Κοντά στο καθολικό της άγιας Άννας, υπάρχει ένα σπιτάκι, που λέγεται του «Πατριάρχου». Εκεί ασκήτευε ένας Πατριάρχης ονόματι Κύριλλος. Εγκατέλειψε τον πατριαρχικό θρόνο και ήλθε και έγινε καλόγερος.Οι πατέρες κουβαλούσαν τα πράγματα στη πλάτη.
Λέγουν στον Πατριάρχη. «Εσύ γέροντας είσαι, παναγιότατε και αμάθητος, να σου πάρουμε ένα γαϊδουράκι, να φορτώνεις τα τρόφιμα σου». Του πήραν ένα γαϊδουράκι και κατέβαινε με αυτό.Μια μέρα, ενώ ανέβαινε ο Πατριάρχης με το ζώο και οι άλλοι πατέρες με τα τρόφιμα στην πλάτη τους, κάθισαν λίγο να ξεκουραστούν.
Ξαφνικά ο Πατριάρχης,μεταξύ ύπνου και εγρηγόρσεως βλέπει την Παναγιά μαζί με τους αγγέλους. Και η μεν Παναγιά είχε ένα δοχείο και πότιζε τους πατέρες, που κουβαλούσαν τα πράγματα, στην πλάτη τους, οι δε Άγγελοι είχαν μαντήλια, και σκούπιζαν τον ιδρώτα τους.Βλέποντας έκπληκτος ότι σκούπιζαν και τον ιδρώτα από το γαϊδουράκι, παρακαλούσε λέγοντας.«Σκουπίστε και εμένα σας παρακαλώ».
Τότε του λέει η Παναγία.«Πάτερ, εσύ δεν έχεις ίδρωτα, το γαϊδουράκι θα σκουπίσουμε που έχει».Τότε ξύπνησε και ήλθε στον εαυτό του. Λέγει προς τους πατέρες. «Πάρτε το γαϊδουράκι, γιατί ζημιώνουμε σε πολλά πράγματα. Η Παναγία και οι Άγγελοι σκούπισαν το γαϊδουράκι και όχι εμένα». Έκτοτε τα κουβαλούσε και αυτός στην πλάτη του.
Πόσα και πόσα τέτοια δεν έχουν γίνει στην ζωή των πατέρων! Που να είμαστε να τα βλέπαμε! Τώρα, σπανίως συναντώνται, χάθηκαν όλα.Για την Θεία Κοινωνία είπε.Μετά φόβου και ευλάβειας να στέκεσαι στην εκκλησία, γιατί αοράτως ο Χριστός μας με τους αγγέλους παρευρίσκεται.Τους προσέρχοντες ευλαβείς τους γεμίζει χάρη και ευλογία. Τους απρόσεκτους κατακρίνει ως αναξίους. Προσπάθησε να κοινωνάς συχνά όσο το δυνατό, γιατί η Θεία Κοινωνία είναι άριστο βοήθημα για τον αγωνιστή κατά της αμαρτίας.
Διήγηση του Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου