Στις 24 Ιουνίου οι Τούρκοι ψηφίζουν για ανάδειξη νέου κοινοβουλίου και προέδρου. Σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις 45% με 55% των ψηφοφόρων σκοπεύουν να δώσουν την ψήφο τους στον πρόεδρο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν. Στην πραγματικότητα τα ποσοστά αυτά ενδέχεται να είναι μικρότερα. Ο Χακάν Μπαϊρακτσί, ιδιοκτήτης του ινστιτούτου δημοσκοπήσεων SONAR, οι κυβερνώντες στην Τουρκία έχουν δημιουργήσει συνθήκες φόβου στην κοινωνία, με αποτέλεσμα περί το 10% των πολιτών να διστάζει να δηλώσουν ανοιχτά την πρόθεση ψήφου τους. Επομένως, σύμφωνα με τον Μπαϊρακτσί, το αποτέλεσμα των εκλογών είναι πιθανό να διαφέρει από την εικόνα που παρουσιάζουν οι δημοσκοπήσεις.
Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση που επικυρώθηκε με δημοψήφισμα τον Απρίλιο του 2017 οι πολίτες διαθέτουν δύο ψήφους: μία για την εκλογή προέδρου και μια δεύτερη για την εκλογή κόμματος στη βουλή. Για τον Ερντογάν που δεν έχει ηττηθεί σε εκλογική αναμέτρηση τα τελευταία 16 χρόνια, αυτές οι εκλογές ενδέχεται να είναι οι δυσκολότερες της πολιτικής του καριέρας. Από την πρώτη επικράτηση του κόμματος AKP το 2002, το ισλαμοσυντηρητικό κόμμα του Ταγίπ Ερντογάν διαμορφώνει τον πολιτικό βίο της Τουρκίας. Όπως και ο τούρκος πρόεδρος έτσι και το κόμμα του προβλέπεται να βιώσει δύσκολες στιγμές στις επικείμενες εκλογές.
Τα προβλήματα στη χώρα οξύνονται
Ο Οζέρ Σεντσάρ, ιδιοκτήτης του ινστιτούτου δημοσκοπήσεων Metropoll, παρακολουθεί στενά τα τελευταία 25 χρόνια την πολιτική καριέρα του Ταγίπ Ερντογάν. Κατά την άποψή του ποτέ στο παρελθόν δεν διεξήγαγε μια τόσο κακή προεκλογική εκστρατεία όσο η τωρινή. Ο ίδιος θεωρεί ότι δεν ορίζει πλέον την πολιτική ατζέντα και δεν έχει να προσφέρει κάποιο όραμα για το μέλλον. Μάλιστα εκτιμά ότι δύσκολα θα διατηρηθεί στην εξουσία.
Η μεγαλύτερη επιτυχία της πολιτικής καριέρας του τούρκου προέδρου ήταν η οικονομική ακμή της χώρας του. Στα 15 χρόνια που πέρασαν το μέσο ετήσιο εισόδημα αυξήθηκε από 3.500 σε 10.000 δολάρια και η οικοδομική δραστηριότητα στη χώρα σημείωσε εκρηκτική άνοδο. Σήμερα ωστόσο η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε κάθε άλλο παρά καλή κατάσταση. Μετά την απόπειρα πραξικοπήματα τον Ιούλιο του 2016 και την επακόλουθη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που επιβλήθηκε στη χώρα, η τουρκική λίρα έχασε πάνω από το 30% της αξίας της. Οι επενδύσεις έχουν υποστεί καθίζηση και η εμπιστοσύνη των κεφαλαιαγορών προς την τουρκική οικονομία φθίνει.
«Για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια ο Ερντογάν δεν σημειώνει επιτυχία. Δεν μπορεί πλέον να κατευθύνει την οικονομία. Και τα προβλήματα στο εκπαιδευτικό σύστημα και στον τομέα της υγείας κλιμακώνονται», επισημαίνει ο Ο Οζέρ Σεντσάρ. Όπως υπογραμμίζει, ο τουρκικός λαός αισθάνεται τις επιπτώσεις της οικονομικής κάμψης, ως εκ τούτου δεν υπάρχει παλμός στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του τούρκου προέδρου.
Η αντιπολίτευση αναθαρρεί
Η Γκιουλφέμ Σανβέρ, διακεκριμένη πολιτική αναλύτρια που έχει εντρυφήσει στο θέμα της εκλογικής επιτυχίας του AKP, παρατηρεί ότι ο τούρκος πρόεδρος εμφανίζει αυξανόμενη δυσκολία να περάσει το πολιτικό του μήνυμα στους πολίτες. Η ίδια επισημαίνει ότι ο αντίπαλος του Ταγίπ Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές, ο Μουχαρέμ Ιντζέ, κατόρθωσε το τελευταία διάστημα να αυξήσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις σε πάνω από 30%. Ως εκ τούτου ενισχύθηκαν και οι φιλοδοξίες της τουρκικής αντιπολίτευσης να κερδίσει τις εκλογές.
Τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο τούρκος πρόεδρος είναι πιθανό να επανεκλεγεί στο αξίωμά του στον δεύτερο γύρο. Επίσης φαίνεται ότι η συμμαχία που αποτελείται από το AKP και το εθνικιστικό MHP ενδέχεται να απολέσει την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία. Σε αυτή την περίπτωση το όνειρο του Ερντογάν για εδραίωση ενός πανίσχυρου συστήματος προεδρικής διακυβέρνησης –που κατά πολλούς αντιπολιτευόμενους έχει χαρακτηριστικά δικτατορίας- δεν θα εκπληρωνόταν ποτέ, σύμφωνα με αναλυτές.
«Εάν το AKP χάσει την πλειοψηφία του στη βουλή, περιμένουν δύσκολες μέρες τον Ερντογάν», εκτιμά η Γκιουλφέμ Σανβέρ. Όπως εξηγεί, «αν το AKP δεν διαθέτει πια την πλειοψηφία ο Ερντογάν –ακόμη κι αν επανεκλεγεί- θα χάσει μέρος της σημερινής του ισχύος. Δεν θα είναι πλέον αποτελεσματικός πρόεδρος και τότε θα πρέπει να αναγνωρίσει την εξουσία του κοινοβουλίου».