν εκεί. Κι όταν απελπίσθηκε πια πως θα μπορούσε να βρη λίγη χαλάρωσι, άρχισε με μεγάλες φωνές να κραυγάζη: "Δώστε μου καιρό τουλάχιστον μέχρι το πρωί. Αφήστε με τουλάχιστον μέχρι το πρωί". Αλλά καθώς τα φώναζε αυτά, μέσα στις ίδιες τις φωνές του αποσπάσθηκε από την κατοικία του σώματος»[14].
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος αναφέρει κι άλλα παρόμοια περιστατικά, όπως άλλωστε και ο Βέδας στο βιβλίο του Historia ecclesiastika gentis anglorum[15]. Ακόμη και στην Αμερική του 19ου αιώνος τέτοιες εμπειρίες δεν φαίνεται να είναι καθόλου ασυνήθιστες. Μία σχετική συλλογή αναλόγων περιστατικών που εκδόθηκε πρόσφατα και αναφέρεται στην περίοδο αυτή περιλαμβάνει πολλές οράσεις που είχαν διάφοροι αμετανόητοι αμαρτωλοί στην κλίνη του θανάτου κι εκεί υπάρχουν εκφράσεις όπως: «Είμαι μέσα στις φλόγες, βγάλτε με!», «Ω, σας ικετεύω, σώστε με! Με τραβούν κάτω!», «Πηγαίνω στην κόλασι!» και «Έρχεται ο διάβολος να κατεβάση την ψυχή μου στην κόλασι!»[16].
Όμως ο Δρ Μούντυ δεν αναφέρει τίποτε τέτοιο. Ουσιαστικά όλες οι εμπειρίες των ετοιμοθάνατων στο βιβλίο του —με την χαρακτηριστική εξαίρεσι των περιπτώσεων αυτοκτονίας[17]— είναι ευχάριστες, άσχετα αν τα εν λόγω άτομα είναι Χριστιανοί ή αλλόθρησκοι, θρησκεύοντες ή όχι. Αφ' ετέρου οι δόκτορες Όσις και Χάραλντσον βρήκαν κι αυτοί κάτι στις μελέτες τους που δεν απέχει πολύ απ’ αυτήν την τοποθέτησι. Στις περιπτώσεις όπου οι μελέτες αναφέρονται στην Αμερική είχαν τα ίδια αποτελέσματα και συνεπώς και συμπεράσματα με τον δόκτορα Μούντυ. Η εμφάνισις δηλαδή επισκεπτών από τον άλλο κόσμο θεωρείται σαν κάτι θετικό, ο ασθενής αποδέχεται τον θάνατο, η εμπειρία είναι ευχάριστη και προκαλεί γαλήνη, συναρπαγή χαράς, συχνά δε και το σταμάτημα του πόνου προ του θανάτου.
Στις περιπτώσεις όμως όπου οι μελέτες αναφέρονται στις Ινδίες, τουλάχιστον το ένα τρίτο των ασθενών που είδαν σχετικές οράσεις δοκίμασαν φόβο, κατάθλιψι και αγωνία σαν αποτέλεσμα της εμφανίσεως του «γιαμντού»[18]. Οι Ινδοί αυτοί ασθενείς αντιστάθηκαν και προσπάθησαν να ξεφύγουν από τους αγγέλους αυτούς του άλλου κόσμου. Έτσι σε μία περίπτωσι ένας Ινδός, υπάλληλος γραφείου, καθώς πέθαινε άρχισε ξαφνικά να λέη: «Κάποιος στέκεται εκεί. Έχει ένα καρότσι μαζί του και πρέπει να είναι γιαμντού. Πρέπει κάποιον να πάρη μαζί του και με πειράζει λέγοντας ότι ήλθε να πάρη εμένα!... Σας παρακαλώ κρατήστε με. Δεν θέλω να με πάρη!» Μετά οι πόνοι του μεγάλωσαν και ξεψύχησε[19] .
Ένας άλλος Ινδός ετοιμοθάνατος είπε ξαφνικά: «Το γιαμντού έρχεται να με πάρη. Πάρτε με απ’ το κρεββάτι για να μη με βρη!» Μετά έδειξε προς τα έξω και πάνω και είπε πάλι- «Να το!» Ο θάλαμος του νοσοκομείου ήταν στο ισόγειο και έξω δίπλα στον τοίχο του κτιρίου ήταν ένα μεγάλο δένδρο και στα κλαδιά του καθόταν ένα πλήθος κόρακες. Την στιγμή που ο ασθενής έβλεπε αυτό το όραμα πέταξαν ξαφνικά από το δένδρο όλοι οι κόρακες με τέτοια βία σαν να τους είχαν πυροβολήσει. Τόσο πολύ ξαφνιαστήκαμε που τρέξαμε όλοι σε μίαν ανοιχτή πόρτα, αλλά δεν είδαμε τίποτε που θα μπορούσε να είχε τρομάξει τους κόρακες. Συνήθως αυτά τα πουλιά ήταν αρκετά ήσυχα και γι’ αυτό έκανε μεγάλη εντύπωσι σ' όλους όσους ήμασταν εκεί όταν πέταξαν μακρυά με τέτοιο θόρυβο την στιγμή ακριβώς που ο ετοιμοθάνατος έβλεπε αυτό το όραμα. Ήταν σαν να καταλάβαιναν κι αυτά ότι συνέβαινε κάτι φρικτό. Μετά απ’ αυτό ο ασθενής έπεσε σε κώμα και ξεψύχισε λίγα λεπτά αργότερα[20]. Μερικά «γιαμντού» έχουν φοβερή όψι και προκαλούν ακόμη μεγαλύτερο τρόμο στον ετοιμοθάνατο.
Αυτή είναι και η πιο χτυπητή διαφορά μεταξύ των εμπειριών στην Αμερική και εκείνων στις Ινδίες, όπως αναφέρονται αυτές στο βιβλίο των Όσις και Χάραλντσον, αλλά οι συγγραφείς δεν είναι εις θέσιν να δώσουν καμία εξήγησι. Φυσικά λοιπόν διερωτάται κανείς γιατί στις εμπειρίες της εποχής μας που αναφέρονται στην Αμερική λείπει σχεδόν εντελώς το στοιχείο εκείνο που είναι τόσο κοινό σε ανάλογες παλιές εμπειρίες χριστιανών και στις σημερινές εμπειρίες των Ινδών, ο τρόμος δηλαδή που προκαλείται στο αντίκρυσμα όντων του άλλου κόσμου:
Δεν είναι απαραίτητο να ορίσουμε επακριβώς την φύσι των δράσεων των ετοιμοθάνατων για να καταλάβουμε ότι αυτή εξαρτάται σ' ένα βαθμό, όπως ήδη είδαμε, από το τι «αναμένει» να δη ή τι «είναι προετοιμασμένος» να δη ο ετοιμοθάνατος. Έτσι οι Χριστιανοί των περασμένων αιώνων που είχαν ζωντανή πίστι στην ύπαρξι της κολάσεως και τους οποίους έτυπτε η συνείδησις κατά την ώρα του θανάτου, έβλεπαν συχνά δαίμονες. Οι σημερινοί Ινδοί που οπωσδήποτε είναι πιο «πρωτόγονοι» από τους Αμερικανούς ως προς την πίστι και την νοοτροπία βλέπουν συχνά όντα που αντιστοιχούν στον πολύ υπαρκτό φόβο που νοιώθουν για την άλλη ζωή, ενώ οι σύγχρονοι Αμερικανοί με τις «φωτισμένες» απόψεις τους βλέπουν οράσεις που βρίσκονται σε αρμονία με την «άνετη» ζωή και τα πιστεύω τους, που γενικά δεν περιγράφουν κανένα ρεαλιστικό φόβο για την κόλασι και καμία ιδέα για την ύπαρξι των δαιμόνων.
Αν κριθή αντικειμενικά το πράγμα, οι ίδιοι οι δαίμονες προκαλούν πειρασμούς τέτοιους που ανταποκρίνονται στο πνευματικό επίπεδο ή τις προσδοκίες αυτών που τους δοκιμάζουν. Σε κείνους που φοβούνται την κόλασι οι δαίμονες μπορεί να εμφανισθούν με τρομακτική μορφή για να τους κάνουν να πεθάνουν σε μία κατάστασι απογνώσεως, αλλά σε κείνους που δεν πιστεύουν στην κόλασι —ή στους Προτεστάντες που πιστεύουν ότι σίγουρα θα «σωθούν» και συνεπώς δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν από την κόλασι— οι δαίμονες θα προκαλέσουν φυσικά άλλης μορφής πειρασμούς που δεν θα προδίδουν τόσο καθαρά την πονηρή τους πρόθεσι.
Κατά παρόμοιο τρόπο ακόμη και σ' ένα Χριστιανό αγωνιστή που υπέφερε ήδη αρκετά πολεμώντας τους, οι δαίμονες μπορεί να εμφανισθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε μάλλον να τον αποπλανήσουν παρά να τον εκφοβίσουν. Ο δαιμονικός πειρασμός που αντιμετώπισε η αγία Μαύρα, που μαρτύρησε κατά τον 3ο αιώνα, καθώς πέθαινε, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του τελευταίου αυτού είδους πειρασμού που παρουσιάζεται κατά την ώρα του θανάτου. Αφού είχε ήδη παραμείνει επάνω στον σταυρό όπου την είχαν σταυρώσει, καθώς και τον σύζυγο της τον άγιο Τιμόθεο[21], επί εννέα ήμερες επειράσθηκε από τον διάβολο. Στον βίο των αγίων αυτών αναφέρεται ο πειρασμός, όπως τον περιέγραψε η αγία Μαύρα στον σύζυγο και συμμάρτυρά της:
«Έχε θάρρος, αδελφέ μου, και διώξε τον ύπνο από τα βλέφαρα σου. Μείνε άγρυπνος και άκου τι είδα: Ήλθα σ' ένα είδος εκστάσεως και μου φάνηκε ότι μπροστά μου ήταν ένας άνδρας που κρατούσε στο χέρι του ένα κύπελο γεμάτο με μέλι και γάλα. Αυτός λοιπόν ο άνδρας μου είπε: "Πάρε αυτό και πιες το". Εγώ όμως τον ρώτησα: "Και συ ποιος είσαι;" Εκείνος μου απάντησε: "Είμαι άγγελος του Θεού". 'Εγώ τότε του είπα: " "Ας προσευχηθούμε λοιπόν στον Κύριο". Αυτός όμως συνέχισε: "Ήλθα κοντά σου για να απαλύνω το μαρτύριό σου. Είδα ότι είχες μεγάλη επιθυμία να φας και να πιης γιατί μέχρι αυτή τη στιγμή δεν πήρες καμία τροφή". Τότε τον ρώτησα: "Ποιος σε ωδήγησε να μου δείξης αυτό το έλεος; Και τι σημασία μπορεί να έχη για σένα η καρτερία και η νηστεία μου; Δεν ξέρεις ότι ο Θεός είναι παντοδύναμος και μπορεί να κάνη όλα όσα είναι αδύνατα στους ανθρώπους;" "Άρχισα λοιπόν να προσεύχωμαι και τότε είδα εκείνον τον άνδρα να γυρίζη το πρόσωπο του απ’ την άλλη μεριά προς την δύσι. Απ' αυτό κατάλαβα ότι ήταν μία σατανική άπατη. Ο σατανάς θέλησε να μας πειράξη ακόμη και πάνω στον σταυρό. Σε λίγο αυτή η όρασις εξαφανίσθηκε.
Τότε ήλθε κοντά μου κάποιος άλλος άνδρας που μου φάνηκε ότι με πήγε σ' ένα ποτάμι που έτρεχε μέλι και γάλα και μου είπε: "Πιες!" Εγώ όμως απάντησα: "Σου το είπα ήδη ότι δεν θα πιω ούτε νερό ούτε οποιοδήποτε άλλο γήϊνο ποτό μέχρι να πιω για τον Χριστό τον Κύριο μου το ποτήριον του θανάτου, που Εκείνος θα το αναμείξη με την σωτηρία μου και την αθανασία της αιωνίου ζωής". "Όταν τέλειωσα αυτά τα λόγια, εκείνος έσκυψε και ήπιε από το ποτάμι και ξαφνικά εξαφανίσθηκαν από μπροστά μου και το ποτάμι κι αυτός».
Αργότερα θα αναφέρουμε και την τρίτη εμφάνισι που έγινε στην αγία Μαύρα, αυτή την φορά ενός αληθινού αγγέλου. Μέχρι τώρα όμως γίνεται φανερό το πόσο επιφυλακτικοί είναι οι αληθινοί χριστιανοί όταν πρόκειται να δεχθούν «αποκαλύψεις» κατά την ώρα του θανάτου.
Η ώρα του θανάτου είναι λοιπόν ώρα δαιμονικού πειρασμού και οι «πνευματικές» εμπειρίες που έχουν οι άνθρωποι αυτήν την ώρα, έστω και αν φαίνωνται «μεταθανάτιες» —σημείο που θα ερευνηθή αργότερα—, πρέπει να κριθούν με τα ίδια κριτήρια της χριστιανικής διδασκαλίας που κρίνονται και οποιεσδήποτε άλλες πνευματικές εμπειρίες. Κατά παρόμοιο τρόπο και τα «πνεύματα» που παρουσιάζονται αυτήν την ώρα πρέπει να κριθούν βάσει του καθολικού κριτηρίου που εννοεί ο απόστολος Ιωάννης όταν λέγει: δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστίν, ότι πολλοί ψευδοπροφήται εξεληλύθασιν εις τον κόσμον[22] .
Μερικοί κριτικοί των «μεταθανάτιων» εμπειριών της εποχής μας ομιλούν ήδη για την ομοιότητα των «φωτεινών όντων» προς τα «πνεύματα οδηγούς» και τα «φιλικά πνεύματα» του πνευματισμού των μέντιουμ. Ας δούμε λοιπόν σύντομα ποια είναι η πνευματιστική διδασκαλία για τα «φωτεινά όντα» και τα μηνύματά τους.
Σ' ένα κλασσικό πνευματιστικό βιβλίο[23] επισημαίνεται ότι «η διδασκαλία περί πνευμάτων βρίσκεται πάντοτε ή σχεδόν πάντοτε σε αρμονία με τα υψηλά ηθικά πρότυπα. Όσον αφορά την πίστι, αυτή έχει πάντα σχέσι με τον Θεό και την ευλάβεια προς Αυτόν, αλλά δεν πολυενδιαφέρεται για τα διανοητικά εκείνα κατασκευάσματα που απασχολούν τους επισκόπους στις εκκλησιαστικές συνόδους»[24]. Στο ίδιο βιβλίο επίσης αναφέρεται ότι το «κλειδί» και το «κεντρικό δόγμα» της πνευματιστικής διδασκαλίας είναι η αγάπη[25], ότι η «θαυμάσια γνώσις» λαμβάνεται από τα πνεύματα και παρακινεί τους πνευματιστές να αναλάβουν το ιεραποστολικό έργο της διαδώσεως «της ιδέας ότι η μετά θάνατον ζωή είναι βεβαία»[26] και τέλος ότι τα «ανώτερα» πνεύματα ξεφεύγουν από τα όρια της ατομικότητος και γίνονται περισσότερο μία «δύναμις επιρροής» παρά άτομα, ενώ αποκτούν όλο και μεγαλύτερη φωτεινότητα[27]. Είναι αλήθεια ότι οι πνευματιστές στους ύμνους τους επικαλούνται στην κυριολεξία «φωτεινά όντα»:
«Άγιοι λειτουργοί του φωτός!
Κρυμμένοι από την θνητή μας όρασι...
Του φωτός τους υπηρέτες στείλετε,
για ν' ανοίξουν την εσωτερική μας την όρασι»[28].
Όλ' αυτά είναι αρκετά για να μας κάνουν πολύ καχύποπτους ως προς το «φωτεινό ον» που εμφανίζεται σε πρόσωπα τελείως ανυποψίαστα για την φύσι και την λεπτότητα των δαιμονικών ενεργειών. Η υποψία μας αυτή αυξάνεται ακόμη περισσότερο όταν ακούμε τον Δρα Μούντυ να αναφέρη ότι μερικοί περιγράφουν αυτό το ον σαν «κάποιο αστείο πρόσωπο» που έχει την «αίσθησι του χιούμορ» και «διασκεδάζει» και «ευχαριστεί» τον ετοιμοθάνατο[29]. Τέτοια όντα, με το μήνυμα της «αγάπης και κατανοήσεως», μοιάζουν καταπληκτικά με τα συνηθισμένα και συχνά με χιούμορ «πνεύματα» των σεάνς[30], που αδιαμφισβήτητα είναι δαίμονες (όταν βέβαια η σεάνς δεν είναι φτιαχτή).
Το γεγονός αυτό ωδήγησε μερικούς στο να καταδικάσουν όλες τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες και τις αναφέρουν τώρα σαν δαιμονικές άπατες. Σ' ένα βιβλίο που έγραψαν οι Ευαγγελικοί Προτεστάντες διακηρύσσεται ότι: «Νομίζουμε πως παρουσιάζονται μερικοί νέοι και άγνωστοι μέχρι τώρα κίνδυνοι μ' όλη αυτή την άπατη που αναφέρεται στην μετά θάνατον ζωή. Πιστεύουμε ότι ακόμα και μία αμυδρά πίστις σ' αυτές τις κλινικές εμπειρίες μπορεί να έχη σοβαρές συνέπειες στους ανθρώπους που πιστεύουν στην Βίβλο.
Μερικοί ειλικρινείς Χριστιανοί δέχθηκαν ότι αυτό το φωτεινό ον είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός και δυστυχώς οι άνθρωποι αυτοί είναι έτοιμοι να γελοιοποιηθούν»[31]. Για να υποστηρίξουν την θέσι αυτή οι συγγραφείς του βιβλίου κάνουν μερικούς αξιοσημείωτους παραλληλισμούς μεταξύ μερικών από τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες της εποχής μας και των προσφάτων εμπειριών των μέντιουμ και των αποκρυφιστών, ενώ ταυτόχρονα τονίζουν και το αναμφισβήτητο γεγονός ότι μερικοί από τους ερευνητές των «μεταθανάτιων εμπειριών» ενδιαφέρονται επίσης και για τον αποκρυφισμό κι ότι ήλθαν σε επαφή με διάφορα μέντιουμ[32].
Φυσικά σ' αυτές τις παρατηρήσεις υπάρχει μεγάλο ποσοστό αληθείας. Δυστυχώς όμως χωρίς την πλήρη χριστιανική διδασκαλία περί της μετά θάνατον ζωής ακόμη και οι πιο καλοπροαίρετοι «πιστοί» πλανώνται απορρίπτοντας τις πραγματικές μεταθανάτιες εμπειρίες της ψυχής μαζί με εκείνες που μπορεί πράγματι να είναι αποτέλεσμα δαιμονικής άπατης. Οι «πιστοί» αυτοί δέχονται εύκολα διάφορες παραπλανητικές «μεταθανάτιες» εμπειρίες, όπως θα δούμε παρακάτω.
Οι δόκτορες Όσις και Χάραλντσον, που και οι δύο είχαν «διαρκείς και άμεσες εμπειρίες με μέντιουμ», σημειώνουν κάποια ομοιότητα μεταξύ των εμφανίσεων που παρουσιάζονται στους ετοιμοθάνατους και των εμπειριών που απαντώνται στους πνευματιστικούς κύκλους. Σημειώνουν όμως και μία «κραυγαλέα διαφορά» μεταξύ των δύο αυτών ειδών εμπειριών: «Αντί για την επανάληψι του εγκόσμιου τρόπου ζωής (που περιγράφουν τα μέντιουμ), η επιστροφή από την κατάστασι του θανάτου στην ζωή φαίνεται να βυθίζη τον άνθρωπο σ' ένα ριζικά νέο πρότυπο υπάρξεως κι ένα νέο τρόπο ζωής»[33].
Πράγματι το Βασίλειο των «μεταθανάτιων» εμπειριών φαίνεται να είναι καθ' ολοκληρίαν ξεχωριστό από το βασίλειο των μέντιουμ και του πνευματισμού. Είναι όμως ένα βασίλειο στο οποίο οι δαιμονικές απάτες και επιρροές όχι μόνο είναι πιθανές, αλλά αναμένονται οπωσδήποτε, ιδιαίτερα στους έσχατους αυτούς καιρούς που ζούμε, όπου ήδη έχουμε όλο και νεώτερους και πιο εκλεπτυσμένους πειρασμούς και μάλιστα σημεία μεγάλα και τέρατα, ώστε πλανήσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς[34].
Πρέπει λοιπόν να είμαστε πάρα πολύ διστακτικοί ως προς τα «φωτεινά όντα» που φαίνεται ότι εμφανίζονται κατά την στιγμή του θανάτου. Μοιάζουν πράγματι πάρα πολύ να είναι δαίμονες που παρουσιάζονται ως «άγγελοι φωτός» με σκοπό να αποπλανήσουν όχι μόνο το ίδιο το πρόσωπο που πεθαίνει, αλλά ακόμη περισσότερο εκείνους στους οποίους θα διηγηθή την εμπειρία του εάν ανάνηψη —και τις πιθανότητες να ανανήψη τις ξέρουν φυσικά οι δαίμονες πολύ καλά.
Τελικά η κρίσις μας γι' αυτό καθώς και για τα άλλα «μεταθανάτια» φαινόμενα πρέπει να στηρίζεται στις δοξασίες που επακολουθούν, είτε αυτές τις διδάσκει κάποιο «πνευματικό ον» που εμφανίζεται την στιγμή του θανάτου, είτε απλώς τις συμπεραίνουμε από τα φαινόμενα. Θα προσεγγίσουμε το θέμα της κρίσεως αυτής, αφού πρώτα τελειώσουμε την εξέτασι των ιδίων των φαινομένων.
Μερικοί από εκείνους που «πέθαναν» και επανήλθαν στην ζωή —συνήθως εκείνοι που ήταν ή έγιναν πολύ «πιστοί»— ταύτισαν το «φωτεινό ον» που συνάντησαν όχι με κάποιον άγγελο αλλά με την αόρατη «παρουσία» του ίδιου του Χριστού. Η εμπειρία των ανθρώπων αυτών συνδέεται συχνά μ' ένα άλλο φαινόμενο, το οποίο για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς αποτελεί ίσως, εκ πρώτης όψεως, το πιο δύσλυτο πρόβλημα που συναντάται στις «μεταθανάτιες» εμπειρίες της εποχής μας, την όρασι δηλαδή του «παραδείσου».
Ιερομόναχος Σεραφείμ Ρος
Αγιορείτικη Μαρτυρία
Τριμηνιαία έκδοση Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου
Τεύχος 14-15
Δεκέμβριος 1991 - Ιούνιος 1992